«Η Αλεξάνδρεια είναι πόλη έμπνευσης αρκεί να την προσεγγίσεις με τα μάτια της ψυχής και να την ιχνηλατήσεις πίσω από την τουριστική βιτρίνα».
– Τι σας σπρώχνει να αρχίσετε κάθε φορά το γράψιμο; Μια ιδέα που έχει φτάσει στην πλήρη ωρίμανσή της αλλά κυρίως μια ιδέα που μ’ έχει πραγματικά ενθουσιάσει.
– Και αυτή τη φορά με το «Οι Αλεξανδρινές»; Ποια ήταν η αφορμή; Αφορμή στάθηκε μια προσωπική έρευνα που έκανα επί σειρά ετών γύρω από την παροικία της Αλεξάνδρειας και τη ζωή των Ελλήνων εκεί. Στην πορεία με γοήτευσε η όλη διαδικασία και επεκτάθηκα και σε άλλες πόλεις της Αιγύπτου όπου υπήρχε Ελληνισμός.
– Τι είναι εκείνο που σας γοήτευσε στην Αλεξάνδρεια για να τη χρησιμοποιήσετε ως φόντο της ιστορίας σας; Η Αλεξάνδρεια είναι πόλη έμπνευσης αρκεί να την προσεγγίσεις με τα μάτια της ψυχής και να την ιχνηλατήσεις πίσω από την τουριστική βιτρίνα. Επιπλέον η πόλη, μου είναι αρκετά οικεία, έτσι είχα τη δυνατότητα να δώσω στον αναγνώστη πολλά κι ενδιαφέροντα στοιχεία.
– Ποιο ήταν το πιο δύσκολο κομμάτι κατά τη διάρκεια της συγγραφής; Τα μεσοδιαστήματα που αναγκάστηκα να φρενάρω τη ροή της μυθιστορίας προκειμένου να διασταυρωθούν από πολλές και διαφορετικές πηγές τα πολιτικά γεγονότα της εκάστοτε εποχής.
– Υπάρχουν στοιχεία του εαυτού σας ή της ζωής σας στα πρόσωπα του βιβλίου σας; Στοιχεία του εαυτού μου και της ζωής μου όχι, ούτε υπάρχουν και βασικά κλειδιά της ιδιοσυγκρασίας μου. Θα ήταν πολύ ανιαρό για μένα να στερηθώ τη χαρά που μου προσφέρει η ανακάλυψη των χαρακτήρων που παίρνουν μέρος στο βιβλίο. Οι χαρακτήρες είναι φανταστικοί, δομημένοι- πρακτικά και συναισθηματικά- με τέτοιο τρόπο ώστε να ανταποκρίνονται με συνέπεια στα αληθινά γεγονότα.
– ∆είτε τον εαυτό σας ως φάντασµα. Σε ποιου συγγραφέα την πλάτη θα θέλατε να έχετε σκύψει για να δείτε πώς δουλεύει; Στου Γάλλου μυθιστοριογράφου Γκυστάβ Φλωμπέρ, την εποχή που έγραφε τη «Μαντάμ Μποβαρύ» σκιαγραφώντας τα κοινωνικά ταμπού της γαλλικής κοινωνίας.
– Ποιο βιβλίο διαβάσατε πρόσφατα και σας ενθουσίασε; Τη νουβέλα του Ρομπέρτο Βεκιόνι «Ο Βιβλιοπώλης του Σελινούντα», πρόκειται για μια εξαιρετική παραβολή ενάντια στην ψυχολογία της μάζας.
Φιλgood, τεύχος 230.