Όποτε μιλάω με τον ποιητή Τίτο Πατρίκιο, ακούω έναν ευτυχισμένο άνθρωπο!
Μόλις κλείσαμε το τηλέφωνο. Με ρώτησε ξανά για την Κύπρο που τόσο αγάπησε μέσα στα χρόνια -μαζί και τους ανθρώπους της, τα τοπία και τα χρώματά της- θυμήθηκε όταν, πριν από μερικά χρόνια, είχε βραβευτεί σε μία τιμητική εκδήλωση του «συμβουλίου ιστορικής μνήμης της Ε.Ο.Κ.Α.», και η Ελένη Αντωνιάδου, στην ομιλία της, είχε αναφερθεί στη στενή σχέση που είχε ο ίδιος αλλά και η οικογένειά του -σε εκδρομές και σε ταξίδια- με το νησί, στην ποίησή του που μεταβάλλει μικρές στέρεες -εκ πρώτης όψεως- στιγμές σε ευμετάβλητα περιστατικά, στην πνευματικότητα ενός άντρα που δεν φυλλοροεί στην εποχή των «τίποτα» που καλπάζει, αλλά παραμένει να διυλίζει την ομορφιά της ζωής στην ασχήμια που καραδοκεί και απεύχεται– μ’ εκείνη την ρομαντική διάθεση που έχουν οι πραγματικά ευαίσθητοι άνθρωποι, όπως εκείνος, με κάτι που θεωρούν τόσο «δικό» τους όσο και «ξένο», για ένα νησί που παραμένει στο μυαλό τους εξιδανικευμένα πονεμένο, οικείο κι ελληνικό, όσο κι η Σμύρνη στις καρτ ποστάλ του περασμένου αιώνα.
Θυμήθηκε και τη μέρα που θα πήγαινε να μιλήσει στα σχολεία του Κύκκου (πολύ πριν γίνει θεσμός η ανοησία της «πίντας»). Ήταν 09:30 το πρωί, τον περίμεναν στην είσοδο του ξενοδοχείου του, η χροιά της φωνής του είχε -και έχει- την καλή διάθεση του ανθρώπου που μοιάζει να πάει να ξανασυναντήσει τους παλιούς συμμαθητές του, τους παιδικούς του φίλους, μερικές αναφορές που τις σκέπασε ο χρόνος αλλά ένα πελώριο κύμα τις ξαναβγάζει πάλι στη στεριά.
«Χάρηκα που σας άκουσα!», του είπα στο τηλέφωνο. «Εγώ να δείτε!». «O κάθε άνθρωπος έχει γράψει τουλάχιστον ένα ποίημα στη ζωή του», θα μου έλεγε. «Αν και, πολλές φορές, δεν το ‘χει καταλάβει ότι το έχει γράψει. Υπάρχουν φορές που οι άνθρωποι, σε κάποιες στιγμές, μιλάνε εξόχως ποιητικά– κι αυτό είναι θαυμάσιο… Έχω, επίσης, καταλήξει σε κάτι που είναι προφανές, αλλά δεν το βλέπουμε: Πολλές φορές, στην καλή ποίηση, δεν σημαίνει ότι ο άνθρωπος που την έχει κάνει είναι καλός. Μπορεί και να μην είναι. Παλιά νόμιζα πως όποιος είναι καλός ποιητής, είναι και ένας θαυμάσιος άνθρωπος. Δεν συμβαίνει αυτό πάντα. Για παράδειγμα, ο François Villon στη Γαλλία, ένας πολύ μεγάλος ποιητής, ήταν και ληστής. Ο Arthur Rimbaud, από τους μεγαλύτερους ποιητές που υπήρξαν ποτέ, στα 20 του χρόνια τα παράτησε όλα, πέρασε κι απ’ την Κύπρο, πήγε στην Αφρική, έγινε έμπορος όπλων, και στα γράμματα προς τη μητέρα του το μόνο που γράφει είναι πώς θα πλουτίσει και πώς θα πετύχει στις επιχειρήσεις του λαθρεμπορίου των όπλων» {…}
«Καιρό ήθελα να σας ρωτήσω: Η ευαισθησία σας εμπόδισε την καθημερινότητά σας; Στο να λαμβάνετε λογικές αποφάσεις;». «Πάντα νόμιζα πως ό,τι έκανα ήταν αποτέλεσμα μεγάλου ορθολογισμού. Εκ των υστέρων, έβλεπα ότι ήταν αποτέλεσμα ή συναισθηματικής έκρηξης ή επιπολαιότητας. Γι’ αυτό και, πολλές φορές, λέω ότι κάτι που χρειάζεται ο ποιητής είναι και η επιπολαιότητα. Άμα είναι πάρα πολύ σοβαρός, θα κάνει και την ποίησή του πάρα πολύ σοβαρή, άρα πληκτική– άρα θα ‘ναι μια κακή ποίηση.
Ο Τίτος Πατρίκιος, ο κάθε Τίτος Πατρίκιος, έχει μάθει -ενστικτωδώς ίσως-, να κάνει εκείνο που του αναπαριστά καλές στιγμές σε μεγαλεπήβολα περιστατικά, να περπατά πλάι- πλάι με τις επιτυχίες και να παραγκωνίζει τις αποτυχίες ή κάποια ατυχή συμβάντα που κανονικά άλλους θα τους τσάκιζαν -ένας θάνατος, μια αρρώστια, μια απόρριψη-, να καίγεται και να ανασταίνεται, όπως κάθε άνθρωπος που οφείλει να απλώνει το χέρι του κάθε τόσο στη χαρά– όχι στη χαζομάρα.

«Ποιο πάθος λες;
Αυτό ν’ αφήνεσαι ρευστός
σε κάθε ερεθισμό του χώρου σου;
Το πάθος ν’ απαντάς σα στρείδι;
Το πάθος να παλεύεις με τα πάθη σου
δε λογαριάζεις;
Κι έπειτα
για ποια λευτεριά του αδέσμευτου μιλάς;
Μες στη σκλαβιά τη θέλω εγώ τη λευτεριά σου.
Μες στη σκλαβιά, που για να καταλύσεις,
αναγνωρίζεις πρώτα κι αποδέχεσαι».
Προχθές κάποιος μου είπε πως του διέγνωσαν καρκίνο– και μάλιστα σε προχωρημένο στάδιο, αμελής σε εξετάσεις που «θα έπρεπε» αλλά «δεν». Ήταν ψύχραιμος πολύ νομίζω πως πριν βουτήξεις στα βαθιά του ενδεχόμενου Άδη, η πρώτη λογική αντίδραση είναι η νηφαλιότητα σε ό,τι ξεφεύγει από τον έλεγχό σου, από κάθετί εκ πρώτης όψεως παράλογο και η συμφιλίωση με τον αγώνα και την πάλη σε ό,τι ακολουθήσει, κάτι που βεβαίως και θα είναι επώδυνο, δύσκολο, αιματηρό, μπορεί και άνισο.
Αισθανόταν δυστυχισμένος, όχι για το «κακό» (τουλάχιστον όχι ακόμη), όχι γιατί απέτυχε σε προσωπικές στραβοτιμονιές- «όλα είναι μέσα στη ζωή, όλες οι αγάπες και τα πάθη που σκεπάστηκαν, όλα τα δάκρυα που έτρεξαν ποτάμι κι οι κακές στιγμές»- μα επειδή δεν έκανε ποτέ αυτό που ήθελε ως δουλειά– γι’ αυτό είχε πίκρα, γι’ αυτό είχε απογοήτευση κι ένα αδυσώπητο τέλμα της ασυνάρτητης φύσης που οδηγεί μοιραία σε απολογισμούς και σε «ωράρια» ληγμένα εδώ και χρόνια.
Αγόρασα δύο φορές το νέο βιβλίο της Καρυστιάνη «Κορνιζωμένοι» (αυτό το αριστούργημα!) και του το χάρισα. Ξέρω πως τα γραπτά δεν σε κάνουν να ξεφεύγεις από το «κτήνος», μα ενδεχομένως αναθεωρείς μικρά ψήγματα εκείνου που κάποτε λέγαμε «παλιοζωή»– ίσως και να προλάβεις μερικά πραγματάκια. Η Ιωάννα είναι μία διαφορετική περίπτωση από εκείνην του Πατρίκιου: «Αν δεν σ’ αρέσει το βιβλίο να μου το πεις, μπορεί και να μη σ’ αρέσει, ελπίζω να μην απογοητευτείς», «μα, τι λέτε;», «γιατί το αποκλείεις;». Όμως, αν και διαφορετική στην αντιμετώπιση, έχει κι αυτή γνώση του θαύματος και του δευτερόλεπτου που δεν πρέπει να περιμένει. Άλλο πώς εξελίσσεται.
Κάποιες μοντέρνες coaches και βιβλία αυτογνωσίας, λένε αυτό που κάποτε ήξεραν οι παππούδες κι οι γονείς μας: Κάνε αυτό που είναι να κάνεις, αλλά κάν’ το καλά, κάν’ το με τρόπο που να σε κάνει ευτυχισμένο. Το καταλαβαίνω κι απ’ τον Ματθαίο, στην πλατεία της Φανερωμένης, κάποια μεσημέρια που δεν έχω κέφι, που μου στρώνει καθαρό τραπεζομάντηλο με νερό παγωμένο στο πλάι και μου φέρνει τα καλύτερα φασόλια, ρεβίθια και αφέλια της Λευκωσίας.
Δεν είναι τόσο τα φαγητά του που μου δίνουν χαρά- φαγητά υπάρχουν πολλά και στα πόδια σου από την Wolt-, είναι αυτός ο πανάρχαιας ευγένειας τρόπος που αναμεταδίδεται η δική του ευδαιμονία στον αποδέκτη, όση ώρα αφήνεται επάνω από τις παλιές κατσαρόλες, ξεφυλλίζοντας με προσοχή τα κιτρινισμένα του δεφτέρια. Γι’ αυτό, ναι! Αυτό είναι Νόμπελ!
xatzigeorgiou@yahoo.com
Ελεύθερα, 7.9.2025