Μπορούν οι σχέσεις γονιών και παιδιών ν’ αυτονομηθούν; Μπορεί η αγάπη να λειτουργήσει εγκλωβιστικά και να φυλακίσει τον άνθρωπο; Προβληματισμούς πάνω σε αυτά τα ερωτήματα επιχειρεί να θέσει το θεατρικό «Η Βασίλισσα της ομορφιάς», που σκηνοθετεί ο Νίκος Νικολαΐδης.

– Τι σας τράβηξε το ενδιαφέρον  σ’ αυτό το θεατρικό; Πρόκειται για ένα πολύ δυνατό έργο, σύγχρονο και κλασικό ταυτόχρονα, με ακραία γραφή, εντυπωσιακή ρυθμολογία, έντονο σασπένς και διαβρωτικό χιούμορ. Εκτυλίσσεται τη δεκαετία του ’90 σε μια δυτική επαρχία της δυτικής Ιρλανδίας και περιγράφει την εκρηκτική συμβίωση μιας εβδομηντάχρονης αυταρχικής μητέρας με τη σαραντάχρονη κόρη της, που τη φροντίζει. Ο δραματουργικός καμβάς της ιστορίας των δύο γυναικών περιλαμβάνει διαρκείς, αδυσώπητες λεκτικές ξιφομαχίες. Φέρονται σαν άγρια ζώα κλεισμένα στο ίδιο κλουβί, που τα ενώνει -εκτός από το μίσος- μια αδιόρατη κλωστή ανάγκης και καταναγκαστικής αφοσίωσης. Είναι η απόλυτη τραγωδία της «διπλανής πόρτας», διαποτισμένη από εξαιρετικό χιούμορ, ένα χαρακτηριστικό «δράμα του νεροχύτη» (όπως συνηθίσαμε να το αποκαλούμε στις πρόβες με τους ηθοποιούς).  Ένα ασφυκτικό σπίτι, μια αδιέξοδη χώρα και μια εξαρτημένη, κακοποιητική σχέση, μας δίνουν ένα έργο απόλυτα οικουμενικό, με δυνατό χιούμορ και αληθινή ευαισθησία, που δεν μπορεί παρά να γοητεύει δημιουργούς και θεατές.

– Με αυτό το έργο έγινε διάσημος ο ΜακΝτόνα στα 26 του. Γιατί είχε τόση μεγάλη επιτυχία; Για όσα ανέφερα πιο πριν, όπως και για το ότι ο ΜακΝτόνα κατάφερε να ξεφύγει από τα στενά ιρλανδικά κοινωνικοοικονομικά και ψυχοκοινωνιολογικά προβλήματα και να καταθέσει ένα έργο οικουμενικό, με δυνατό χιούμορ κι αληθινή ευαισθησία, με έντονη βία και βαθιά μοναξιά, μια μαύρη κωμωδία που εκτρέπεται σε οικογενειακή τραγωδία, ένα ωμό ρεαλιστικό θέατρο με μια ποιητική διάσταση, που αγγίζει και ταρακουνά. Ο ΜακΝτόνα φημίζεται για την ικανότητά του να εμπλουτίζει το θέατρο με την ένταση ενός «στα μούτρα μας» εφιάλτη (in-yer-face theatre), με καταστάσεις που φαντάζουν κοντινές και γνώριμες, όσο και ανοίκειες και τερατώδεις.

– Πώς συνυπάρχει η βία με το χιούμορ στο έργο; Η βία είναι ένα σημαντικό δραματικό εφεύρημα στο έργο. Ο ΜακΝτόνα τη χρησιμοποιεί για να εξασφαλίσει τη συμμετοχή του κοινού, να το σοκάρει και να του μεταδώσει την απαιτούμενη αγωνία. Ο ίδιος ο συγγραφέας δηλώνει ότι με τα έργα του στοχεύει στις ισχυρές συγκινήσεις. Η βία όμως που προτείνει δεν είναι ένας απλός σχολιασμός πάνω στην οικογενειακή ζωή, αλλά αναπτύσσεται σε κοινωνικό και παγκόσμιο επίπεδο. Η βία αυτή συμπλέει επιτυχώς με το έντονο, μαύρο και διαβρωτικό χιούμορ, εμποτισμένο με κοινωνικό σχόλιο. Τα δε αντικείμενα βασανιστηρίων και φονικά όργανα είναι αυτά της καθημερινότητας (όπως η μασιά για το τζάκι, το σπορέλαιο, τα μπισκότα), στοιχεία που καθιστούν το έργο ακόμα πιο πολύ -περιέργως- οικείο.  

– Τι προβληματισμούς θέλετε να δημιουργήσετε στο κοινό μέσα από αυτή την παράσταση; Τους προβληματισμούς πάνω σε ουσιώδη ερωτήματα της ζωής  τούς θέτει από μόνο του το έργο, με έναν εύσχημο και δυνατό κωμικοτραγικό τρόπο, όπως «Πώς βιώνουν οι άνθρωποι τη ζωή;», «Μπορούν οι σχέσεις γονιών και παιδιών ν’ αυτονομηθούν;», «Μπορεί η αγάπη να λειτουργήσει εγκλωβιστικά και να φυλακίσει τον άνθρωπο;». Η παράσταση (πιστή στην ιδιοσυγκρασία του συγγραφέα) δεν μένει στην απλή αναπαράσταση των γεγονότων, αλλά προκαλεί τους θεατές να μπουν μέσα και να αισθανθούν τα ακραία συναισθήματα των χαρακτήρων.

– Γιατί θέσατε το ηλικιακό όριο στους θεατές (άνω των 16 ετών); Γιατί στο έργο συναντά κανείς ενοχλητικούς διάλογους, ψυχολογική και σωματική βία που στοχεύει ακριβώς στην πρόκληση των θεατών. Ανάλογα, βέβαια, δραματικά στοιχεία (και ηλικιακό όριο) υπήρχαν και στην αμέσως προηγούμενη παραγωγή που παρουσιάσαμε στο Θέατρο Σκάλα  (την «Αγαπητή Ελένα» της Λουντμίλα Ραζουμόφσκαγια), αλλά σας αναφέρω ότι, όσοι νεαροί θεατές  την παρακολούθησαν, μας δήλωναν πόσο πολύ έντονα τους άγγιξε το θέμα και η εμπειρία. Αντιλαμβάνομαι ότι οι έφηβοι σήμερα είναι περισσότερο, απ’ ό,τι στο παρελθόν, έτοιμοι, ευαισθητοποιημένοι ή «περίεργοι» για σκληρότερη κοινωνικά θεματολογία. Ελπίζω και «Η Βασίλισσα της Ομορφιάς», ως έργο και ως παράσταση, να αποτυπωθεί στις νεαρότερες ηλικίες θεατών με ανάλογα δυνατά συναισθήματα πρόσληψης.  

*Το θεατρικό έργο «Η Βασίλισσα της ομορφιάς» ανεβαίνει από το θέατρο Σκάλα σε σκηνοθεσία Νίκου Νικολαΐδη. Η Πρεμιέρα του έργου θα δοθεί το Σάββατο 12 Σεπτεμβρίου, ώρα 20:30 – Παττίχειο Δημοτικό Θέατρο «ΣΚΑΛΑ», τηλ. 24652800/1 – 99490102.