Πολλοί ζωγράφοι ανατρέχουν σε εικόνες και μνήμες από την παιδική τους ηλικία για να αντλήσουν ερεθίσματα. Ο Ολλανδός εικαστικός Γιοχάνες φαν Φουχτ το κάνει επίσης, χωρίς όμως νοσταλγική διάθεση. «Η παιδική ηλικία μάς μαθαίνει ότι όλα αλλάζουν και τίποτα δεν μένει ίδιο, είτε μας αρέσει είτε όχι» λέει. Μιλήσαμε μαζί του με αφορμή την πρώτη ατομική του έκθεση στην γκαλερί Γκλόρια.

– Πώς γνωριστήκατε με την Γκλόρια Κασσιανίδου; Μέσω ενός κοινού φίλου, του Λευτέρη Ολύμπιου. Η Γκλόρια επισκέφτηκε το στούντιό μου στο Άμστερνταμ για να δει τη δουλειά μου. Είναι μια εξαιρετικά ευαίσθητη επαγγελματίας και οι γνώσεις της για την τέχνη είναι εκπληκτικές.

– Τι συμβολίζει ο τίτλος της έκθεσης «Ο Δρόμος»; Ο τίτλος «The Road» προέρχεται από ένα ποίημα του Robert Frost «The Road Not Taken». Όλο το ποίημα είναι μια μεταφορά για τη ζωή (τον δρόμο) και τις επιλογές που κάνουμε στην πορεία. Όταν, για παράδειγμα, επιλέξεις να γίνεις ζωγράφος, θα βρεις πολλά εμπόδια στο δρόμο σου. Το μυστικό είναι να μένεις πιστός στα δικά σου συναισθήματα, στη διαίσθηση και στο πάθος σου. Ορισμένες επιλογές πονάνε, μπορούν όμως να δώσουν και πολλή ικανοποίηση. Η συμβουλή μου είναι να ακολουθείτε την καρδιά και τη διαίσθησή σας.

– Στα έργα σας έχετε αναφορές στην παιδική σας ηλικία. Τι σας ωθεί να ανατρέχετε σ’ αυτή την περίοδο της ζωής σας; Η παιδική ηλικία είναι ένα στάδιο της ζωής στο οποίο ανακαλύπτουμε τον κόσμο και μαθαίνουμε να κατανοούμε τους ανθρώπους και τα πράγματα γύρω μας. Από την άλλη, είναι μια περίοδος που είμαστε πολύ ευάλωτοι και εξαρτημένοι. Αυτό που συνέβη στην παιδική μας ηλικία παραμένει μέρος του εαυτού μας, και μερικές φορές είναι πολύ δύσκολο να το αλλάξουμε. Παιδική ηλικία δεν σημαίνει νοσταλγία, σαν να θέλεις να επιστρέψεις σε εκείνη την εποχή και να νομίζεις ότι όλα ήταν καλά τότε. Όχι, είναι περισσότερο μια κατάσταση μελαγχολίας, να ξέρεις ότι όλα αλλάζουν και τίποτα δεν μένει ίδιο, είτε σου αρέσει είτε όχι.

– Ποια θέματα πραγματεύεστε σ’ αυτή την ενότητα έργων; Μου αρέσει να δουλεύω στα πλαίσια της παράδοσης που μας προσφέρει η ζωγραφική. Χρησιμοποιώ το πορτρέτο, την ανθρώπινη φιγούρα, τη φύση. Κάνω συνειδητές και ασυνείδητες επιλογές για ένα θέμα και δίνω στον πίνακα έναν τίτλο, αν υπάρχει λόγος να το κάνω. Κάθε έργο έχει το δικό του δικαίωμα ύπαρξης και έναν λόγο για τον οποίο ζωγραφίστηκε. Για μένα η ζωγραφική είναι σκέτη ανάγκη για να κατανοήσω και να οραματιστώ τη σχέση με το υποσυνείδητό μου και την καθημερινή μου πραγματικότητα. Είναι στο χέρι του θεατή να ανακαλύψει μόνος του ποια ερμηνεία θέλει να δώσει στους πίνακές μου.

– Το γεγονός ότι γεννηθήκατε σε μια χώρα με μεγάλη παράδοση στις τέχνες πως έχει επηρεάσει το εικαστικό σας έργο; Γεννήθηκα στην επαρχία, όπου ο ορίζοντας μου ήταν κυριολεκτικά βαθύς και μακρινός. Στην πόλη ο ορίζοντάς σου είναι περιορισμένος. Η ευρυχωρία του ποταμού και του τοπίου διαμόρφωσαν την οπτική μου ως παιδί. Μπορώ να θυμηθώ τις εικόνες πινάκων που απεικονίζονταν σε πολλά αντικείμενα, όπως η «Νυχτερινή Περίπολος» σε ένα βάζο για μπισκότα. Ή τις εικονογραφήσεις που συνοδεύουν μια βιβλική ιστορία ή την πρώτη συνάντηση με τους παλιούς ολλανδικούς πίνακες μπαίνοντας σε ένα μουσείο για πρώτη φορά. Η ολλανδική ζωγραφική έχει μια αξιοσημείωτη παράδοση, η οποία χαρακτηρίζεται από τη χρήση του φωτός. Κανένας ζωγράφος δεν μπορεί να αγνοήσει το ολλανδικό φως. Φυσικά, το πώς επηρεάζεσαι εξαρτάται και από τη χρονική περίοδο που μεγαλώνεις. Μεγάλωσα σε μια εποχή όπου ο αφηρημένος εξπρεσιονισμός ήταν πολύ μοντέρνος, ενώ αργότερα στην εφηβεία μου η κίνηση του Zero και η δημιουργία παραστάσεων ήταν πολύ hot. Επεξεργάζομαι στο υποσυνείδητό μου όλες αυτές τις εικόνες, από παλιά ώς σήμερα.

– Πώς επιλέξατε τη ζωγραφική ως εικαστικό μέσο; Όταν σπούδαζα, πειραματίστηκα με όλα τα είδη, από σχέδιο με κάρβουνο, ζωγραφική, φωτογραφία ώς τον σχεδιασμό τρισδιάστατων εγκαταστάσεων. Τα πρώτα μου χρόνια επικεντρώθηκα στη γραφιστική, το σχέδιο και τη γλυπτική, μου άρεσε να δουλεύω με πηλό. Πολύ συνειδητά επέλεξα το λάδι, υπάρχει εδώ και αιώνες. Μου αρέσει να δουλεύω με τη λεγόμενη τεχνική «wet in wet». Οι αποχρώσεις, η διαύγεια και η αντανάκλαση του φωτός είναι άνευ προηγουμένου.

– Το έργο σας είναι επηρεασμένο από Ολλανδούς ή ξένους καλλιτέχνες; Κάθε καλλιτέχνης επηρεάζεται από άλλους καλλιτέχνες ή πολιτισμούς, είτε στις εικαστικές τέχνες είτε στον μουσικό ή λογοτεχνικό κόσμο. Μέσα από τη δική του ευαισθησία, μελέτη και παρατηρητικότητα, ένας καλλιτέχνης αναπτύσσει ένα εξειδικευμένο μάτι, ένα «μάτι δικό του» που του δίνει τη δική του ταυτότητα. Χρειάζονται χρόνια για να επιτευχθεί.

– Πόσο δύσκολο είναι να αναπτύξει ένας καλλιτέχνης τη δική του ταυτότητα; Είναι ένας δρόμος με πολλά εμπόδια και παγίδες. Πιστεύω ότι αν μείνεις πιστός στη διαίσθηση και το πάθος σου, θα αναπτύξεις τη δική σου οπτική γλώσσα. Η ταυτότητα είναι ένα δύσκολο στοιχείο. Μερικές φορές νομίζω ότι δεν υπάρχει καθόλου, αλλά είναι μάλλον ένα σύνολο εμπειριών, βιωμένων συναισθημάτων, κοινωνικών και ψυχολογικών γεγονότων, πολιτιστικών επιρροών από το εξωτερικό. Ως καλλιτέχνης απλά υπάρχεις και δεν χρειάζεται να λογοδοτήσεις σε ποια ομάδα ανήκεις. Ο Ρέμπραντ και ο Βαν Γκογκ δεν είναι αποκλειστική ιδιοκτησία των Ολλανδών. Ανήκουν σε όλους τους ανθρώπους. Κάθε άνθρωπος είναι κληρονόμος όλης της ανθρώπινης δημιουργίας. Ο ιστορικός Noah Yuval Harari έχει γράψει ένα υπέροχο δοκίμιο γι’ αυτό. Η αναζήτηση ταυτότητας είναι επικίνδυνη – ο άνθρωπος είναι σύνθετο ον. Εκείνοι που περιορίζουν τον κόσμο τους στην ιστορία μιας και μόνο ομάδας ανθρώπων, απομακρύνονται από την ανθρωπιά τους.

– Τι σημαίνει για σας να παρουσιάζετε δουλειά σας έξω από τα σύνορα της Ολλανδίας; Σίγουρα είναι τιμή αν μπορείς να δείξεις τη δουλειά σου σε όσο το δυνατόν περισσότερους ανθρώπους. Κερδίζεις νέες εμπειρίες εκθέτοντας σε άλλη χώρα. Υπηρετεί επίσης ένα μεγάλο κοινωνικό και οικονομικό συμφέρον: Ενισχύει την κοινωνική συμμετοχή και μπορεί να συνδέσει άτομα διαφορετικών πολιτισμών. Θυμάμαι μια έκθεση στο Μουσείο Jeju, στη Νότια Κορέα, όπου ολόκληρες σχολικές τάξεις παρέλασαν δίπλα από τη δουλειά μου.

– Είναι δύσκολο ένας καλλιτέχνης να ζει μόνο από τη δουλειά του; Φυσικά είναι δύσκολο, όμως οι καλλιτέχνες είναι δημιουργικοί άνθρωποι και βρίσκουν τρόπο να αντιμετωπίσουν οικονομικά προβλήματα. Μόνο ένας πολύ περιορισμένος αριθμός επαγγελματιών καλλιτεχνών μπορεί να ζήσει από τη δική του δουλειά. Οι περισσότεροι εξασφαλίζουν το εισόδημά τους από άλλες πηγές. Αυτή τη στιγμή υπάρχει μια μεγάλη αναδρομική έκθεση του Vermeer στο Άμστερνταμ, από τους πιο ταλαντούχους ζωγράφους όλων των εποχών. Εκτός από ζωγράφος ήταν και ξενοδόχος, έμπορος έργων τέχνης και μέλος μιας συντεχνίας πολιτοφυλάκων. Δεν έχουν όλοι την τύχη να είναι ένας Banksy που ανατρέπει τον κόσμο της τέχνης, κυρίως στον οικονομικό τομέα.

Λευκωσία, Γκλόρια (22762605). Η έκθεση του Johannes van Vugt  με τίτλο «Ο Δρόμος» εγκαινιάζεται στις 2 Μαρτίου, 7μ.μ. Μέχρι 21/3

Ελεύθερα, 26.2.2023