«Θέλησα να προσεγγίσω τον αόρατο κόσμο των παρασκηνίων, αλλά και την τόσο διαφορετική καθημερινότητα των εργαζομένων.»
– Τι είναι αυτό που σας απασχολεί στο νέο σας βιβλίο που φέρει τον τίτλο «Θέα Ακρόπολη»; Στο «Θέα Ακρόπολη» θέλησα να ζωντανέψω την ατμόσφαιρα ενός πεντάστερου ξενοδοχείου το καλοκαίρι μιας εποχής ευμάρειας που πέρασε, της δεκαετίας του ’90. Καθώς έγραφα το βιβλίο, συνειδητοποίησα πόσο πολύ μοιάζουν τα ξενοδοχεία με θέατρα και οι υπάλληλοί τους με ηθοποιούς, ενώ ένα πλήθος άλλοι, το τεχνικό προσωπικό, που φροντίζει την εύρυθμη λειτουργία της σκηνής από τα παρασκήνια, παραμένει αθέατο και άγνωστο στους περισσότερους από μας. Αυτόν τον αόρατο κόσμο των παρασκηνίων θέλησα να προσεγγίσω μαζί με μικρά μυστικά του επαγγέλματος, αλλά και την τόσο διαφορετική καθημερινότητα των εργαζομένων από αυτήν των επώνυμων και μη πελατών του ξενοδοχείου, σε μια γραμμική αφήγηση, βασισμένη στους χαρακτήρες.
– Το σημείο εκκίνησης για τη συγγραφή του ήταν κάποιο συγκεκριμένο συμβάν; Ο «σπόρος» του «Θέα Ακρόπολη» ήταν η Θέκλα, η ιδιόρρυθμη καμαριέρα που πρωταγωνιστεί δίπλα στον Μάκη, τον καλύτερο και πιο ευσυνείδητο ρεσεψιονίστ του ξενοδοχείου. Αν και ο Μάκης είναι ο πρωταγωνιστής της ιστορίας, η αρχική σύλληψη ήταν η Θέκλα, μια απλή γυναίκα με τις ιδιοτροπίες, τα μυστικά της, την πικρή οικογενειακή ιστορία και μια ενδιαφέρουσα –θέλω να ελπίζω– προσωπικότητα.
– Πώς επιλέξατε ως φόντο ένα πολυτελές αθηναϊκό ξενοδοχείο για να εκτυλίσσεται η ιστορία σας; Εργάστηκα σε τέτοια ξενοδοχεία πολλά χρόνια μετά τις σπουδές μου στα ξενοδοχειακά και ήταν μια εμπειρία πολύ έντονη και σημαντική την οποία ποτέ μέχρι τώρα δεν είχα επιχειρήσει να εντάξω στη θεματική μου. Έπειτα από πολλά χρόνια, το πράγμα είχε ωριμάσει μέσα μου και θέλησα να το επιχειρήσω, αποφεύγοντας όμως κάθε ίχνος αυτοβιογράφησης.
– Αλήθεια, στα βιβλία σας τι προηγείται, η ιστορία, οι ήρωες ή κάτι άλλο; Πρώτα εμπνέομαι έναν χαρακτήρα, μετά τον τοποθετώ σε συγκεκριμένο τόπο, μετά σε συγκεκριμένο χρόνο και μετά φαντάζομαι την υπόλοιπη ιστορία που θέλω να πω.
– Δεδομένου ότι έχετε δύο συλλογές διηγημάτων και μία νουβέλα στη φαρέτρα σας, πώς ήταν η εμπειρία της μεγαλύτερης λογοτεχνικής φόρμας; Προηγήθηκε το «Group Therapy» το 2013, και το «Θέα Ακρόπολη» τώρα είναι ένα μυθιστόρημα ακόμα πιο πολυπρόσωπο, με παράλληλες ιστορίες που εξελίσσονται προς ένα κοινό τέλος. Νομίζω πως η μετάβαση από τη μικρή στη μεγάλη φόρμα έγινε σταδιακά μέσα στα χρόνια και ήταν ένα απόλυτα φυσιολογικό επόμενο βήμα. Η εμπειρία φυσικά είναι πολύ διαφορετική, το μυθιστόρημα έχει άλλες απαιτήσεις, θέλει οργάνωση και υπομονή. Το «Θέα Ακρόπολη» το έγραψα σε διάστημα τριών χρόνων αλλά με μεγάλα διαστήματα ανάπαυλας και σχεδιασμών.
– Ποιο βιβλίο διαβάσατε πρόσφατα και συστήνετε ανεπιφύλακτα; «Μέρες δίχως τέλος» του Σεμπάστιαν Μπάρι, εκδόσεις Ίκαρος. Καθηλωτικό και σαγηνευτικό μαζί.
Εκδόσεις Μεταίχμιο
Σελίδες: 216
Τιμή: €12,20
Φιλελεύθερα, 1.3.2020.