Η ακριβοθώρητη ερμηνεύτρια επιστρέφει με ένα μουσικοθεατρικό οδοιπορικό όπου μπλέκει ιστορίες και τραγούδια με σκοπό να κλείσει κύκλους και να βάλει τελείες.
 
– Κάθε φορά που ετοιµάζετε ένα καινούριο πρόγραµµα, έχετε στο µυαλό σας πως θα πρέπει να συστηθείτε και σε ένα νέο κοινό που µέχρι τώρα δε σας ξέρει; Πάντα το σκέφτοµαι αυτό. Χαίροµαι όταν έρχονται άνθρωποι που δεν µε είδαν ποτέ στις παραστάσεις µου και θα µε γνωρίσουν. Μου δίνει φοβερή ενέργεια. Όταν όµως φτιάχνω ένα πρόγραµµα, το κάνω λιγάκι εγωιστικά, βασιζόµενη στις δικές µου ανάγκες ελπίζοντας ότι αυτό που έχω φτιάξει θα φτάσει στις ψυχές και στις καρδιές των θεατών. Τώρα, γι’ αυτή την παράσταση, ήθελα µάλλον να µιλήσω. Στην Αθήνα είχα να εµφανιστώ 4 χρόνια, στην Κύπρο 3. Αυτή η σιωπή µάζεψε πολλά, εποµένως ήθελα να τα διοχετεύσω. 
 
– Τι θα δούμε λοιπόν στο «Ιστορίες και τραγούδια»; Δεν πρόκειται για μια συναυλία αλλά για παράσταση. Έχω κάποιες ιστορίες απ’ την παιδική και  εφηβική μου ηλικία και η κάθε μια απ’ αυτές καταλήγει σε τραγούδι, όχι τυχαίο, αφού ταιριάζει με το κείμενο. Κάθισα και έγραψα τις ιστορίες οι οποίες «κούμπωσαν» με τραγούδια που δεν είναι όλα απ’ τη δική μου δισκογραφία. 
 
– Γιατί αυτό; Μιλάω για τα πολύ νεανικά μου χρόνια και τότε δεν είχα δική μου δισκογραφία. Επομένως οι ιστορίες συνοδεύονται από τραγούδια που άκουγα τότε. Είναι σαν ένα διαφορετικό παζλ, δεν είναι η κλασική συναυλία αλλά ούτε και θέατρο. Έτσι κι αλλιώς, σπούδασα θέατρο γιατί ποτέ δεν μου έφτανε το να βγαίνω μπροστά από ένα μικρόφωνο, ακίνητη και να τραγουδάω. Γι’ αυτό πήγα και στη δραματική σχολή, γιατί ήθελα να εμπλουτίσω το τραγούδι.
 
– Ανατρέχετε συχνά στο παρελθόν; Όχι ιδιαίτερα… Φαίνεται όμως ότι ήρθε η στιγμή να κάνω μια αναδρομή, να κλείσουν κάποιοι κύκλοι και να βάλω τις τελείες μου. 
 
– Και μπήκαν; Νομίζω πως ναι. Ήταν φοβερά δημιουργική η προετοιμασία και ταυτόχρονα λυτρωτική. Έχω κλάψει γράφοντας κάποιες ιστορίες, έχω γελάσει κάνοντας πρόβα ορισμένα κομμάτια, μόνη μου σαν την τρελή. Ήταν ωραία διαδρομή που τώρα έφτασε στο τέλος για να την παραλάβει ο κόσμος. Όταν φτιάχνουμε κάτι, εμείς οι άνθρωποι της σκηνής, θέλουμε την αποδοχή, την επιβράβευση απ’ τον κόσμο αλλιώς δεν έχει νόημα γιατί το κάνουμε. Είναι φοβερή η έκθεση. Ένας φίλος μου στην Αθήνα βλέποντάς την παράσταση πέρσι μου είπε ότι είναι φοβερά θαρραλέο αυτό που κάνω. Βγήκα σχεδόν γυμνή εκεί πάνω, κατέθεσα τις μνήμες μου, τις αναμνήσεις μου και τα συναισθήματά μου. 
 
– Είστε ευχαριστημένη με ό,τι κάνετε σήμερα στη ζωή σας; Αυτό θέλατε πάντα να κάνετε; Αυτό και άλλα τόσα. Άρχισα να σπουδάζω ισπανική φιλολογία στο πανεπιστήμιο στη Μόσχα. Γεννήθηκα στη Σοβιετική Ένωση, όπως θα γνωρίζεις, και μάλλον θα γινόμουν φιλόλογος. Υπήρχε όμως αυτή η ανάγκη να τραγουδήσω και να ασχοληθώ με τη μουσική. Μου άρεσε η σκηνή. Στο πρώτο έτος του πανεπιστημίου, στα 17, έκανα τον πρώτο δίσκο. Γύρισα, έκανα το δεύτερο έτος στη σχολή, αλλά ήμουν ήδη αλλού. 
 
– Στην περίπτωση σας τι ρόλο έπαιξαν οι γονείς σας; Με πίεζαν να τελειώσω τις σπουδές αλλά ο δρόμος μου ήταν άλλος. Ήταν τέτοια η αποφασιστικότητα μου και τελεσίδικος ο τρόπος που το είπα που δεν έφεραν πολλές αντιρρήσεις. Έτσι κι αλλιώς η μητέρα μου ήταν καλλιτέχνης, υπήρξε ηθοποιός, τραγουδούσε γιατί είχε υπέροχη φωνή, επομένως γρήγορα με άφησαν να κάνω αυτό που θέλω. Δεν γινόταν και πρακτικά όμως… Έφυγα αμέσως περιοδεία με τον Θεοδωράκη για δυο χρόνια, πήγαμε Ευρώπη, Αμερική, οπότε δεν γινόταν να είμαι και στο πανεπιστήμιο. 
 
– Τι άνθρωποι ήταν οι γονείς σας; Ο μπαμπάς μου ήταν λάτρης των γραμμάτων. Πνευματικός άνθρωπος, είχε τελειώσει 3 πανεπιστήμια, είχε γράψει 17 βιβλία. Ήταν ένας λόγιος. Η μαμά απ’ την άλλη ήταν πάντα καλλιτεχνική φύση. Είχε τελειώσει το θεατρικό ινστιτούτο στη Σοβιετική Ένωση, έγινε ηθοποιός και έπαιξε σε παραστάσεις αλλά μετά έγινε καθηγήτρια στο πανεπιστήμιο.
 
– Προοδευτική η μαμά σας για να σπουδάσει θέατρο εκείνη την εποχή. Ήταν διαφορετικά τα πράγματα στη Ρωσία, δεν υπήρχαν προκαταλήψεις για τους τραγουδιστές και τους ηθοποιούς, ειδικά για τις γυναίκες που στην Ελλάδα πολλοί τις θεωρούσαν εξώλης και προώλης. Εκεί υπήρχε μεγάλος σεβασμός για τους καλλιτέχνες επομένως δεν νομίζω ότι ήταν κάτι προοδευτικό. 
 
– Φτιάξατε κι έναν υπέροχο δίσκο μαζί της, το «12 Ρούσικα Λαϊκά Τραγούδια». Ήταν ο δεύτερος δίσκος μου με ρώσικα λαϊκά κομμάτια σε μετάφραση του Ρίτσου όπου η μητέρα μου είπε 4 τραγούδια και έτσι σώθηκε δισκογραφικά η φωνή της. Τότε ήμουν περιοδεία με τον Θεοδωράκη και στα διαλείμματα ερχόμουν στην Ελλάδα, έμπαινα στούντιο, ηχογραφούσα λίγο και έφευγα. Η μαμά μου όμως παρακολουθούσε το δίσκο γιατί ήταν στην Αθήνα. Μάλιστα, αυτή μετέφραζε στον Ρίτσο γιατί εκείνος δεν ήξερε ρώσικα και έπειτα γινόταν η ποιητική μεταφορά.
 
– Πριν έρθετε στην Ελλάδα, ποια εικόνα της είχατε στο μυαλό; Η εικόνα είχε διαμορφωθεί από κάτι καρτ ποστάλ που είχαμε στο σπίτι. Μιας πολύ όμορφης χώρας που μας απαγόρευε να επιστρέψουμε αφού οι γονείς μου ήταν πολιτικοί πρόσφυγες. Ήταν αυτά τα δυο αντιφατικά. 
 
– Και φτάνοντας πια στην Ελλάδα; Τι εικόνα αντικρίσατε; Οι δυο χώρες ήταν τελείως διαφορετικές. Και τα συστήματα, το κλίμα, οι σχέσεις των ανθρώπων, οι ίδιοι οι άνθρωποι. Αυτό που εισέπραξα ήταν αυτή η διαφορά και οφείλω να σου πω πως με βασάνισε για αρκετό καιρό μέχρι να προσαρμοστώ και να συνηθίσω. Είχα μάθει αλλιώς και έπρεπε να μάθω αλλιώς. Ευτυχώς, η δουλειά βοήθησε να ενταχθώ γρήγορα, γιατί ήταν τόσο καταιγιστικοί οι ρυθμοί που δεν μπορούσα διαφορετικά. Υπήρξαν όμως στιγμές δύσκολες. Έχασα τους φίλους μου, το περιβάλλον μου και όλα αυτά που στα 17 μπορούν να πληγώσουν ένα παιδί. 
 
– Αυτή η «καρτ ποστάλ» της λαμπερής Ελλάδας αποδομήθηκε; Ένα κομμάτι της χώρας είναι αυτό. Η επαρχία, τα νησιά, η θάλασσα είναι πανέμορφα. Όταν πρωτοείδα την Αθήνα όμως, δεν μπορώ να πω ότι ενθουσιάστηκα. Είχα συνηθίσει σε μια πόλη που ήταν γεμάτη πράσινο. Τα κτήρια δεν ήταν κολλημένα το ένα δίπλα στο άλλο και η Μόσχα ήταν πεντακάθαρη. Την πρώτη μέρα που φτάσαμε εγώ και ο αδελφός μου, ήρθαν να μας παραλάβουν με ταξί οι γονείς μας που είχαν προηγηθεί. Εκείνη τη μέρα, έκαναν απεργία οι σκουπιδιάρηδες και μπήκαμε σε μια πόλη που είχε βουνά από σκουπίδια. Πανικοβλήθηκα και γύρισα και τους είπα: «Πού με φέρατε;». Μετά αυτό άλλαξε βέβαια. 
 
– Επιστρέψατε έκτοτε στη Ρωσία; Πήγα ξανά 3-4 φορές. Μάλιστα, τις τελευταίες φορές επέστρεψα για επαγγελματικούς λόγους. Μια απ’ αυτές ήταν η πιο συγκινητική γιατί τραγούδησα στην αίθουσα Τσαϊκόφσκι με μια καταπληκτική ορχήστρα με 100 παραδοσιακά όργανα -μπαλαλάικες κ.ά.-, εκεί όπου 9 χρονών είδα τον Θεοδωράκη με τη δική του ορχήστρα. 
 
– Έχετε πει πολλές φορές πόσο καταλυτικός ήταν ο Θεοδωράκης στην καριέρα σας. Είχα όμως διαβάσει σε μια απ’ τις σπάνιες συνεντεύξεις σας πως ανάμεσα στους ανθρώπους που σημάδεψαν την καριέρα σας, εκτός απ’ την μητέρα σας και τον Θεοδωράκη, τον Χατζιδάκι, τον Γκάτσο ήταν και η Έλλη Λαμπέτη. Η τελευταία πώς; Νομίζω δεν διηγήθηκα ποτέ αυτή τη συνάντηση… Όταν μπήκα στη σχολή του Εθνικού Θεάτρου έτυχε η Λαμπέτη να με δει σε μια συναυλία. Τότε ήμουν 19, 20 χρονών… Δεν ήξερα φυσικά ότι με είδε. Πήρε τηλέφωνο τον διευθυντή της εταιρίας μου, τον Αλέκο Πατσιφά με τον οποίο γνωρίζονταν και του είπε ότι ήθελε να με γνωρίσει, απ’ αυτόν έμαθε κιόλας ότι σπούδαζα θέατρο. Μου το είπε ο Πατσιφάς και έτσι πήγα στο σπίτι της. Λίγο πολύ μου είπε ότι έχω μεγάλη θεατρικότητα όταν τραγουδάω, πως έπρεπε να βγω και στο θέατρο, ενώ μάλιστα μου είχε βρει και έργο για το οποίο ξεκινήσαμε πρόβες!
 
– Θυμάστε ποιο; Το «Πεγκ, καρδούλα μου», το οποίο είχε παίξει η Λαμπέτη στα νιάτα της και έτσι όπως με είδε, της θύμισα τον εαυτό της. Ήθελε να το ανεβάσουμε αλλά ήταν πολύ άρρωστη… Νιώθω απίστευτα τυχερή που βρέθηκα δίπλα σε αυτή τη γυναίκα, που μου εμπιστεύτηκε πράγματα, μου μιλούσε ατελείωτες ώρες, θυμόταν ιστορίες. Ήθελε κάπου να μιλήσει… Θυμάμαι σαν φιλμ όλες μας τις συναντήσεις απ’ την πρώτη μέχρι την τελευταία. Έχω μάλιστα και κάποια σημειώματά της που μου έγραψε.
 
 
– Για να είμαι ειλικρινής μου θυμίζετε λίγο την εικόνα της Λαμπέτη που έχω στο μυαλό –ποιητική και αιθέρια, μια γυναίκα με συστολή, με μια βαθιά πνευματική και καλλιτεχνική καλλιέργεια. Με συγκινεί αυτό που λες… Τότε μου είπε ότι της θύμιζα τον εαυτό της όταν ήταν νέα γιατί ήμασταν δραματικές ενζενί, ένας δύσκολος συνδυασμός. Αυτή είναι η πρώτη φορά που μιλάω για τη σχέση μου με την Λαμπέτη γιατί έχουν περάσει τόσα χρόνια πια. Πριν δεν ήθελα κανείς να σκεφτεί ότι εκμεταλλεύομαι το όνομά της ή τον άνθρωπο που έχει φύγει απ’ τη ζωή. 
 
– Υπάρχει κάτι στην ζωή σας το οποίο αν δεν συνέβαινε, δεν θα ήσασταν αυτή που είστε σήμερα; Όλα. Ό,τι έχω κάνει στη ζωή, οι δυσκολίες, οι τραγωδίες και τα δράματα, οι ευτυχισμένες στιγμές, το χειροκρότημα, οι αποτυχίες με έφτιαξαν και με διαμόρφωσαν. 
 
– Στη ζωή σας υπερτερούν οι ευτυχισμένες των θλιβερών στιγμών; Μια περίοδο που δεν ήμουν καλά, κάποιος φίλος, μεγάλος σε ηλικία, μου είπε πως ο Θεός μου έδωσε ένα ποτήρι πίκρας αλλά θα ακολουθήσει ένα ποτήρι γλύκας. Είναι μοιρασμένο λοιπόν. Και η ζωή δεν είναι πάντα σκαμπανεβάσματα, υπάρχουν και περίοδοι που είναι ήρεμα τα πράματα και το καρδιογράφημα είναι ίσιο.
 
– Την απόφαση να απομακρυνθείτε απ’ τα μουσικά πράγματα που την εντάσσετε; Ήταν επιλογή μου. Συνειδητή επιλογή μου. Σταμάτησα την καριέρα μου σε ηλικία 35 χρονών. Την ώρα εκείνη ήμουν ένα εμπορικό όνομα και ανέβαινα, δεν κατέβαινα. Τότε όμως αποφάσισα ότι πρέπει να διακόψω αυτή την πορεία γιατί ένιωθα πως το τραγούδι δεν μου έδινε το κέφι και την ενέργεια που είχα όταν ξεκινούσα στα 17 μου. Ένιωθα να προδίδω και τον εαυτό μου και το κοινό μου. Ήθελα να σκεφτώ τι θέλω, να δω αν θέλω να συνεχίσω να τραγουδάω.
 
 
– Θυμάστε τη μέρα ή το βράδυ που πήρατε συνειδητά την απόφαση να μείνετε μακριά; Δεν έγινε ένα συγκεκριμένο περιστατικό, αν αυτό ρωτάς. Θυμάμαι πως όταν έβγαινα στη σκηνή εκείνη την εποχή ένιωθα σαν ρομπότ. Δεν ήθελα ό,τι κάνω να το κάνω μηχανικά. Έτσι σταμάτησα για 5 χρόνια. Άλλαξε εντελώς το πώς βλέπω την πορεία μου μέσα στο τραγούδι και μέσα σε αυτή την τέχνη. Είχα πει ότι θα εμφανίζομαι όταν έχω ανάγκη να το κάνω. Όταν υπερχειλίζω από συναισθήματα και θέλω να τα βγάλω στη σκηνή. Το να βγαίνω και να λέω το «Δρόμοι Παλιοί» απλά για να το λέω, δεν μου λέει κάτι, ούτε και στον κόσμο. Είναι το τραγούδι που με σημάδεψε, το λατρεύω αλλά θέλω να έχω λόγο που το λέω. Γι’ αυτό και όταν εμφανίζομαι στη σκηνή πια δεν ψάχνω την τέλεια νότα αλλά να είμαι αληθινή. Αυτός είναι ο σκοπός, δεν θέλω να κάνω κάτι ψεύτικο αλλά να βγάζω την αλήθεια μου. 
 
– Αυτό ήταν κάτι που νιώσατε στο παρελθόν; Κάποιες φορές ένιωθα κουτσουρεμένη, λες και δεν είχα συναισθήματα. Ήμουν καλή τραγουδίστρια, αυτό το ήξερα. Γινόταν όμως με ένα μηχανικό τρόπο. Υπήρχε κούραση γιατί έτρεχα απ’ το ένα στο άλλο, δεν προλάβαινα να αφομοιώσω τα πράγματα και έτσι έγινε ό,τι έγινε. Για να είμαι όμως ειλικρινής, δεν είπα ποτέ ότι σταματάω. Βγήκε απολύτως φυσικά γιατί όταν είπα βάζω τελεία δεν φανταζόταν κανείς ότι θα έλειπα 5 χρόνια. Εδώ, ούτε εγώ η ίδια το ήξερα. Δεν ήξερα αν θα έχω το κέφι να τραγουδήσω ξανά και αυτό ισχύει μέχρι σήμερα. Δεν ξέρω αν μετά απ’ αυτή την παράσταση που θα παρουσιάσω στην Κύπρο και τη Θεσσαλονίκη θα κάνω ξανά κάτι ή αν αυτή θα είναι η τελευταία μου φορά.
 
– Μιας και ήσασταν όμως στο peak σας, δεν σας έψαχναν για συνεργασίες, για εμφανίσεις; Είπα πάρα πολλά όχι. Μετά δεν με έβρισκαν… Και όταν η πρόταση έφτανε μέσω φίλων και ανθρώπων που ήξεραν πού να με βρουν, έλεγα πως δεν είμαι καλά και δεν θέλω να τραγουδήσω. Δεν είμαι απ’ τους καλλιτέχνες που νομίζουν πως αν δεν είσαι καλά τότε θα βγει η αληθινή τέχνη. Δεν θέλω να δίνω στον κόσμο κακή, πεσιμιστική ενέργεια. Φως θέλω να δίνω, ακόμα και αν κάποιες φορές τραγουδάω για πράγματα που δεν ήταν τόσο φωτεινά. Ο κόσμος έχει τα δικά του προβλήματα, η κατάθλιψη έχει κυριεύσει τη νεολαία γι’ αυτό θέλω να δίνω την ελπίδα. Εγώ που πέρασα τόσα, είμαι εδώ. Πρέπει να βρίσκει κανείς για ποιο πράγμα είναι ταγμένος και να κάνει αυτό που πραγματικά θέλει, ακόμα και αν πρέπει να αλλάξει δρόμο στη ζωή. 
 
– Ακούγοντάς σας να μιλάτε με τόση ευκολία αναρωτιέμαι… Για να μιλάω με ευκολία το βίωσα δύσκολα. Δεν ήθελα να τραγουδήσω, εγώ που τόσο αγαπούσα το τραγούδι. Τότε ήμουν στην Κύπρο και ως θεραπεία ξεκίνησα να τραγουδάω σε παρέες, μαζί με άλλους. Άρχισα να ενώνομαι με τον κόσμο και να βρίσκω τον εαυτό μου. Ευτυχώς η Λεμεσός έχει τραγουδιστάδες!
 
 
– Αναρωτιέμαι όμως πώς βρίσκει κανείς τελικά το δρόμο του στη ζωή γιατί υπάρχει και ένα πρακτικό θέμα, το βιοποριστικό. Σαφώς! Γι’ αυτό λέω ότι δεν είναι εύκολο γιατί καλομαθαίνεις. Είσαι επώνυμος, αναγνωρίσιμος και αυτό είναι ωραίο. Αυτό πια δεν το έχω… Και σήμερα δεν με ενοχλεί καθόλου. Αλλά για να φτάσω σε αυτό το στάδιο πέρασα πολλά που με πείραζαν. Με πείραζε που ήθελα να τραγουδήσω σε ένα θέατρο και δεν μου το δίνανε γιατί πια δεν ήμουν εμπορική, δεν ήμουν τόσο γνωστή, δεν έφερνα τον κόσμο που θα έπρεπε να φέρνω ή δεν με εμπιστεύονταν ότι μπορώ να τον φέρω. Τώρα λίγο άλλαξε το πράγμα και άρχισαν να με εμπιστεύονται παρότι τραγουδάω ακόμα πιο αραιά. Είναι δύσκολος και επίπονος ο δρόμος. Ναι μεν ξεκουράζεσαι, γεμίζεις μπαταρίες, αλλά απ’ την άλλη χάνεις πράγματα. Πρέπει να είσαι αποφασισμένος…
 
– Ακούγοντάς σας τόση ώρα, δεν μπορώ να μην αναρωτηθώ. Είστε μια ρομαντική τραγουδίστρια που κυνηγάει ανεμόμυλους στο λιβάδι της μουσικής κυρία Ζορμπαλά; Καθόλου ρομαντική δεν είμαι, παρόλο που ξέρω ότι ο κόσμος αυτή την εικόνα έχει για μένα. Είμαι προσγειωμένη, ένας πρακτικός άνθρωπος που δουλεύω σκληρά κάθε φορά που κάτι θέλω να κάνω. Ο ρομαντισμός δεν ξέρω από πού βγαίνει. Ίσως είναι λιγάκι αυτό το ρώσικο, λιγάκι Ντοστογέφσκυ, απομεινάρια απ’ το μπαλέτο που έκανα παιδί, που ήταν και ο πρώτος μου έρωτας. 
 
– Αλήθεια, στην παράσταση θα ακούσουμε και ρώσικα τραγούδια; Όχι, εκτός και αν θέλει ο κόσμος. Στη Ρωσία και η μαμά μου και εγώ τραγουδούσαμε ελληνικά γιατί θέλαμε να κρατήσουμε την ελληνική ταυτότητα. Και μέσα απ’ την παράσταση βγαίνει αυτό. Η ταυτότητά μου είναι ελληνική, έκλεισα και αυτό τον κύκλο. Ομολογώ πως είχα ένα μπέρδεμα ταυτότητας για χρόνια. Γεννήθηκα και μεγάλωσα στη Ρωσία, δούλεψα στην Ελλάδα, ζω στην Κύπρο εδώ και 27 χρόνια με τον άνθρωπό μου. Δεν ήξερα πού ανήκω απόλυτα. Με αυτή την παράσταση, ξεκαθάρισε η εικόνα. 

* Οι παραστάσεις της Μαργαρίτας Ζορμπαλά θα πραγματοποιηθούν: 15/2 – Παττίχειο  Θέατρο Λεμεσού (25377277, soldoutickets.com.cy), 17/2 – Δημοτικό θέατρο Λάρνακας και 19/2 -Δημοτικό Θέατρο Στροβόλου (77777040, Tickethour.com.cy). Ώρα έναρξης: 20:30.