Ο Δημήτρης Αντωνίου τιμά εμπράκτως κι επί σκηνής τη σύγχρονη εγχώρια θεατρική γραφή γιατί πιστεύει ότι δεν έχει πολλά να ζηλέψει από την ξένη.
Ο μονόλογος της Ελένης Ξένου «Ο θάνατος του Μπαχ» είναι το τρίτο κυπριακό έργο στο οποίο συμμετέχει μετά το «Μεσοπάτωμα» της Μελίνας Παπαγεωργίου και τον «Ύπερο» του Κώστα Μαννούρη. Στη νέα αυτή σκηνική πρόκληση υποδύεται έναν πρώην διαφημιστή που έγινε ιδιοκτήτης εναλλακτικού γραφείου τελετών και συναντά έναν χαρακτήρα που τον αφορά και τον συγκινεί με την αλήθεια και τον αυτοσαρκασμό του.
– Ποια είναι η μεγάλη πρόκληση όταν ερμηνεύεις έναν μονόλογο; Να κρατήσεις αμείωτο το ενδιαφέρον και την προσοχή των θεατών. Αυτό ισχύει σε κάθε παράσταση, όμως ο βαθμός δυσκολίας στους μονολόγους είναι μεγαλύτερος. Στα πολυπρόσωπα έργα οι καταστάσεις προκύπτουν π.χ. μέσα από συζητήσεις για να επιτευχθεί η απόδοση της σκηνής και κατ’ επέκταση του έργου. Πασάρεις, όπως στο ποδόσφαιρο. Αν δεν επικοινωνήσεις με το συμπαίκτη σου δεν θα επιτευχθεί το αποτέλεσμα. Η παράσταση είναι αποτέλεσμα ομαδικής δουλειας. Σ’ ένα μονόλογο είσαι «μια ομάδα μόνος σου». Υποδύεσαι την κατάσταση, συνθήκη, πρόσωπο, εποχή. Καλείσαι να ερμηνεύσεις μόνος. Είσαι μόνο εσύ και το κοινό. Τρομακτικό και συνάμα ερωτεύσιμο. Είναι λες και φλερτάρεις με κάποιον, συγκεκριμένα με τον θεατή. Οι αντιδράσεις, τα βλέμματα, το χειροκρότημα είναι η μεγαλύτερη επιβεβαίωση. Να νιώθεις ότι πείθεις με την αλήθεια του ρόλου που ερμηνεύεις. Βέβαια, να διευκρινίσω ότι πίσω από το «μόνος» υπάρχει μια σκηνοθεσία, το κοστούμι, ένα σκηνικό, η μουσική, η κίνηση. Εκπροσωπείς μια ομαδική δουλειά.
– Ποια γνώμη έχεις αποκομίσει από την τριβή σου με έργα Κυπρίων συγγραφέων; Τα κυπριακά έργα δεν έχουν να ζηλέψουν απολύτως τίποτα από τα ελληνικά ή ξένα έργα. Μερικά από τα χαρακτηριστικά τους είναι οι κατηγοριοποιημένες πολυπρόσωπες σκηνές, απόλυτα επίκαιρες, με δομή που εξελίσσεται, με αρχή- μέση- τέλος, με χαρακτήρες γνώριμους στην κυπριακή κοινωνία που άλλοτε αποτελούν παραδείγματα προς αποφυγήν κι άλλοτε προς μίμηση. Κι είναι γραμμένα με τρόπο που να προβληματίζουν.
– Ποια τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά τους; Αφηγήσεις χαρακτήρων με πάθη, οικογενειακά συμπλέγματα, διλήμματα και σκέψεις για μετανάστευση με την ελπίδα για ένα καλύτερο αύριο. Χαρακτήρες που ψάχνουν απεγνωσμένα τη λύτρωση από οικονομικά, συναισθηματικά και κοινωνικά αδιέξοδα. Αφήγηση ρομαντική, συναισθηματική, ποιητική, βαθιά αληθινή, με έντονο αυτοσαρκασμό και πικρία είναι ακόμα μερικά από τα χαρακτηριστικά της γραφής τους. Δριμύ κατηγορώ για την πολιτικό-κοινωνικό-οικονομική κατάσταση, την πατριαρχική κοινωνία, τις δηθενιές και τους καθωσπρεπισμούς που μας πλήττουν.
– Πιστεύεις ότι σου ταιριάζουν; Με εκφράζουν, με αφορούν, με συγκινούν γιατί έχουν την τόλμη να επικοινωνήσουν τις αλήθειες τους μέσα από μια γραφή που ακροβάτεί ανάμεσα στο κωμικό και το τραγικό.
– Ποια χαρακτηριστικά του συγκεκριμένου χαρακτήρα σε γοήτευσαν περισσότερο; Ο αυτοσαρκασμός του μου ταιριάζει πολύ. Μέσα από τον αυτοσαρκασμό ο ήρωας οδηγείται τελικά σε μια προσωπική παραδοχή για το ποιος είναι και ποια η ευθύνη του απέναντι στον εαυτό του και τους γύρω του. Άσχετα με το αποτέλεσμα, οδηγείται σε μία προσωπική λύτρωση. Ο συνδυασμός οργής και αγάπης που νιώθει για τον πατέρα του, ο θυμός, η ειρωνεία, οι θύμησες σε σχέση με οικογενειακά του πρόσωπα, πόσο όλα αυτά έχουν καθορίσει τον χαρακτήρα του. Παράλληλα, είναι η κοινωνική απόρριψη κι ο στιγματισμός που βιώνει. Είναι σαν καρδιογράφημα, με τα πάνω και τα κάτω. Μόνο πρόκληση μπορεί να αποτελέσει για έναν ηθοποιό επί σκηνής.
– Σε ποιο βαθμό «γίνεσαι» εσύ ο χαρακτήρας και σε ποιον τον φέρνεις στα δικά σου μέτρα; Στο στάδιο της μελέτης ενός ρόλου περνώ μέσα από μια διαδικασία που είναι από τις αγαπημένες μου φάσεις. Ανάλογα με το έργο, την εποχή του, τον συγγραφέα, προσεγγίσω τον ρόλο ψυχοσωματικά. Έχοντας κατανοήσει τον χαρακτήρα και τα συναισθήματά του, στην πορεία προσθέτω και την ανάλογη κίνηση. Γίνομαι ο ρόλος μέχρι εκεί που μου επιτρέπει η συνείδηση και η λογική μου, ώστε να μπορώ μετά το τέλος της εργασίας να διαχωρίζω μέσα μου ποιος είμαι και ποιον υποδύομαι. Καθοριστικός είναι κι ο ρόλος του σκηνοθέτη όσον αφορά την προσέγγιση του χαρακτήρα, δεν παύω να υπηρετώ το δικό του όραμα. Εφόσον παίζοντας χρησιμοποιώ τη δική μου βεντάλια συναισθημάτων και τον δικό μου σωματότυπο, προσπαθώ να φέρνω το ρόλο όσο πιο κοντά γίνεται στα δικά μου μέτρα για να είμαι όσο το δυνατόν πειστικός. Για όποιον χαρακτήρα κι αν πρόκειται, μέσα μου σ’ έναν βαθμό τον δικαιολογώ, τον αγαπώ και τον κατανοώ. Για να μπορέσω να τον υποδυθώ.
– Τι σε τρομάζει περισσότερο με τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης; Τα στημένα- εσφαλμένα- ανεπεξέργαστα νέα ταξιδεύουν με ιλιγγιώδη ταχύτητα κάνοντας τον γύρο του κόσμου σε δευτερόλεπτα. Αυτό έχει ανυπολόγιστες συνέπειες για το άτομο και το σύνολο. Σε παρόμοια θέση βρίσκεται ο ήρωας του έργου. Τα ΜΚΔ είναι ανεξάντλητο θέμα. Όσα θετικά προσφέρουν άλλα τόσα δεινά προκαλούν. Εμένα μ’ ενοχλεί να μάς βλέπω με ένα τηλέφωνο στο χέρι σαν να είναι προέκταση, χαμένους σε μια οθόνη για ώρες. Η ψυχολογία να καθορίζεται από τα like που «τσιμπήσαμε» στην ανάρτηση που κάναμε. Με τρομάζει η τοξικότητα και η ανελευθερία που προκύπτει.
* «Ο θάνατος του Μπαχ» της Ελένης Ξένου σε σκηνοθεσία Αλεξίας Παπαλαζάρου, Θέατρο Μασκαρίνι, Λατσιά. Παραστάσεις: Από 5/12 και κάθε Σάββατο, Κυριακή και Τετάρτη στις 7μ.μ. μέχρι 20/12, 99251331