Με αφορμή την εμφάνισή του στο Δημοτικό Θέατρο Στροβόλου την Τρίτη 19 Μαρτίου μαζί με τους Λένα Αλκαίου, Τάνια Τρύπη και τον βαρύτονο Νικόλα Καραγκιαούρη, αλλά και τις εμφανίσεις του μαζί με τον Μίμη Πλέσσα στο Γυάλινο Μουσικό Θέατρο στην Αθήνα στη μουσική παράσταση «7 και… με 10 και…» επίσης με Αλκαίου και Καραγκιαούρη, ο Γιώργος Κατσαρός αυτοσυστήνεται μέσα από το γνώριμο παιχνίδι μονολεκτικών ερεθισμάτων-ερωτήσεων και αυθόρμητων συνειρμικών απαντήσεων.

Απολογισμός: «Ξεκίνησα πολύ μικρός από την Κέρκυρα παίζοντας βιολί σε ηλικία 7 ετών και καθώς μεγάλωνα και σπούδαζα μουσική, στα 11, πήρα το σαξόφωνο. Ήρθα στην Αθήνα, μπήκα στο Πάντειο Πανεπιστήμιο, στο Ωδείο Αθηνών και από εκεί κι έπειτα άρχισε η σταδιοδρομία μου στο θέατρο, στον κινηματογράφο, στις διάφορες σκηνές, έτσι που πλέον μετράω γύρω στα 1.500 τραγούδια σε κυκλοφορίες δίσκων, 110 μουσικές συνθέσεις για ταινίες και άλλες 100 για θεατρικά έργα. Παρότι ακούγονται αρκετά, στον απολογισμό μου εμένα μου φαίνεται σαν να μην έχω κάνει τίποτα, σαν να ξεκινάω τώρα. Αγαπάω πάρα πολύ τη μουσική, γι’ αυτό δεν αισθάνομαι καθόλου να με έχει κουράσει όλα αυτά τα χρόνια».

Βλαχοπούλου – Βουγιουκλάκη: «Με τη Ρένα Βλαχοπούλου και την Αλίκη Βουγιουκλάκη συνεργαστήκαμε στο θέατρο και στον κινηματογράφο και μας συνέδεε φιλία πολλών ετών. Και οι δύο αυτές γυναίκες ήταν μυθικά πρόσωπα για το κοινό τους. Ο κόσμος τις λάτρευε. Για μένα ήταν δύο πολύ καλές συνεργάτιδες και φίλες, οι οποίες είχαν ένα κοινό σημείο. Και οι δύο έπαιζαν τον εαυτό τους στους ρόλους τους. Επίσης, ήταν πολύ καλές ψυχές και οι δύο, βοηθούσαν πολύ κόσμο, χωρίς μάλιστα αυτό να έχει γίνει γνωστό. Μάλιστα για τη Βλαχοπούλου έλεγαν ότι ήταν τσιγκούνα, αλλά αυτό δεν ήταν σωστό, γιατί είχε προσφέρει πολλές φορές τα διαμερίσματα που είχε στην Αθήνα σε κόσμο που δεν είχε να πληρώσει. Ομοίως και η Αλίκη. Μετά από κάθε της παράσταση, υπήρχαν άνθρωποι που την περίμεναν στο καμαρίνι της για να τους βοηθήσει και αυτή πάντα ανταποκρινόταν».

Γεννήθηκα: «Στις 7 Μαρτίου το 1934, στην Κέρκυρα. Την ημέρα που γεννήθηκα ήταν να γεννηθεί στα ανάκτορα του Μον Ρεπό, όπου παραθέριζαν οι βασιλείς, ένα πριγκιπόπουλο. Ο γιατρός που θα ξεγεννούσε τη μητέρα μου, θα ξεγεννούσε και την πριγκίπισσα στο Μον Ρεπό. Βιαζόταν λοιπόν να τελειώσει με τον τοκετό της μητέρας μου για να πάει στα Ανάκτορα. Η μητέρα μου όμως είχε πολύ δύσκολη γέννα και κανονικά δεν θα ζούσα. Όμως, η μητέρα του πατέρα μου, η νόνα μου, ήταν μαμή και παρευρέθηκε στη γέννα. Αυτή ήταν που με κράτησε στη ζωή με τα γιατροσόφια που ήξερε».

Δουλειά: «Οι συνεργάτες μου με αποκαλούν «εργάτη». Φτάνω πάντα στις πρόβες ή στις ηχογραφήσεις πρώτος από όλους και φεύγω τελευταίος. Αυτό που λέω συχνά είναι ότι αν δεν υπάρχει χαμόγελο πάνω στη σκηνή, το αποτέλεσμα δεν είναι καλό».

Ευτυχία: «Ευτύχησα να κάνω μια οικογένεια όπως την ήθελα. Παντρεύτηκα ένα πανέμορφο κορίτσι το οποίο το είδα και θαμπώθηκα στην επιθεώρηση «Να τι δεν είχες Αθήνα» των Ασημακόπουλου, Σπυρόπουλου, Παπαδούκα. Τότε ήταν 16 ετών, πολύ μικρή. Μετά από ενάμιση χρόνο, το 1966, παντρευτήκαμε. Ήταν ένας ευτυχισμένος γάμος που κράτησε 50 χρόνια, μέχρι που την έχασα πριν από ενάμιση χρόνο. Κάναμε δύο παιδιά, τον Αντώνη, που είναι δημοσιογράφος και τον Αλέξανδρο, που είναι σκηνοθέτης. Από τα παιδιά μου έχω τρία εγγόνια. Πλέον ζω μόνος. Η ζωή είναι δύσκολη όταν δεν έχεις συντροφιά. Μου στοίχισε πολύ ο θάνατος της γυναίκας μου. Δεν μπορούσα να μείνω σπίτι μετά τον θάνατό της. Έμενα σε ένα ξενοδοχείο δίπλα στο σπίτι μας επί δέκα μήνες».

Eurovision: «Ήμουν για χρόνια πρόεδρος στις επιτροπές της Eurovision, από όπου είχαν περάσει σπουδαίες φωνές, από τη Νάνα Μούσχουρη και τη Σελίν Ντιόν έως τη Βίκυ Λέανδρος. Τότε, δίναμε έμφαση στη φωνή του καλλιτέχνη. Σήμερα, επικρατούν τα σκηνοθετικά τρικ, οι εντυπωσιακές χορογραφίες, τα φανταχτερά κοστούμια. Επίσης, για μένα, είναι λάθος που στην Ελλάδα γίνεται ανάθεση και δεν γίνεται πλέον διαγωνισμός για το τραγούδι που θα πάει στη Eurovision. Και το λέω αυτό παρότι κι εγώ με ανάθεση πήγα το 1974 με τη Μαρινέλλα, με το «Λίγο κρασί, λίγο θάλασσα και τ’ αγόρι μου», που αποτέλεσε και την πρώτη συμμετοχή της Ελλάδας στον διαγωνισμό. Όμως, είναι πιο σωστό να γίνεται πανελλαδικός διαγωνισμός και να δίνεται η ευκαιρία σε όλους όσοι θέλουν να συμμετέχουν. Τώρα, γίνεται ανάθεση, γιατί η δισκογραφική εταιρεία που αναλαμβάνει τον τραγουδιστή να πάει στον διαγωνισμό είναι αυτή που αναλαμβάνει όλα τα έξοδα. Δεν πληρώνει η ΕΡΤ».

Ζηλεύω: «Έχω ζηλέψει στις σχέσεις μου. Είμαι Ιχθύς στο ζώδιο, μπορεί να είναι ζωδιακό το θέμα. (χαμογελά) Τώρα, στη δουλειά μου ποτέ δεν έχω ζηλέψει συνάδελφο, παρόλο που υπάρχουν τραγούδια που θα ήθελα να τα έχω γράψει εγώ. Αλλά αυτό δεν το θεωρώ ζήλια, αλλά εκτίμηση, θαυμασμό».

Ήρωες: «Έχω ασχοληθεί με το έπος του ’40 και έχω γράψει τραγούδια που έχει τραγουδήσει η Μαρινέλλα με τίτλο «Αλβανία», σε στίχους Πυθαγόρα. Καυχιέμαι γι’ αυτή τη δουλειά, γιατί πιστεύω ότι αυτοί ήταν πραγματικοί ήρωες, οι Έλληνες στρατιώτες που πολέμησαν στα Αλβανικά σύνορα το ’40 προφυλάσσοντας την πατρίδα μας από τον κατακτητή με τη ζωή τους».

Θάνατος: «Ξέρω ότι κι εγώ κάποια στιγμή θα φύγω από αυτόν τον κόσμο και καθόλου δεν με τρομάζει αυτή η σκέψη. Είμαστε περαστικοί από τη ζωή».

Ιθάκη: «Έχω γράψει ένα τραγούδι, ”Τα Κύθηρα ποτέ δεν θα τα βρούμε”. Τις Ιθάκες ή τα Κύθηρα δύσκολα τα βρίσκουμε. Μπορεί να είμαστε δίπλα τους, αλλά για κάποιο λόγο δεν φτάνουμε».

Κύπρος: «Στις 19 Μαρτίου θα έρθω πάλι στην Κύπρο, με εκλεκτή παρέα, τους Λένα Αλκαίου, Τάνια Τρύπη και τον βαρύτονο Νικόλα Καραγκιαούρη, με τη μέριμνα του Σωματείου Κοινωνική Μέριμνα Αγ. Ομολογητών, ένα φιλανθρωπικό, μη κερδοσκοπικό σωματείο, το οποίο αποτελείται από εθελόντριες που δίνουν φροντίδα σε παιδιά. Είμαι πολύ χαρούμενος που συμμετέχω και προσφέρω κι εγώ σε αυτή την εκδήλωση».

Λάθη: «’Ο,τι λάθη έχω κάνει στη δουλειά μου, θα ήθελα να τα ξανακάνω, γιατί τα λάθη σε διορθώνουν, σε προχωρούν, αν τους δώσεις τη δέουσα προσοχή. Επίσης, όταν κάνω κάποιο λάθος, ζητάω πάντα συγγνώμη. Το θεωρώ αυτονόητο».

Μαγειρεύω: «Είμαι γιος μάγειρα, ο οποίος πέθανε νέος εξαιτίας του πολέμου του ’40. Στην Κέρκυρα είχαμε ιταλική Κατοχή και πρωί-απόγευμα περνούσε από το Κέντρο της πόλης η ιταλική σημαία για να πάει στο Φρούριο να γίνει έπαρση και υποστολή. Όταν περνούσε η σημαία, όποιος βρισκόταν στον δρόμο έπρεπε να τη χαιρετήσει φασιστικά. Ο πατέρας μου δεν χαιρετούσε, τον είχανε μαρκάρει οι Ιταλοί, τον χτύπησαν άσχημα, έπαθε φυματίωση και πέθανε 40 ετών. Το μαγειρείο του πατέρα μου, που ήταν κάτω από το σπίτι μας, σε κεντρικό καντούνι της πόλης της Κέρκυρας, το ανέλαβε τότε η μητέρα μου που ήταν 30 ετών και εκεί τρώγαμε πάντα, όχι στο σπίτι μας, γιατί η μητέρα μου δούλευε για να μας μεγαλώσει. Τώρα το μαγειρείο μας στην οδό Σεβαστιανού λειτουργεί ως ζαχαροπλαστείο».

Μούσχουρη Νάνα: «Η μητέρα της είναι το γένος Κατσαρού. Ο πατέρας μου και η μητέρα της ήταν πρώτα ξαδέρφια κι εγώ με τη Νάνα Μούσχουρη είμαστε δεύτερα ξαδέρφια. Μαζί μεγαλώσαμε, μαζί πηγαίναμε στο Ωδείο».

Νέα Γενιά: «Είναι πολύ λυπηρό που τόσα νέα παιδιά φεύγουν στο εξωτερικό λόγω κρίσης και χάνουμε τη βάση μας. Θα πρέπει να κάνουμε ό,τι μπορούμε, αυτά τα παιδιά να επιστρέψουν στον τόπο τους και να βοηθήσουν τη χώρα μας».

Ξεκουράζομαι: «Δεν θυμάμαι ποτέ στη ζωή μου να έχω ξεκουραστεί. Ποτέ δεν απέφυγα να κάνω την ίδια μέρα και δύο και τρεις διαφορετικές δουλειές. Ξεκινούσα το πρωί με ηχογραφήσεις στο στούντιο, μετά στο θέατρο και στη συνέχεια σε κάποιο νυχτερινό κέντρο. Γι’ αυτό λέω ότι τα παιδιά μου δεν τα μεγάλωσα εγώ αλλά η γυναίκα μου».

 

Όχι: «Τα ”όχι” που κατά καιρούς έχω πει ήταν όλα προσεγμένα και μελετημένα και δεν έχω μετανιώσει για κανένα. Έχω πει αρκετά, γιατί είχα και αρκετές προτάσεις δουλειάς. Το ”όχι” το έχω πει και εύκολα και δύσκολα».

Πολιτισμός: «Είμαι Επίτιμος Πρόεδρος του Πανελλήνιου Μουσικού Συλλόγου, εκλεγμένος αντιπρόεδρος της Εταιρείας Ελλήνων Θεατρικών Συγγραφέων, έχω χρηματίσει αντιδήμαρχος στον Δήμο Αθήνας επί δημαρχίας Νικήτα Κακλαμάνη, όπου έκανα ρεκόρ, 525 συναυλίες σε 4 χρόνια, δημιούργησα στον Δήμο Συμφωνική Ορχήστρα, Χορωδία, Λαϊκό Εργαστήριο. Επίσης, έφτιαξα τα Μουσικά Σχολεία, 11 συνολικά ανά την Ελλάδα, κατά τη θητεία μου στο Υπουργείο Παιδείας επί 4 χρόνια ως πρόεδρος των Μουσικών Σχολείων. Κουράστηκα πολύ, τσακώθηκα πολύ, συνάντησα πολλές αγκυλώσεις και τρικλοποδιές, αλλά το έκανα για το καλό των παιδιών. Και τώρα είχα μία πρόταση για την Αντιδημαρχία της Αθήνας, αλλά αρνήθηκα γιατί δεν θα το άντεχα».

Ρίζες: «Πιστεύω ότι το ελληνικό παραδοσιακό τραγούδι, που είναι συνέχεια της βυζαντινής μουσικής, είναι από τα ωραιότερα στον κόσμο. Λατρεύω το ηπειρώτικο τραγούδι. Με το σαξόφωνο έχω παίξει στην Αμερική παραδοσιακά ελληνικά τραγούδια διασκευασμένα σε τζαζ και έχω μπει σε δίσκο (”Sax for Lovers”) με τους 10 καλύτερους σαξοφωνίστες στον κόσμο».

Σημειωματάριο: «Με έχει σώσει πολλές φορές. Συμβαίνουν τόσα πολλά πράγματα και στη δουλειά μας και στη ζωή μας, που πρέπει να σημειώνουμε τις υποχρεώσεις που έχουμε κάθε μέρα, για να μην εκτεθούμε απέναντι στους άλλους. Θα μπορούσα να χρησιμοποιώ και το κινητό για να καταγράφω τις ημερήσιες υποχρεώσεις μου, αλλά δεν έχω πολλή σχέση με την τεχνολογία, οπότε εμπιστεύομαι τον παλιό τρόπο και καταγράφω τα πάντα στο τεφτέρι μου».

Τηλεπαιχνίδια: «Δεν τα παρακολουθώ. Ειδικά όσον αφορά στους μουσικούς τηλεδιαγωνισμούς, το πράγμα έχει παραγίνει. Μπορεί να αποτελεί μιαν ωραία τηλεοπτική διασκέδαση, αλλά σε αυτή τη διασκέδαση υπάρχουν πολλά θύματα, όλα αυτά τα νέα παιδιά που συμμετέχουν. Κάποια από αυτά είναι πολύ ταλαντούχα, αλλά πλέον η αγορά έχει περιοριστεί πάρα πολύ και όταν σβήνουν τα φώτα του τηλεσόου δύσκολα βρίσκουν δουλειά. Εταιρείες δίσκων δεν υπάρχουν, εκτός από δύο-τρεις, αλλά και που υπάρχουν, πλέον την παραγωγή πρέπει να την πληρώσει ο ίδιος ο καλλιτέχνης. Η εταιρεία, εφόσον της αρέσει η δουλειά ενός καλλιτέχνη, αναλαμβάνει μόνο την υποχρέωση να τη διαφημίσει. Επίσης, είναι και το άλλο. Παλιά λέγαμε, ”έλα να σε ακούσουμε, για να δούμε αν κάνεις για το τραγούδι”. Τώρα λένε, έλα να σε δούμε”. Αυτή η διαφορά, η μετατόπιση από τη φωνή στην εικόνα, είναι καταστροφική για τους νέους καλλιτέχνες αλλά και για το τραγούδι. Το ελληνικό τραγούδι έχει πάρει την κατηφόρα».

Ύπνος: «Δεν τον έχω χορτάσει ποτέ. Λόγω της δουλειάς μου και των ωραρίων της, έχω ξενυχτήσει πολύ όλα αυτά τα χρόνια. Γιατί ναι μεν το πρόγραμμα μπορεί να τέλειωνε στις 2.00 ή 3.00 τα ξημερώματα, αλλά αν δουλεύεις στη ”Νεράιδα” και τηλεφωνεί ο Ωνάσης ότι έρχεται από το Παρίσι και να τον περιμένουμε, ε, το πρόγραμμά μας έπαιρνε μέχρι τις 8.00 το πρωί. Για ποιον ύπνο μιλάμε, όταν αμέσως μετά στις 9.00 έπρεπε να πάω στο στούντιο; Αυτό γινόταν για πολλά χρόνια».

Φως: «Στη ζωή μας, ακόμα και μετά από το πιο βαθύ και σκοτεινό τούνελ, υπάρχει πάντα ένα φως».

Χρόνος: «Επένδυσα τον περισσότερο χρόνο μου στη δουλειά μου παρά στην απόλαυση της ζωής μου. Ήταν απαραίτητο να γίνει έτσι, γιατί ήμουν ένα φτωχό παιδί που έπρεπε να εκμεταλλευτεί τον χρόνο του επενδύοντας στη δουλειά και στη μόρφωσή του».

Ψέματα: «Δεν μπορώ να πω ότι δεν έχω πει ψέματα στη ζωή μου, αλλά όσα ψέματα είπα, δεν ήταν για κακό, για να βλάψω κάποιον».

Ωνάσης: «Ήμουν αγαπημένος του. Με καλούσε στο Παρίσι σε διάφορες εκδηλώσεις, με έπαιρνε τηλέφωνο και πηγαίναμε στον Σκορπιό να παίξουμε. Ο Ωνάσης ήταν γλεντζές, ήξερε να διασκεδάζει και να απολαμβάνει τη ζωή, αλλά παράλληλα ήταν και πολύ σοβαρός, χαμηλών τόνων, δεν έκανε επίδειξη του πλούτου του».

* Ο Γιώργος Κατσαρός τραγουδά για το Σωματείο Κοινωνικής Μέριμνας Αγ. Ομολογητών, την Τρίτη, 19 Μαρτίου, στο Δημοτικό Θέατρο Στροβόλου, 20:00. Εισιτήρια: www.tickethour.com.cy

 
iob29@yahoo.com