Η κορυφαία Ελληνίδα πρωταγωνίστρια, με αφορμή την προβολή της ταινίας «Σμύρνη μου, αγαπημένη» και στην Κύπρο, εξηγεί πώς είναι να κάνεις τη μεγαλύτερη θεατρική επιτυχία στην Ελλάδα -sold out για τρία συνεχή χρόνια-, και να συνεχίζεις με μία κινηματογραφική υπερπαραγωγή διεθνών προδιαγραφών – που κόστισε όσο καμία άλλη έως τώρα.
– Πώς ήταν να προετοιμάζεστε -ως ηθοποιός καταρχάς- γι’ αυτή την ταινία; Ως ηθοποιός, δεν ήταν το πιο δύσκολο για μένα. Γιατί είναι ένας ρόλος που έχω παίξει στο θέατρο από το 2014 μέχρι τώρα, κι είναι σα να τον ξέρω αυτό τον άνθρωπο, τη Φιλιώ· είναι σα να την έχω ζήσει αυτή τη γυναίκα. Το δύσκολο ήταν το σενάριο, όχι ο ρόλος. Μελέτησα πάρα πολύ αυτή την εποχή, πολύ μεθοδικά, και από πάρα πολλές πλευρές γιατί, συνήθως, οι Έλληνες έχουμε την τάση να προσάπτουμε όλο το κακό στις άλλες χώρες κι εμείς να είμαστε «οι καλύτεροι». Όχι ότι δεν πιστεύω πως έχουμε πάρα πολλά προτερήματα, αλλά, γενικά, θεωρώ ότι μπορεί να γίνουμε λίγο μονομερείς όταν γράφουμε ιστορία – είτε είναι κάποιοι ευρωπαϊστές και υπέρ της παγκοσμιοποίησης αδιαφορώντας πλήρως για τη χώρα, είτε πολύ εθνικιστές. Επιδίωξα, επομένως, να έχω ένα σενάριο που να είναι αντικειμενικό – να λέει και τα λάθη της Ελλάδας και της Ευρώπης και, βέβαια, της Τουρκίας. Έψαξα πολύ, μελέτησα πάρα πολύ, από πολλές πλευρές -συγγράμματα, ντοκουμέντα, γεγονότα- και θεωρώ ότι είναι μια αντικειμενική ταινία – και από την πλευρά των Τούρκων. Άλλωστε, Τούρκοι ηθοποιοί παίζουν τους Τούρκους στην ταινία.
– Έχετε ταξιδέψει στη Σμύρνη, στην πόλη όπου διαδραματίζεται και η ταινία και το θεατρικό; Όχι. Αλλά δεν θέλω να πάω κιόλας. Δεν μπορώ! Έχω γράψει τόσο πολύ για τη Σμύρνη, έχω μελετήσει τόσο πολύ την καταστροφή, κι είναι κάτι που με πληγώνει βαθιά – εξάλλου, η Σμύρνη τώρα είναι μία τελείως διαφορετική Σμύρνη απ’ ότι ήταν τότε – τι να δω; Έτσι είμαι και ως χαρακτήρας, ξέρετε. Και στην Κύπρο, όπου έχω ζήσει κάποιους μήνες συνεχόμενα -εκεί, άλλωστε, ξεκίνησα να γράφω και τη «Σμύρνη»- και έχω έρθει πάρα πολλές φορές -όπως ξέρετε, και η κόρη μου είναι στην Κύπρο-, στα κατεχόμενα δεν έχω πάει ποτέ. Δεν μου πάει η καρδιά να πάω εκεί!
– Μελετώντας τόσο επιστάμενα την εποχή εκείνη, άλλαξαν πράγματα σε σχέση με όσα γνωρίζατε ήδη για την καταστροφή και την περίοδο που προηγήθηκε; Δεν άλλαξαν, προστέθηκαν όμως πάρα πολλά. Υπήρχαν πάρα πολλά που δεν τα γνώριζα, που δεν διδασκόμασταν ούτε στο σχολείο ούτε στο πανεπιστήμιο, πολλά που με ξάφνιασαν, και γενικά εισέπραξα μια πολύ μεγαλύτερη προδοσία εκ μέρους των Συμμάχων από εκείνην που έως τότε φανταζόμουνα.
– Έχετε συζητήσει το ενδεχόμενο να προβληθεί η ταινία και στην Τουρκία; Δεν έχουμε συζητήσει ακόμη τις μελλοντικές προβολές στο εξωτερικό. Ωστόσο, δεν πιστεύω ότι θα προκαλούσε αντιδράσεις στην Τουρκία. Άλλωστε, βλέπετε τώρα με την προβολή του «The club» από το Netflix, που θέτει τα θέματα απολύτως αντικειμενικά σε σχέση με όσα είχαν γίνει το ’55 στην Κωνσταντινούπολη, σε σχέση και με τους Έλληνες, πόσο μεγάλη υποδοχή είχε και στην Τουρκία. Θεωρώ πως η «Σμύρνη» έχει πολύ καλούς χαρακτήρες Τούρκων, π.χ. τον Χαλίλ και τον πατέρα του, τον Οσμάν, εξαιρετικοί και οι δύο. Παντού υπάρχουν, άλλωστε, καλοί και κακοί άνθρωποι, αλλά όλα είναι θέμα κυρίως πολιτικής και συμφερόντων, όχι λαών – δεν πιστεύω ότι φταίνε ποτέ οι λαοί.
– Κλαίτε ακόμη όταν παρακολουθείτε την ταινία; Μα, εγώ κλαίω κάθε βράδυ στο θέατρο! Παρόλ’ αυτά πρέπει να σας πω πως δεν έχω δει ακόμη την ταινία σε σινεμά, μαζί με κόσμο. Αλλά, όταν είμαι μόνη μου και την παρακολουθώ, είμαι τόσο της λεπτομέρειας που δεν είναι δυνατόν να κλαίω γιατί βλέπω διορθώσεις που πρέπει να γίνουν και τυχόν λάθη.
– Δεν είναι πάντως όλοι οι καλλιτέχνες τόσο τελειομανείς, όσο εσείς… Είναι θέμα χαρακτήρα. Αλλά αυτό χαρακτηρίζει και την πορεία ενός καλλιτέχνη. Για να βελτιωθείς με τα χρόνια, είτε παίζοντας είτε γράφοντας, πρέπει να είσαι πολύ της λεπτομέρειας και πολύ αυστηρός. Αν απλώς παρακολουθείς το έργο σου και αυτοθαυμάζεσαι, μόνο χειρότερος θα γίνεις.
– Πάντοτε λειτουργούσατε μ’ αυτό τον τρόπο; Πάντα. Και σε όλα. Όχι μόνο όταν δημιουργώ ή όταν γράφω. Είμαι άνθρωπος της λεπτομέρειας. Κι αναγνωρίζω πως είναι μεγάλο το ρίσκο τού να γράψεις και μάλιστα για ιστορικές περιόδους· ήταν πολύ επικίνδυνο αυτό που έκανα. Γιατί όταν αποφασίζεις να ασχοληθείς με ένα θέμα που αφορά σε δυο λαούς, στην Ευρώπη, που προβάλλεται δημόσια και το βλέπουν και ιστορικοί, δεν επιτρέπεται να είσαι επιπόλαιος· πρέπει να είσαι πολύ ακριβής σ’ αυτά που γράφεις. Τουλάχιστον σε ό,τι αφορά εμένα. Κατά τ’ άλλα, μπορεί να μην αρέσει ένα σκηνικό, ένας ηθοποιός, όμως η αντικειμενικότητα στην ιστορία δεν είναι κάτι που «αρέσει» ή «δεν αρέσει», πρέπει να το προσπαθήσεις και να το πετύχεις, κι αυτό ήταν για μένα ήταν ένας βασικός στόχος γιατί το έργο «Σμύρνη μου, αγαπημένη» είναι, κυρίως, μια πολιτική ταινία. Υπάρχει, δηλαδή, ένα περιτύλιγμα, αυτά που βλέπουμε μέσα από τα μάτια της Φιλιώς, μια οικογένεια αστική και όλο τον περίγυρό της, αλλά το θέμα δεν είναι αν η Φιλιώ αγαπούσε τον άντρα της ή αν η Ζαχαρούλα χώρισε από τον Βασιλάκη· το θέμα της είναι η Σμύρνη! Και εγώ επικεντρώθηκα πάρα πολύ στο να είναι σωστή, σαφής και συγκινητική η ιστορία της Σμύρνης, του τι συνέβη εκεί και χάσαμε ένα τόσο σπουδαίο κομμάτι του ελληνισμού. Και, με μεγάλη μου χαρά, πρέπει να σας πω, αν και με μέτρα για τον κορωνοϊό που λαμβάνονται σε όλους τους κινηματογράφους, σε Ελλάδα και Κύπρο, πως την ταινία την έχουν παρακολουθήσει έως σήμερα, ένα μήνα μετά την πρώτη της πρώτη προβολή, 200 χιλιάδες άνθρωποι, κυρίως νέοι – και, για μένα, αυτό είναι πάρα πολύ σπουδαίο! Είναι πολύ μεγάλη κατάκτηση να μου μεταφέρουν τα σχόλια τους παιδιά 18, 20, 25 χρόνων, που προτίμησαν να δουν την συγκεκριμένη ταινία με το συγκεκριμένο θέμα, αντί να πάνε να δουν τον Spiderman που επίσης προβάλλεται αυτές τις μέρες στα σινεμά. Χαίρομαι! Μου λένε για πράγματα που δεν είχαν καταλάβει στο σχολείο, στο πανεπιστήμιο, και τα κατανόησαν τώρα, μέσω της ταινίας. Αυτό είναι μια πολύ μεγάλη νίκη· η μεγαλύτερη κατάκτηση. Στο θέατρο, άλλωστε, που είναι άμεση η επαφή, έχουμε ζήσει φοβερές στιγμές με τον κόσμο… Δεν χρειαζόταν να μου μιλήσουν εκεί, έκλαιγαν τόσο πολύ, που πολλές φορές δεν μπορούσαμε καν να παίξουμε…
– Μέχρι κι εγώ το έπαθα, που, αν μη τι άλλο, είμαι και «υποψιασμένος» καλλιτεχνικά… Βλέπετε; Σκεφτείτε οι άνθρωποι που η καταγωγή τους προέρχεται από εκεί, από μανάδες, παππούδες, γιαγιάδες, τι ένιωσαν, που μου έφερναν σε σακουλάκια το χώμα από την Σμύρνη που τους άφησε η γιαγιά και ο παππούς τους…Αυτοί οι άνθρωποι ξέρανε και για τον Αριστείδη Στεργιάδη π.χ., που είναι και μέσα στην ταινία, και για τον Τζώρτζ Χόρντον, τον Αμερικανό πρόξενο που προσπάθησε να τους σώσει -πρόσωπα άγνωστα στο ευρύ κοινό, αλλά γνωστά στους Μικρασιάτες- και ικανοποιήθηκα όταν είδα πως αυτά αποτυπώθηκαν ιστορικά και ρεαλιστικά σωστά και στον κινηματογράφο τώρα, αλλά και στο θέατρο προηγουμένως. Η Σμύρνη θα με ακολουθεί για πάντα!
– Υπήρξαν πράγματα -ιστορικές αναφορές- που αποφύγατε να εντάξετε στην ταινία; Όχι. Απλώς δεν έχει όλο το υλικό που έχει το θεατρικό, το οποίο διαρκούσε τρεισήμισι ώρες· η ταινία έχει διάρκεια δύο ώρες κι ένα τέταρτο. Αν με άφηνε η παραγωγή, θα έβγαινε σε διάρκεια σαν το «Όσα παίρνει ο άνεμος» (χαμογελάει). Στο σημείο αυτό, θα ήθελα επίσης να ευχαριστήσω δημοσίως όλους τους χορηγούς μας και από την Κύπρο τον κ. Παπαέλληνα, για την αμέριστη βοήθεια που μας παρείχε.
– Οφείλω πάντως να σας αναγνωρίσω πως το να βρίσκεστε για τέσσερεις και πλέον δεκαετίες στην πρώτη γραμμή καλλιτεχνικά, είναι ένας συνεχής πρωταθλητισμός… Είναι δύσκολο, ναι. Είμαι ευγνώμων, όμως, μ’ αυτό που γίνεται με το κοινό, που μου δίνει το μεγαλύτερο «βραβείο», που με εκτιμούν και με σέβονται. Η δύναμή μου πάντα είναι η αγάπη του κόσμου – αυτό με επηρεάζει πάρα πολύ. Πρέπει, συνεχώς, να βάζω στοίχημα με τον εαυτό μου πως το επόμενό μου βήμα θα το κάνω καλύτερο, και το μεθεπόμενο ακόμη καλύτερο· έχω ευθύνη και δεν επιτρέπω να πέσει η ποιότητα. Είναι πολλή η δουλειά…Κι επίσης, μην ξεχνάτε, πρέπει να βγαίνω να μιλώ συνεχώς για τις δουλειές, να προβάλλονται σωστά, ηγούμαι πάντοτε μεγάλων θιάσων και θέλω να ‘ναι όλα σωστά και με τους ηθοποιούς και με τους τεχνικούς, να ‘ναι ευχαριστημένοι.
– Αποτυχίες έχετε ζήσει στην καριέρα σας; Ναι, είχα και λίγες αποτυχίες. Αλλά κι αυτές χρήσιμες ήταν.
– «Αποτυχία» είναι τα λίγα εισιτήρια στο ταμείο; Ναι, τι άλλο; Δεν πιστεύω ότι μπορεί να κάνεις ένα κακό έργο και να ‘χει μεγάλη επιτυχία. Δεν το ‘χω δει να συμβαίνει. Όπως και το αντίθετο. Εξάλλου, ο καλλιτέχνης δεν μπορεί να προχωρά με βάση το «τι γράφουν» γι’ αυτόν· ο καλλιτέχνης προχωρά βάσει των γνώσεων του, βάσει των ικανοτήτων του και -κυρίως- βάσει του κοινού. Γιατί εγώ να δώσω περισσότερη σημασία στον τάδε που έγραψε για μένα και όχι στα χίλια άτομα που επέλεξαν και ήρθαν το βράδυ στο θέατρο; Εκτός κι αν είναι ένας άνθρωπος αποδεδειγμένα με πάρα πολλές γνώσεις σε έναν τομέα και θα ακούσω τη γνώμη του, όπως ο Κώστας Γεωργουσόπουλος π.χ στο θέατρο ή ο Παναγιώτης Τιμογιαννάκης στο σινεμά.
– Το ένστικτό σας, σας πρόδωσε ποτέ; Ελάχιστες φορές. Έργα στα οποία πίστεψα πολύ, είχαν τεράστια επιτυχία. Έργα που έγιναν επειδή δεν είχα βρει κάτι άλλο και «έπρεπε να γίνουν» λόγω σεζόν ή επειδή μου τα πρότειναν άλλοι, πήγαν μέτρια. Ευτύχησα, ωστόσο, να έχω πάντα πάρα πολύ καλούς θιάσους όπως και πολύ καλούς συνεργάτες. Μου ‘χει τύχει να κάνω λάθη σε συνεργάτες, μου ‘χει τύχει να με προδώσουν -δυστυχώς!- αλλά είμαι καλοπροαίρετη και μπορεί να πέσω έξω – όχι σε έργα, σε ανθρώπους. Δεν έχω στον χαρακτήρα μου την καχυποψία αλλά, επειδή έχω μεγαλώσει, πια, δεν πρόκειται να την αποκτήσω και ποτέ. Η κόρη μου με βρίζει γι’ αυτό, η αδελφή μου το ίδιο, αλλά δεν έχω αυτό που λέμε «κράτα μικρό καλάθι»· όταν δω κάποιον και μ’ αρέσει θέλω να τον βοηθήσω, να τον προβάλω, να πω τα καλύτερα, ασχέτως του τι μπορεί να συμβεί μετά. Αλλά το προτιμώ αυτό, παρά να είμαι «με το ντουφέκι». Είναι θέμα χαρακτήρα. Και, θεωρώ, πως το καλό γυρνάει σ’ αυτόν που το πράττει – όπως και το αντίθετο. Κι είμαι ευτυχής που εισπράττω τόση αγάπη από τους συναδέλφους μου, που όλοι λένε ο ένας στον άλλον «πήγαινε στη Μιμή, θα περάσεις ωραία»· αυτό είναι άλλο ένα «παράσημό» μου.
– Διπλό το «παράσημο» σε σχέση με όσα μάθαμε τελευταία πως συμβαίνουν στο θέατρο… Κι όχι μόνο στο θέατρο. Είναι τραγικό! Πόση αρρώστια! Ζούμε σε μια εποχή που όλα είναι τόσο εύκολα και το σεξ κατέληξε να είναι το ευκολότερο απ’ όλα – κακώς, για μένα, γιατί έχασε τη γοητεία του, το μυστήριο, το φλερτ που υπήρχε. Αλλά για να υπάρχουν τόσοι βιασμοί, τόσοι εξαναγκασμοί, τόσες κακοποιήσεις, σημαίνει πως υπάρχει πολλή αρρώστια γύρω μας, που μάλλον δεν ξέραμε πως υπήρχε – και σε τόσο μεγάλο βαθμό μάλιστα.
– Εσείς δεν το βιώσατε πάντως… Όχι. Κι όχι γιατί ήμουνα «καλύτερη», αλλά επειδή από την αρχή σχεδόν της πορείας μου είχα δικό μου θίασο· ένα χρόνο έπαιξα σε άλλο θίασο, στης Αλίκης, που δεν γίνονταν εκεί τέτοια πράγματα φυσικά. Σε δικό μου θίασο, που είμαι γυναίκα, και είμαι έτσι όπως είμαι ως προσωπικότητα, ήταν πολύ δύσκολο να συμβούν τέτοια άρρωστα πράγματα· και δεν συνέβησαν ποτέ και από κανέναν!
– Θα λέγατε πως είστε ευτυχής στη ζωή σας, τελικά; Πολύ μεγάλη λέξη αυτή… Αλλά, γιατί όχι, ας χρησιμοποιήσουμε τη λέξη «ευτυχής». Βλέποντας όλα αυτά που συμβαίνουν γύρω μας -αρρώστιες, φτώχια, ατυχίες, κακοποιήσεις- ναι, θα έλεγα ότι είμαι ένας ευτυχισμένος άνθρωπος. Γεννήθηκα σε μία ωραία οικογένεια, αγαπημένων ανθρώπων, που μου πρόσφεραν πάρα πολλά, που με ώθησαν στη μόρφωση, που απέκτησα παιδεία, που έχω μια αγαπημένη οικογένεια και μια υπέροχη κόρη…Πιστεύω πως, κάθε μέρα που ξυπνάμε, πρέπει να σκεφτόμαστε τα ωραία πράγματα που έχουμε κι όχι τι δεν έχουμε. Να ξυπνάμε, να ξεκινάει η μέρα μας και να λέμε «ευχαριστώ!». Δυστυχώς, πολλοί άνθρωποι σκέφτονται με το «αχ, γιατί να μην…» κι έτσι χάνουν αυτά τα ωραία που ήδη έχουν. Γιατί, κάποια πράγματα, δεν θα τα έχεις ποτέ! Για παράδειγμα, εγώ αυτή τη στιγμή δεν έχω στην προσωπική μου ζωή έναν μεγάλο έρωτα, ένα σύντροφο, όμως έχω τον πρώην άντρα μου, έχω την οικογένειά μου· δεν μπορώ να σκέφτομαι «τι δεν έχω…», γιατί ήδη έχω πολλά. Είναι ντροπή! Είναι δυνατόν εγώ να έχω παράπονο; Πρέπει να λέω συνεχώς «ευχαριστώ!» από το πρωί μέχρι το βράδυ… Όσο το σκέφτομαι, μια και με ρωτήσατε, το πιο σημαντικό προσόν που θα σας έλεγα πως έχω, εκτός από την εργατικότητα και την στοχοπροσήλωση που με διακρίνει, είναι πως είμαι ένας άνθρωπος βαθιά αισιόδοξος, ευγνώμων και έχοντας, εκ φύσεως, μια ψυχραιμία και μια αποστασιοποίηση από τα πράγματα, πράγμα που με βοηθά σε πολύ δύσκολες στιγμές. Όχι, δεν θα εκνευριστώ, δεν θα θυμώσω εύκολα για μικροπράγματα. Έχω προτεραιότητες – θα στενοχωρηθώ για την προδοσία ενός φίλου μου, όχι για την κακία ενός αγνώστου. Ξέρω ποια είναι τα σημαντικά στη ζωή· κι αυτό είναι το μεγάλο δώρο που μου δόθηκε από τη φύση.
Ελεύθερα, 30.1.2022.