Στην εποχή της ψηφιακής επανάστασης, η Αγγλοκύπρια Νταϊάνα Τέιλορ ενσωματώνει στα έργα της στοιχεία από κυπριακά χειροποίητα κεντήματα και με τη χρήση ψηφιακών τεχνολογιών εξετάζει τον αντίκτυπο του παρελθόντος στο παρόν.

– Μεγαλώσατε στη Βρετανία αλλά διατηρείτε δεσμούς με την Κύπρο λόγω της καταγωγής της μητέρας σας από το νησί. Τι αναμνήσεις έχετε από τον τόπο; Έχω πολύ έντονες αναμνήσεις από την Κύπρο. Mυρωδιές, γεύσεις και εικόνες, τόσο συγκινητικές όσο οι βιωματικές στιγμές. Οι μυρωδιές είναι τόσο υποβλητικές. Το άρωμα του ευκαλύπτου, του πεύκου και του γιασεμιού με μεταφέρουν πίσω στην παιδική μου ηλικία. Επίσης είναι και η μυρωδιά του γκαράζ στο σπίτι του παππού. Οι γεύσεις από το γλυκό καρυδιού, οι λουκουμάδες, το γάλα σοκολάτας Χαραλαμπίδης… Ο ήχος των γρύλων, των λούνα-παρκ, των γλυκών Pez, το μαξιλάρι Στρουμφ του ΑΠΟΕΛ, το ρολόι του κούκου, τα μικρά γατάκια, το τροχόσπιτο στη Λάρνακα και το γέμισμα γυάλινων μπουκαλιών της κόκα-κόλα με θαλασσινό νερό. Θυμάμαι ακόμη που μου έλεγαν ότι έριξα γρασίδι σε πισίνα ξενοδοχείου όταν ήμουν νέα. (Αυτό έγινε τίτλος ενός από τους πίνακές μου). Κυρίως θυμάμαι τη μαμά μου να γελάει ανεξέλεγκτα με τις αδερφές της Ντόροθι και Ιόλη και τη γιαγιά. Υπάρχει ένα είδος τιμητικής αναφοράς σε αυτήν στα έργα μου.

– Σε ποιο βαθμό η δουλειά σας είναι επηρεασμένη από τη σχέση σας με την Κύπρο; Χειροτεχνίες από την Κύπρο έχουν εισχωρήσει στη δουλειά μου με την πάροδο των ετών. Ταπετσαρίες, σταυροβελονιές και άλλα κεντήματα αναφέρονται συνεχώς στους πίνακες ζωγραφικής και στις υφασμάτινες συνθέσεις μου. Οι μικτές μέθοδοι εργασίας μου έχουν επηρεαστεί από το γεγονός ότι μεγάλωσα στο Ηνωμένο Βασίλειο και από το ότι επισκέπτομαι την Κύπρο σχεδόν κάθε χρόνο για πολλά χρόνια. Η μαμά μου Αναστασία (γνωστή και ως Σούλα) έραβε και έφτιαχνε τα πάντα με το χέρι. Ο θάνατός της το 2017 συνέπεσε με την έναρξη του διδακτορικού μου στην πρακτική, η οποία επηρέασε την έρευνά μου με τρόπους που δεν είχα προβλέψει. Άρχισα να δουλεύω με τα κεντήματα και τα υφάσματα που είχε φτιάξει και είχε μαζέψει η Σούλα, μέσα από φωτοτυπίες και τρισδιάστατες αποτυπώσεις χειροποίητων έργων όπως τα τραπεζομάντιλα και η δαντέλα των Λευκάρων. Άρχισα επίσης να ράβω υφάσματα και να τα συναρμολογώ με τα αγγλικά υφάσματα William Morris, τα οποία αγαπούσε.

 

  – Σε προηγούμενα έργα σας αλλά και σ’ αυτά της νέας σας έκθεσης ενσωματώνετε το κέντημα της μητέρας σας και άλλα χειροποίητα αντικείμενα. Τι σας ελκύει στο χειροποίητο και πώς συνδυάζετε αυτές τις δημιουργίες με τη δική σας δουλειά; Η αξία του χειροποίητου σε μια μετα-ψηφιακή εποχή είναι κεντρική για την έρευνά μου. Εξ ου και το ενδιαφέρον και η έρευνά μου σε συνεργασία με τη Γκαλερί William Morris, στο Λονδίνο. Με ενδιαφέρει ο αντίκτυπος του παρελθόντος στο παρόν και η επιστροφή μας στο παρελθόν μέσω των υλικών, σε μια εποχή πρωτοφανούς τεχνολογικής επιτάχυνσης. Σε αυτή την τέταρτη βιομηχανική ή ψηφιακή επανάσταση, επιστρέφουμε στις παραδοσιακές διαδικασίες χειροτεχνίας, κρατώντας το παρελθόν. Εκφράζουμε τις ανησυχίες που αφορούσαν τον Μόρις και το κίνημα τέχνης και βιοτεχνίας της βιομηχανικής επανάστασης. Κάνω αναφορές σε διάφορες ιστορίες χρησιμοποιώντας αναλογικές, μηχανικές και ψηφιακές τεχνολογίες για να παραπέμψω στην κατάσταση της σύγχρονης ζωής μας που χαρακτηρίζεται από τις πολλαπλές χρονικότητες και αντιφάσεις με τις οποίες ζούμε σήμερα.

– Τι άλλο τροφοδοτεί την έμπνευση σας; Η πρακτική μου περιλαμβάνει ένα αρχειακό υλικό που αποτελείται από βιβλία, έντυπο υλικό και ψηφιακές εικόνες. Σε αυτά συμπεριλαμβάνονται ταξινομήσεις, διαγράμματα, εγχειρίδια οδηγιών, κατάλογοι μουσείων, αρχιτεκτονικοί οδηγοί, βιβλία με μοτίβα, καθώς και εικόνες που προέρχονται από το διαδίκτυο. Τα τελευταία χρόνια έχω χρησιμοποιήσει θραύσματα εικόνων από τις συνέπειες των φυσικών καταστροφών. Επεξεργάζομαι ψηφιακά τα κατεστραμμένα τοπία, τα μεταφέρω σε χαμηλότερη ανάλυση ώστε να κατακερματίσω περισσότερο την εικόνα. Το ερείπιο λειτουργεί ως αλληγορία στη δημιουργική διαδικασία.  

– Στην έκθεσή σας στην Art Seen με τίτλο Phantom Yarns εστιάζετε στο πώς βιώνουμε και αντιλαμβανόμαστε τον χρόνο σε μια εποχή υπερβολικού φόρτου πληροφοριών. Πώς προσεγγίζετε αυτό το ζήτημα; Οι μέθοδοι εργασίας μου αφορούν τη στρωματοποίηση και την αντιπαράθεση εικόνων. Τις θεωρώ παλίμψηστα ή αρχαιολογικά κατάλοιπα, που παραπέμπουν στο ψηφιακό πεδίο μέσω της μορφής της οθόνης. Η μια εικόνα δηλαδή πάνω στην άλλη.

– Πώς διαχειρίζεστε τον χρόνο σας στην καθημερινότητά σας; Στο Λονδίνο σηκώνομαι νωρίς και ξεκινάω κάθε μέρα με διαλογισμό, Qi Kung, πρακτική γιόγκα και τρέξιμο ή γυμναστική στο πάρκο, τα οποία διαρκούν μερικές ώρες. Όλα αυτά βγαίνουν από το πρόγραμμα όταν είμαι στην Κύπρο! Φέτος τελειώνω τη διατριβή μου – γράφω κυρίως το πρωί και μετά πηγαίνω στο στούντιο. Τα βράδια μου αρέσει να παίζω πιάνο, να υφαίνω, να φροντίζω τον κήπο. Επίσης πηγαίνω σε παμπ ή σε εγκαίνια εκθέσεων. Διαβάζω πάντα το βράδυ. Έχω τόσα ενδιαφέροντα που είναι δύσκολο να μην κάνω τίποτα. Γι’ αυτό τον λόγο υπάρχει ο διαλογισμός. 

– Τι υλικά και εργαλεία χρησιμοποιείτε στη δουλειά σας; Έχω μια πολυεπιστημονική πρακτική, χρησιμοποιώντας μεθόδους οικειοποίησης συναρμολόγησης, μπρικολάζ και κολάζ. Βασίζομαι πολύ στην εκτύπωση, ξεκινώντας συχνά με μεταξοτυπία ή ψηφιακή εκτύπωση. Στη συνέχεια, αρχίζω να δουλεύω στον καμβά χρησιμοποιώντας λαδομπογιές, κολάζ υφάσματος και νήματα κεντήματος, έτσι ώστε τα έργα να περάσουν σε μια διαδικασία επαν-υλοποίησης. Χρησιμοποιώ μια ποικιλία οπτικών «γλωσσών» και δεν σχεδιάζω τα έργα που είναι πραγματικά σημαντικά για μένα. Δεν μου αρέσει η ιδέα να οργανώσω τον σχεδιασμό ενός πίνακα. Θέλω να υπάρχει μια ώθηση και ένας διάλογος μεταξύ μου και του έργου, δημιουργώντας και διαλύοντας την εικόνα μέχρι να αισθανθώ ότι είναι σε σημείο έντασης ή αμηχανίας. Το έργο τελειώνει όταν υπάρχει μια αίσθηση ημιτελούς, κατακερματισμού ή κάτι στο οποίο δεν μπορώ να συνεχίσω άλλο να επεμβαίνω. 

* Η έκθεση της Diana Taylor με τίτλο Phantoms Yarns παρουσιάζεται στην Art Seen μέχρι τις 22/10, τηλ. 22006624 – info@art-seen.org – www.art-seen.org

Φωτογραφία εικαστικού: Αντώνης Αντωνίου

 

Φιλελεύθερα, 19.9.2021.