Ο Γερμανός τέως καλλιτεχνικός διευθυντής και αρχιμουσικός της ΣΟΚ αποχωρεί από την Κύπρο με την αίσθηση ότι άφησε κάτι στη μέση.
Κατά την τελετή εγκαινίων του Δημοτικού Θεάτρου Λευκωσίας το 2019 ο Γενς Γκέοργκ Μπάχμαν είχε προαναγγείλει μια μελλοντική κυπριακή συμπαραγωγή όπερας, από τη Συμφωνική Ορχήστρα Κύπρου και το Διεθνές Φεστιβάλ Κύπρια. Το φιλόδοξο εκείνο σχέδιο τελικά ευοδώνεται κι ανοίγει την αυλαία του φετινού φεστιβάλ με το διάσημο κωμικό ιντερμέδιο του Τζοβάνι Μπατίστα Περγκολέζι «Yπηρέτρια Kυρά», απόψε και αύριο στο Δημοτικό Θέατρο Λευκωσίας και την Τετάρτη 9 Σεπτεμβρίου στο Παττίχειο Λεμεσού. Εντούτοις, ο Μπάχμαν δεν είναι πια καλλιτεχνικός διευθυντής της ΣΟΚ αφού το συμβόλαιό του δεν ανανεώθηκε κι επιστρέφει στις παραστάσεις αυτές με την ιδιότητα του μαέστρου. Για να αποχαιρετίσει τους μουσικούς του, αλλά και το φιλόμουσο κοινό, του οποίου την ουσιαστική και βιώσιμη αύξηση θεωρεί ένα από τα σημαντικότερα επιτεύγματα της τριετούς θητείας του.
Με την αφορμή αυτή ζητήσαμε από τον Γερμανό αρχιμουσικό να προβεί σε έναν απολογισμό της θητείας του αλλά και να μοιραστεί μαζί μας τις σκέψεις του για το παρόν και το μέλλον της ΣΟΚ. Ο ίδιος αναφέρει ότι αναχωρεί από την Κύπρο έχοντας αποκομίσει πολλές θετικές εντυπώσεις και προσωπικές φιλίες, αλλά κι έναν θαυμασμό για τις φυσικές ομορφιές του νησιού. Ωστόσο, υπογραμμίζει ότι το όραμά του για την ορχήστρα αυτή δεν σταματά με την αναχώρησή του.
Ο Γενς Γκέοργκ Μπάχμαν γεννήθηκε και μεγάλωσε στην πάλαι ποτέ διαιρεμένη πόλη του Βερολίνου και αφίχθη στην Κύπρο ανυπομονώντας να συμβάλει στη βελτίωση της ποιότητας ζωής των Λευκωσιατών και των Κυπρίων. Κι αποχωρεί έχοντας στο μυαλό του να στριφογυρίζει η άποψη ότι στο νησί απαιτείται συντονισμένη προσπάθεια για ενθάρρυνση της διαφάνειας και της αξιοκρατίας.
«Ευλογία και κατάρα»
«Η ύπαρξη αυτής της ορχήστρας είναι ευλογία και κατάρα, επειδή είναι η μόνη ορχήστρα της χώρας και επομένως έχει το μονοπώλιο» σημειώνει. «Αυτό έχει μεγάλες δυνατότηες. Αλλά ταυτόχρονα δεν υπάρχει ανταγωνισμός κι επομένως δεν υπάρχει σύγκριση. Επίσης, δεν έχουμε συχνά επισκέψεις από ορχήστρες του εξωτερικού. Επομένως, δεν υπάρχουν αντικειμενικά σημεία αναφοράς για τα καλλιτεχνικά πρότυπα ώστε να τεθούν τα πράγματα στη σωστή αναλογία. Είναι ο κίνδυνος του γυάλινου πύργου κι αυτό μπορεί να αποφευχθεί μόνο με την προνοητικότητα».
Κατά τη θητεία του, ο μαέστρος κατάφερε σε συνεργασία με το ΔΣ του Ιδρύματος Συμφωνική Ορχήστρα να ευνοήσει τη δημιουργία δύο θέσεων πλήρους απασχόλησης στην ορχήστρα και μια επιπλέον διοικητική θέση, σε μια προσπάθεια να ενισχυθεί η ορχήστρα εντός και εκτός σκηνής. Παράλληλα, θεωρεί ότι οι μουσικοί και ο ίδιος εργάστηκαν επιμελώς για βελτιώσουν την απόδοση και τη διεθνή αποδοχή της ΣΟΚ. Μολαταύτα, επισημαίνει ότι για να μπορεί να συγκριθεί με άλλα μουσικά σύνολα στο εξωτερικό και να προσελκύσει περισσότερο κοινό, πρέπει να προσφέρει μια ευρύτερη ποικιλία ρεπερτορίου για την οποία απαιτείται η διεύρυνση της ορχήστρας. Προς αυτή την κατεύθυνση, είχε υποβάλει κατά τη διάρκεια της θητείας του σχετικό εμπεριστατωμένο πλάνο.
«Γενικά, έχουμε μια καλή ποικιλία και ισορροπία εθνικών και διεθνών ταλαντούχων μουσικών και θα πρέπει να είμαστε περήφανοι γι’ αυτούς. Τα κριτήρια επιλογής και η εργασιακή ηθική έχουν γίνει αυστηρότερα με την πάροδο του χρόνου, αλλά όπως σε κάθε οργανισμό υπάρχουν κάποιες αδυναμίες. Η πιο πρόσφατη κι επιτυχημένη στρατηγική της ορχήστρας ήταν η συνεχής βελτίωση των προτύπων πρόσληψης» προσθέτει.
Σχέση με το ΔΣ: Ανάμεικτα συναισθήματα
Οι ενστάσεις και παρατηρήσεις του μαέστρου Μπάχμαν αφορούν αφενός την καθυστέρηση στη διεύρυνση της ορχήστρας και τα κριτήρια που ισχύουν στην επιλογή των μελών του διοικητικού συμβουλίου. Ο ίδιος παράλληλα διατυπώνει την άποψη ότι το ιδανικό για την ορχήστρα θα ήταν να προσφέρεται μακροχρόνια σύμβαση στον Μουσικό Διευθυντή μέσα από μια διαδικασία επιλογής που να διενεργείται από εμπειρογνώμονες. «Αυτό θα παρείχε τη σταθερότητα για την υλοποίηση ενός μακροπρόθεσμου οράματος. Θα ήταν επίσης συμβατό με τα διεθνή πρότυπα» τονίζει σχετικά.
Αναφερόμενος στη σχέση και συνεργασία του με τη διοίκηση του ιδρύματος κατά τη διάρκεια αυτών των τριών ετών δεν διστάζει να πει ότι συνολικά του αφήνει ανάμεικτα συναισθήματα. «Και με τα δύο ΔΣ ξεκινήσαμε καλά κι ένιωσα να με υποστηρίζουν στην αποστολή μου. Μετά την άφιξή μου το 2017, το 2018 είχαμε πάρα πολλές χρονοτριβές και για το μεγαλύτερο μέρος του 2019 το νέο ΔΣ δεν είχε μόνιμο πρόεδρο. Η επικοινωνία και η λήψη αποφάσεων χειροτέρεψαν. Το 2019 ενημερώθηκα ότι το συμβόλαιό μου δεν θα ανανεωθεί, χωρίς την πειστική εξήγηση που απαιτεί η κοινή πρακτική».
Με βάση τις προηγούμενες εμπειρίες του, ο ίδιος διατηρεί τις αμφιβολίες του για τη λειτουργικότητα του συστήματος διοίκησης της ΣΟΚ. «Σε ευρωπαϊκές χώρες με μακρά παράδοση σε ορχήστρες και θέατρα δεν υπάρχουν καθόλου διοικητικά συμβούλια, ενώ στην Αμερική οι ενδιαφερόμενοι σύμβουλοι ανταγωνίζονται για τον διορισμό τους με προσόντα την περιουσία τους, την εμπειρογνωμοσύνη τους, την εμπειρία και το πάθος τους για τη μουσική. Εκεί, η πολιτική διασύνδεση δεν διαδραματίζει κανένα ρόλο» σχολιάζει.
«Βεβιασμένη απόφαση από το ΔΣ»
Ο Γενς Γκέοργκ Μπάχμαν δεν κρύβει ότι θεωρεί απογοητευτικό το γεγονός ότι δεν ανανεώθηκε το συμβόλαιό του, αν και μπορούσε να ήταν μια τυπική διαδικασία. Σύμφωνα με τον ίδιο, χτίστηκε μια επιτυχημένη καλλιτεχνική συνεργασία με τους μουσικούς κι είχε αρχίσει να δημιουργείται ένα νέο σήμα κατατεθέν για την Κύπρο. «Χτίσαμε νέους, στενούς δεσμούς μ’ ένα αυξανόμενο κι ευγνώμον κοινό σε όλη τη χώρα. Ωστόσο, μέχρι σήμερα δεν μου δόθηκε πειστική εξήγηση για την απόφαση να μην ανανεώσουμε. Όλες οι προσπάθειές μου για διευκρινίσεις αγνοήθηκαν».
Επιπλέον, ο τέως πια καλλιτεχνικός διευθυντής της ΣΟΚ επισημαίνει με βάση την εμπειρία του ότι η απόφαση του ΔΣ να έχει καλλιτεχνικό διευθυντή μόνο με διευθυντικές αρμοδιότητες κι όχι μόνιμο μαέστρο είναι βεβιασμένη και δεν έχει καμία λογική: «η ιστορία αποδεικνύει ξεκάθαρα ότι οι ορχήστρες μεγάλωσαν σε καλλιτεχνική επιτυχία και φήμη βασισμένες σε μακροχρόνιες σχέσεις με μαέστρους. Κι αυτό επειδή η καλλιτεχνική συνέπεια δημιουργεί σταθερότητα, που εγγυάται την ποιότητα, που χτίζει ενότητα στο ύφος – που δημιουργεί ταυτότητα για τους μουσικούς και για το κοινό. Δεν μπορώ να υποθέσω γιατί επιλέχθηκε να γίνει αυτό το πισωγύρισμα. Μπορώ, πάντως, να διαβεβαιώσω ότι τα μακροπρόθεσμα σχέδιά μου που αναδεικνύουν τη ΣΟΚ διεθνώς ήταν έτοιμα προς έγκριση και υλοποίηση».
Υπό το πρίσμα αυτό, ο ίδιος υποδεικνύει ότι δεν μπορεί να εκλάβει τη θητεία του ως μια ολοκληρωμένη αποστολή, αφού ρεαλιστικά χρειάζονταν περισσότερα από τρία χρόνια. Και νιώθει την ανάγκη να εκφράσει τη βαθιά ευγνωμοσύνη του στους εκατοντάδες λάτρεις της μουσικής που λέγεται ότι υπέγραψαν αίτηση για να τον κρατήσουν στην Κύπρο – κι οι οποίες αγνοήθηκαν όπως και πολλές άλλες εκδηλώσεις υποστήριξης από ανθρώπους από όλα τα κοινωνικά στρώματα.