Από τον γνωστό στίχο του Λεωνίδα Μαλένη εμπνέεται ο διακεκριμένος και πολυγραφότατος Εβρίτης συγγραφέας για το πρώτο βιβλίο μιας σειράς ιστορικών μυθιστορημάτων με θέμα την κυπριακή τραγωδία. Η «Γη της πικραμένης Παναγιάς» διαδραματίζεται την περίοδο 1954-1974 και ο Θοδωρής Παπαθεοδώρου επιχειρεί να αποτυπώσει τον παλμό της ιστορικής μνήμης και να καυτηριάσει το γεγονός ότι ελάχιστοι συναισθάνονται πλέον σήμερα το δράμα της Μεγαλονήσου.

Ποια διαπίστωση ή ανάγκη σας οδήγησε στην απόφαση να εστιάσετε στην πρόσφατη ιστορία της Κύπρου; Η τραγωδία της Κύπρου είναι η πλέον πρόσφατη πληγή του Ελληνισμού που ακόμη αιμορραγεί. Τηρουμένων των αναλογιών και των μεγεθών, είναι πληγή εφάμιλλη της Μικρασιατικής καταστροφής, αλλά και με ορατές τις παθογένειες της Ρωμιοσύνης, τον διχασμό και τον εμφύλιο σπαραγμό. Μετά τα ιστορικά μυθιστορήματά μου για τον Εμφύλιο και τη Μικρασία, ήταν, λοιπόν, αδήριτη η ανάγκη της ενασχόλησής μου και με την κυπριακή τραγωδία. Πλέον τούτων, δυστυχώς, υπάρχει και η διαπίστωση πως ελάχιστοι πλέον συναισθάνονται το δράμα της Μεγαλονήσου κι ακόμη λιγότεροι γνωρίζουν όσα συνέβησαν εκεί στο δεύτερο μισό του περασμένου αιώνα.

Από πού αντλείτε εφόδια για τον αφηγηματικό σας καμβά; Για ένα ιστορικό μυθιστόρημα -και όχι απλώς μυθιστόρημα εποχής- είναι δεδομένο πως αντλείς γνώσεις, πληροφορίες και πατήματα από τις κλασικές πηγές: ιστορική, βιβλιογραφική έρευνα και μαρτυρίες. Σε καμία περίπτωση δεν χρησιμοποιείς αποκλειστικά την ευκολία του Google, μια απολύτως αφερέγγυα και ανεξέλεγκτη πηγή πληροφοριών. Πάντως, επειδή πρόκειται για μυθιστόρημα και όχι δοκίμιο, επιδιώκω οι αναγνώστες να βιώσουν την εποχή και τα γεγονότα μαζί με τους ήρωες και τις ηρωίδες ως εάν να βρίσκονταν μαζί τους και όχι απλώς να διαβάσουν. Συνεπώς, οι μαρτυρίες των ανθρώπων, γραπτές ή προφορικές, αποτελούν την κυρίαρχη πηγή εφοδίων για τους ήρωες και την πλοκή.

Σε τέτοιου είδους απόπειρες, είναι ζητούμενο για τον συγγραφέα η διατήρηση ισορροπιών και η αποφυγή του ξυσίματος πληγών; Ούτε το ένα ούτε το άλλο. Και οι πληγές πρέπει να ξύνονται για να καθαρίσουν και να επουλωθούν κατά το δυνατόν και ο λόγος πρέπει να είναι διαυγής και να καταγράφει τις ευθύνες. Το να διατηρείς απλώς ισορροπίες αναμασώντας τα κυρίαρχα και επίσημα στερεότυπα, μπαρούφες ως επί το πλείστον, είναι κάκιστος τρόπος γραφής. Ποτέ, σε κανένα βιβλίο μου δεν ψάρεψα σε θολά νερά για να μη χάσω δυσαρεστημένους αναγνώστες και δεν το κάνω μήτε τώρα, στη «Γη της πικραμένης Παναγιάς».

Πώς ορίζετε τη σχέση μεταξύ λογοτεχνίας και επίσημης ιστορίας; Αμφίδρομη. Με μια διαφορά: η επίσημη ιστορία είναι όπως ακριβώς το λέτε, επίσημη. Ήτοι, εν ολίγοις κατευθυνόμενη, προορισμένη να απαλύνει τις γωνίες και να υπηρετήσει έναν εθνικό μύθο- με την έννοια του επικού, όχι του παραμυθιού. Αυτό, στην κυπριακή περίπτωση, γίνεται ιδιαίτερα αντιληπτό στη διαδρομή του Αρχιεπισκόπου Μακαρίου που, σε αντίθεση με τον Γρίβα Διγενή, παραμένει επισήμως και διατεταγμένα στο απυρόβλητο, ενδεδυμένος μέχρι τις μέρες μας τον μανδύα της δόξας του Εθνικοαπελευθερωτικού Αγώνα του 1955-1959, αν και στη συνέχεια διέπραξε σωρεία τραγικών λαθών, τυχοδιωκτικών κινήσεων και εγωπαθών επιλογών χωρίς να δίνει λογαριασμό σε κανέναν, ούτε καν κατόπιν εορτής.

Πού αποδίδετε την ελλιπή γνώση που παρατηρείται στην Ελλάδα σε σχέση με τα τραυματικά γεγονότα της κυπριακής ιστορίας και τα παρελκόμενά τους; Στην ενοχή του επίσημου ελληνικού κράτους και σύσσωμης της πολιτικής του ηγεσίας που θόλωσε τα νερά και προσπάθησε να «θάψει» τα γεγονότα στην Κύπρο για να αποκρύψει από τον ελληνικό λαό όσο μπορούσε τις δικές της, πελώριες ευθύνες. Και δεν μιλώ μόνο για το 1974. Τα μεγαλύτερα και τραγικότερα λάθη είχαν γίνει από τις κυβερνήσεις της Αθήνας πολύ ενωρίτερα, από τα τέλη της δεκαετίας του ’50 ακόμη. Όχι πως οι κυπριακές ηγεσίες είχαν λιγότερες ευθύνες. Δυστυχώς, οι πολιτικοί ηγήτορες της εποχής σε Ελλάδα και Κύπρο, σε αντίθεση με τον απλό λαό, αποδείχθηκαν κατώτεροι των περιστάσεων: άπειροι, άσχετοι, τυχοδιώκτες, ακόμη και ιδιοτελείς, ολίγοι, έως ουτιδανοί. Επίσης, με λύπη διαπιστώνω πως και στην Κύπρο οι νεότερες γενιές, τουλάχιστον αυτές που δεν έχουν προσφυγικές καταβολές και επώδυνες μνήμες, έχουν επαναπαυθεί και κυριαρχούνται από την ίδια ελλιπή γνώση. Αυτές οι αλγεινές διαπιστώσεις δημιούργησαν μέσα μου την ανάγκη να καταπιαστώ με τη νεότερη Ιστορία της Κύπρου και οδήγησαν στη συγγραφή αυτού του μυθιστορήματος.

«Γη της πικραμένης Παναγιάς»
Εκδ. Ψυχογιός
Σελ. 504
Τιμή: €22.20

Ελεύθερα, 24.3.2024