Με αφορμή την παράσταση «Λωξάντρα» που έρχεται για τρεις παραστάσεις στην Κύπρο, η πρωταγωνίστρια, Ελένη Κοκκίδου, μας μιλά για την εμβληματική αυτή φυσιογνωμία, τις αξίες και αρετές που ανήκουν πια στον παρελθόν, αλλά και την απόφασή της να γίνει ηθοποιός, εξερευνώντας συνεχώς την ανθρώπινη φύση.
 
– Τι μαθήματα παίρνει ο θεατής μέσα από την ιστορία της Λωξάντρας; Μαθήματα αγάπης. Αγάπης για τους ανθρώπους, οποιασδήποτε φυλής, φύλου, ηλικίας, θρησκείας. Μαθαίνουμε επίσης την αγάπη για την οικογένεια. Η οικογένεια της Λωξάντρας είναι πολύ δεμένη, την οποία κρατά η ίδια με την τεράστια αγάπη, φροντίδα και έγνοια της. Μιλάμε για μια μητριαρχική οικογένεια, ο βασιλιάς της είναι αυτή. Η Λωξάντρα ήταν μια γυναίκα που ήθελε δικαιοσύνη μέσα στην οικογένεια. Καλούσε αυτούς που είχαν τα περισσότερα να δώσουν σε αυτούς που είχαν λιγότερα, ενώ όταν υπήρχε κίνδυνος, γινόταν σκύλα προκειμένου να σώσει τους ανθρώπους της.
 
– Για ποια πράγματα τη θαυμάζετε εσείς; Για όλα αυτά και για τη δύναμη της ψυχής της. Που δεν το έβαλε ποτέ κάτω. Πέρασαν πόλεμοι, πέρασαν θάνατοι πολλοί κι αυτή κρατούσε ψηλά τη σημαία. Ένα άλλο πράγμα που θαυμάζω σε αυτήν ήταν ο τρόπος που πρόσφερε σε όλους τους ξένους, είτε ήταν Τούρκοι, είτε Εβραίοι ή Αρμένιοι. Έδινε ό,τι μπορούσε στον φτωχό και στον αδύναμο με έναν καλό λόγο, ένα ωραίο καφέ και τα ωραία φαγητά και γλυκά της.
– Πόσα έχουν αλλάξει από τότε; Οι άνθρωποι ζούμε μόνοι μας πια, δεν στηριζόμαστε ο ένας στον άλλο, στις οικογένειες υπάρχει ο βασικός πυρήνας, της μαμάς, του μπαμπά και των παιδιών, άντε να μπει και μια γιαγιά μέσα. Τότε μέρος της ήταν όλοι οι συγγενείς, οι πιο κοντινοί και οι πιο μακρινοί, και ο ένας ενδιαφερόταν για τον άλλον. Οι άνθρωποι πια ζούνε αλλιώς, είμαστε πολύ μόνοι μας. Το κυριακάτικο τραπέζι που είχα ζήσει εγώ, δύσκολα θα το συναντήσεις πια.
 
– Ποια είναι η Λωξάντρα της σύγχρονης εποχής; Λωξάντρες είναι όλες οι μάνες οι οποίες στηρίζουν τους ανθρώπους τους. Η γυναίκα από τη Συρία που έρχεται από την Τουρκία στην Ελλάδα ή στην Ιταλία και βαστά τα τρία και τέσσερα παιδιά της μέσα τη βάρκα, που μπορεί να γεμίσει νερά και να βυθιστεί, δεν είναι Λωξάντρες; Δεν είναι προστάτιδες; Η Λωξάντρα έζησε σε πολύ ταραγμένες εποχές. Και τώρα όμως, ζούμε παράλληλα πράγματα δίπλα μας. Εσείς τα βιώσατε το 1974, οι Σύροι σήμερα… Τι να πει κανείς; Αυτό το πράγμα δεν σταματά ποτέ.
 
– Ποια είναι η αγαπημένη σας σκηνή από την παράσταση; Η αγαπημένη ατάκα; Όταν ζητά η Λωξάντρα από τον γιο της τον πλούσιο να παντρέψει τις ανιψιές της ή να στηρίξει τον αδελφό του, αυτός της λέει «κάτι για εσένα να ζητήσεις, τον εαυτό σου να κοιτάς, άσε τους άλλους!». Και αυτή του απαντά, «μα ο εαυτός ο δικός μου, οι άνθρωποί μου είναι». Δηλαδή εγώ είμαι οι άλλοι, δεν είμαι μόνη μου, είμαι όλοι οι άνθρωποί μου μαζί. Όταν αυτοί είναι καλά, είμαι κι εγώ καλά.
 
– Σε σχέση με τα τηλεοπτικά, πώς νιώθετε που η Μουρμούρα συνεχίζει για 7η χρονιά; Χαρούμενη νιώθω, δεν πιστεύαμε ποτέ ότι θα κρατούσε τόσο πολύ. Αλλά ο κόσμος την έχει συνηθίσει, την αγαπά πολύ και δεν μπορεί να σκεφτεί ότι θα σταματήσει. Έχουμε μπει στα σπίτια των ανθρώπων και ο κόσμος μας θέλει εκεί γιατί του θυμίζουμε σκηνές από τη δική του ζωή.
 
– Έχετε αγαπήσει τη Βούλα; Πολύ, γιατί είναι ανήσυχη, ακολουθεί το παρόν, τη νεότητα και της αρέσει να παίζει με τον συμβίο της. Τον αγαπά πάρα πολύ, είναι πιο πολύ ζωντανή γυναίκα, πειραχτήρι και κάνει τη ζωή τους συνεχώς ενδιαφέρουσα.
– Γιατί γίνατε ηθοποιός; Γιατί αυτή ήταν η κλίση μου. Από παιδί παρακολουθούσα τους ανθρώπους, πώς μιλούσαν, πώς συμπεριφέρονταν, πώς ένιωθαν, με απασχολούσαν πάντα. Επίσης, νομίζω πως έγινα ηθοποιός γιατί μέσα από αυτή τη δουλειά ανακαλύπτω συνεχώς την ανθρώπινη φύση και συνεπώς τον εαυτό μου. Έχουμε πολλά πρόσωπα, ξέρετε, εν δυνάμει, όλοι μας. Ο ηθοποιός ανακαλύπτει αυτά τα πρόσωπα και αυτή είναι η διαφορά του από τους υπόλοιπους ανθρώπους.
 
– Ήταν δύσκολος ο δρόμος; Πολύ δύσκολος. Καλείσαι πάντα να βάλεις το κεφάλι σου στον πάγκο του χασάπη. Είναι τρομερή η έκθεση ενός ηθοποιού, βγάζει τον εαυτό του στη φόρα, κρίνεται συνεχώς. Ο ηθοποιός λειτουργεί με το σώμα του, την ψυχή του, το νευρικό του σύστημα, την καρδιά του, δεν έχει ένα μέσο μέσω του οποίου να εκφράζεται, όπως ο μουσικός ή ο ζωγράφος. Το όργανό του είναι ο ίδιος κι αυτό είναι πολύ δύσκολο πράγμα.
 
INFO: 19 Σεπτεμβρίου, 20:30, Λάρνακα, Παττίχειο Δημοτικό Αμφιθέατρο. 20 Σεπτεμβρίου, 20:30, Λευκωσία, Αμφιθέατρο Μακαρίου Γ’. 21 Σεπτεμβρίου, 20:30, Λεμεσός, Δημοτικό Κηποθέατρο. Εισιτήρια: www.tickethour.com.cy & ACS Couriers.
 
Περιοδικό Go, τεύχος 80.