Ως μια νουβέλα αγάπης, αιμορραγικής και ανεπανάληπτης χαρακτηρίζεται το 56ο βιβλίο του Θανάση Τριαρίδη με τίτλο «Αν είσαι, είμαι», που προέρχεται από το μυστικό βιβλίο των «Χλωρών Διαμαντιών». Περιγράφει τη συνάντηση και τον έρωτα εντός Γάλλου γιατρού και αλχημιστή του 16ου αιώνα με ένα διαδικτυακό Avatar του 21ου αιώνα.
– Είναι αιρετική η «αιμορραγική» αγάπη; Καμία αγάπη δεν μπορεί να είναι αιρετική. Η αγάπη είναι η κορύφωση της ανθρώπινης ουσίας– άρα είναι πάντοτε ο κανόνας της ανθρωπινότητας και ποτέ η εξαίρεση. Κι η αγάπη είναι πάντοτε αιμορραγική– ειδάλλως δεν υπάρχει. Κι αυτό συμβαίνει διότι μέσα στη φύση της ενυπάρχει η θυσία. Υπάρχουν, νομίζω, δύο είδη αγάπης: Το ένα είναι η προστατευτική αγάπη, η αγάπη της μητέρας για τα παιδιά της, του δασκάλου για τους μαθητές του, ή ακόμη κι η αγάπη του Πρίγκιπα Μίσκιν προς την Ναστασία Φιλίποβνα. Και υπάρχει η καταστροφική αγάπη, η αγάπη που θέλεις να εκμηδενίσεις τον άλλον για να εκπληρωθείς μέσα σε αυτήν την εκμηδένιση: Ας πούμε, η αγάπη της Μήδειας του Ευριπίδη ή της Σαλώμης του Όσκαρ Ουάιλντ. Όταν ήμουν νεότερος με ενθουσίαζε η δεύτερη, η καταστροφική αγάπη που μοιάζει με την έκρηξη ενός ηφαιστείου. Μεγαλώνοντας νομίζω πως συγκινούμαι περισσότερο από την πρώτη, την αγάπη που προστατεύει, παραμένοντας σιωπηλή– ή και μουγγή.
– Ποιο ερέθισμα γέννησε αυτό το βιβλίο και πώς εξελίχθηκε στην πορεία; Το «Αν είσαι, είμαι» είναι μια ιστορία που ανήκει σ’ έναν μεγαλύτερο κύκλο παράξενων ή και εξωφρενικών ιστοριών τις οποίες γράφω εδώ και είκοσι χρόνια, το «Βιβλίο των Χλωρών Διαμαντιών». H συγκεκριμένη φράση «Αν είσαι, είμαι» διατρέχει, ως φράση-κλειδί, πολλά βιβλία μου εδώ και 22 χρόνια– ήδη από το πρώτο μυθιστόρημά μου, το «Ο άνεμος σφυρίζει στην Κουπέλα». Ωστόσο, η απίστευτη ιστορία του ανεπανάληπτου έρωτα ενός Γάλλου αλχημιστή του 1590μ.Χ. κι ενός διαδικτυακού Avatar του 22ου αιώνα γεννήθηκε από τον μεγάλο έρωτα δύο πραγματικών ανθρώπων, δύο αδελφικών φίλων μου γιατρών– του Γιάννη Μπουκαβίνα και της Εύης Γινικοπούλου. Αυτoί γίνανε ο αποκεφαλισμένος μα ζωντανός Πρόδρομος Ετρ και η άυλη Gloria In Terra. Κι όλο αυτό παντρεύτηκε με το Παλάτσο Φλέμπο της Βενετίας που υπάρχει σ’ ένα άλλο γραπτό μου: Είναι ένα «ζωντανό» βενετσιάνικο παλάτι που οι καθρέφτες του «ρουφούν» ανθρώπους και τους εκβάλουν μέσα στον χρόνο.
– Πώς μπορούν να συναντηθούν δύο άνθρωποι που τους χωρίζουν 500 χρόνια; Οι άνθρωποι φτιάξανε αφηγήσεις για να διαστείλουν τα όρια της ζωής και τα όρια της ματαιότητάς τους. Ό,τι διαβάζουμε μέσα σε μια αφήγηση, όσο παράλογο και εξωφρενικό κι αν είναι, όσο κι αν βρίσκεται έξω από οποιαδήποτε δυνατή πραγματική συνθήκη, έχει γεννηθεί μέσα στο μυαλό ενός τουλάχιστον ανθρώπου– άρα ως συλλήπτρια ιδέα υπήρχε κάπου. Αν δεν ονειρευόμασταν το αδύνατο, δεν θα υπήρχε κανένας λόγος για να υπάρχουμε. Η τέχνη –κι όχι η θρησκεία- είναι η διαδρομή του ανθρώπου προς το βίωμα του ακατόρθωτου. Γι’ αυτό και η τέχνη είναι η υψηλότερη ανθρώπινη έκφραση.
– Αποδέχεσαι τον χαρακτηρισμό «ανατρεπτικός συγγραφέας»; Δεν είμαι καν συγγραφέας– είμαι κάποιος που γράφει. Θα φανεί αν υπάρχει ίχνος αλήθειας στα γραπτά μου πολύ υστερότερα– εάν κάποια από αυτά καταφέρουν να ζήσουν μετά από μένα. Μόνο σ’ αυτή την περίπτωση θα μπορούσα να λέγομαι «συγγραφέας». Εκτιμώ πως, δυστυχώς για μένα, κάτι τέτοιο δεν θα συμβεί. Τώρα ως προς το σκέλος του «ανατρεπτικού» των κειμένων μου θα έλεγα πως κι αυτό είναι ένας ευσεβής μα ανεκπλήρωτος πόθος. Δεν είδα τα γραπτά μου να προκαλούν κάποια ανατροπή.
– Ποια αισθήματα σου προκαλεί η έννοια της κανονικότητας κι η προοπτική επιστροφής σ’ αυτή; Είναι μια τάση της τέχνης να αποστρέφεται την «κανονικότητα», να τη θεωρεί κάτι «μικροαστικό» και «αντικαλλιτεχνικό». Δεν σου κρύβω ότι πολλές φορές κι εγώ στάθηκα κοντά σ’ αυτή την περιφρονητική θέση προς την «κανονικότητα». Ωστόσο η πραγματικότητα της πανδημίας, ο απερίγραπτος πόνος που προκάλεσε σε ορισμένους συνανθρώπους μας κι η μεγάλη μοναξιά και θλίψη που σκόρπισε σε πολλούς περισσότερους, μ’ έκαναν να αναθεωρήσω τη στάση μου ως προς την «κανονικότητα» και να ντραπώ για την αλλοτινή μου περιφρόνηση. Είναι ιερό πράγμα να μπορείς να περπατήσεις στον δρόμο δίχως να φοβάσαι, να μπορείς να φιληθείς με τους φίλους σου όταν τους συναντάς, να πηγαίνεις τα παιδιά σου στο σχολείο ή στο πάρκο δίχως φόβο. Μακάρι όταν γυρίσει στον κόσμο μας ετούτη η κανονικότητα να είμαστε λίγο πιο σοφοί. Και πλέον να δίνουμε λίγο χώρο στη σκέψη μας και σ’ αυτούς που έτσι κι αλλιώς δεν έχουν την παραμικρή δυνατότητα συμμετοχής σε τούτη την «κανονικότητα» όχι λόγω της πανδημίας του Covid19 αλλά επειδή γεννήθηκαν φτωχοί και πεινασμένοι, στις λάθος πλευρές του πλανήτη.
Ελεύθερα, 16.1.2022.