Ο 39χρονος τραγουδιστής, με τις σημαντικές συνεργασίες, ήρθε για να μείνει στο χώρο του έντεχνου ελληνικού τραγουδιού.
– Πώς ξεκίνησες να ασχολείσαι με το τραγούδι; Από παιδί· στο σχολείο, στις σχολικές γιορτές, μέσα στο σπίτι όπου είχα την κλασσική μάνα, η οποία κάνοντας τις δουλειές του σπιτιού τραγουδούσε και μου «κόλλησε» το «μικρόβιο» της μουσικής. Τα βασικά μου ακούσματα, κατά τη διάρκεια της παιδικής μου ηλικίας, προέρχονταν κυρίως από το καλό λαϊκό τραγούδι: Τον Στέλιο Καζαντζίδη, το Στράτο Διονυσίου, τον Μανώλη Αγγελόπουλο, την Ελένη Βιτάλη, τη Γλυκερία – αυτοί ήταν κάποια από τα βασικά μου ακούσματα που, όσο μεγάλωνα, κατάλαβα πως με επηρέασαν σημαντικά στο να συνειδητοποιήσω πόσο πολύ αγαπάω τη μουσική και το τραγούδι γενικότερα, έτσι ώστε να ασχοληθώ κι εγώ επαγγελματικά μ’ αυτό το χώρο. Η μητέρα μου, λοιπόν, διακρίνοντας αυτή την αγάπη μου στη μουσική, με πήγε στο Πνευματικό Κέντρο της Νίκαιας, εδώ όπου γεννήθηκα και μεγάλωσα, κι έτσι ξεκίνησα τα πρώτα μου μαθήματα στο μπουζούκι. Η αλήθεια είναι πως είχαμε αρκετά οικονομικά προβλήματα και άργησα να πάρω στα χέρια μου το πρώτο μου μπουζούκι, αλλά έπειτα από ένα δυο χρόνια μαθημάτων κατάφεραν οι γονείς μου και μου το αγόρασαν – υπέροχο δώρο για μένα από τους γονείς μου, εκείνα τα χρόνια. Σε ηλικία 12-13 ετών, τότε που θυμάμαι πως βρέθηκα τυχαία σε ένα μαγαζί, με έβαλαν να τραγουδήσω και εκεί μου είπαν πως έχω καλή φωνή – εκεί συνειδητοποίησα, αν και μικρός ακόμη, πως θα μπορούσα να ασχοληθώ επαγγελματικά με το τραγούδι. Μεγαλώνοντας, φτιάξαμε με την παρέα μου μικρά σχήματα και ξεκινήσαμε να παίζουμε μουσική σε μικρά κουτούκια στη Νίκαια, στον Πειραιά, στον Κορυδαλλό – η «ζυγαριά» άρχισε κι έπεφτε σιγά σιγά προς το τραγούδι. Κι έτσι γράφτηκα στο Εθνικό Ωδείο, και με την Άννα Διαμαντοπούλου ξεκίνησα τα πρώτα μου μαθήματα φωνητικής. Παράλληλα, τις μέρες που δεν είχα σχολείο, δούλευα πολύ και μόνος μου με τη μουσική· ήταν το πάθος μου.
– Πώς βιοποριζόσουν αργότερα, με το που τέλειωσες το σχολείο; Δούλευα στην οικοδομή, παράλληλα ακόμη με το σχολείο, γιατί ήταν κι ο πατέρας μου οικοδόμος και συνήθως μ’ έπαιρνε μαζί του στη δουλειά από μικρό. Τα έκανα όλα παράλληλα για πολύ καιρό: Και τη μουσική, και το τραγούδι και την οικοδομή. Θυμάμαι π.χ ότι τότε έπαιρνα τρεις χιλιάδες δραχμές το πρωί, στην πρωινή μου δουλειά στην οικοδομή, και το βράδυ που δούλευα σε κάποια μουσικά μεζεδοπωλεία, δέκα χιλιάδες δραχμές (γελάει). Το 2006, λοιπόν, βρέθηκα με τον τότε παραγωγό μου, τον Στέλιο Φωτιάδη, τον σύζυγο της Γλυκερίας, οπότε και ξεκινήσαμε μία μακρόχρονη συνεργασία, με μεγάλα σχήματα και σπουδαίους τραγουδιστές: Τον Μητροπάνο, τη Βιτάλη, τον Μακεδόνα, την Ασλανίδου, την Πόλυ Πάνου, τον Μαργαρίτη κ.ά.
– Πώς ξεκίνησε η συνεργασία σου με τον Θάνο Μικρούτσικο; Επικοινώνησε μαζί μου κάποιος συνεργάτης μας και μου είπε πως υπάρχουν κάποιες συναυλίες-αφιερώματα στον Γιάννη Ρίτσο, από τον Θάνο Μικρούτσικο, στις οποίες θα ήθελε να συμμετάσχω. Με αφορμή τη συνεργασία μας αυτή, ακολούθησε αργότερα και η δισκογραφική μου συνεργασία με τον Θάνο Μικρούτσικο, σε ποίηση Άλκη Αλκαίου.
– Τι θυμάσαι από τον Θάνο Μικρούτσικο; Ήταν εξαιρετικός από πολλές απόψεις· ατόφιος, ντόμπρος, κι ό,τι ήταν να πει στο έλεγε. Μου φέρθηκε σαν πατέρας. Εκτός του ότι είπε εξαιρετικά λόγια για μένα, στη συνέχεια με τίμησε και με δικά του τραγούδια. Ήταν δείγμα ενός ανθρώπου που στήριζε νέους ανθρώπους. Δυστυχώς, δεν ζήσαμε μαζί αρκετά πράγματα γιατί ήδη ξεκίνησε να ταλαιπωρείται απ’ τον καρκίνο.
- Νιώθεις πως άργησες να κάνεις πράγματα στο χώρο της μουσικής, δισκογραφικά; Tο 2010 είχα κάνει μια δισκογραφική δουλειά, με παραγωγό τον Στέλιο Φωτιάδη, με επανεκτελέσεις, τα «Χίλια γράμματα». Το 2017 κυκλοφόρησε η δεύτερη δισκογραφική μου δουλειά, σε ποίηση Φώντα Λάδη – με 4 τραγούδια σε μουσική Μάνου Λοΐζου και 4 σε μουσική του Δημήτρη Λάγιου. Και το 2020 κυκλοφόρησε η τρίτη δουλειά μου σε μουσική Θάνου Μικρούτσικου, Μιλτιάδη Πασχαλίδη, Θύμιου Παπαδόπουλου και Μανώλη Ανδρουλιδάκη, και σε στίχους, στο μεγαλύτερό της μέρος, του Άλκη Αλκαίου, με τίτλο «Όσα ονειρευτήκαμε». Ενδεχομένως, όσο το σκέφτομαι, ίσως και να μην ήμουνα πολύ «ζεστός» στο να κάνω πράγματα μέχρι το 2010, μπορεί γιατί δεν μου είχαν δοθεί οι ανάλογες ευκαιρίες δισκογραφικά. Θα ‘θελα πάντως να συνεχίσω έτσι, με πολύ όμορφες συνεργασίες· όπως άρχισα. Εξίσου σημαντικές, τόσο από άποψη συνθετών όσο και στιχουργών.
Info: Το τελευταίο τραγούδι του Δημήτρη Κανέλλου «Τα φιλιά», σε μουσική Μίμη Πλέσσα και στίχους Δημήτρη Χριστοδούλου, κυκλοφορεί από τη Minos-EMI.
xatzigeorgiou@yahoo.com
Φιλελεύθερα, 7.2.2021.