Η κοινωνιολόγος και ακαδημαϊκός Φλόγα Ανθία σκιαγραφεί πτυχές της προσωπικότητας του πατέρα της, σε μία ανθρώπινη αφήγηση από τα πρώτα χρόνια της ζωής του, μέχρι την Αθήνα και το Λονδίνο, την πάλη για την επιβίωση, την παιδεία, την ποίηση, τη δημοσιογραφία και τον αγώνα του για κοινωνική δικαιοσύνη, με αφορμή την επανακυκλοφορία του έργου του «Κυπριακή Τραγωδία».

Γεννήθηκα στην Κύπρο αλλά μεγάλωσα και συνεχίζω να ζω στο Λονδίνο- με εξαίρεση κάποια χρόνια που είχαμε επιστρέψει οικογενειακώς στην Κύπρο κατά τη διάρκεια του αγώνα της ΕΟΚΑ. Με ονόμασε Φλόγα -κάπως ανατρεπτικό για την εποχή- όπως το όνομα που περιοδικού του οποίου ήταν εκδότης. Στην Αγγλία το άλλαξα σε Floya, προφέρεται ευκολότερα… Ο Τεύκρος Ανθίας δεν ήταν μόνο πατέρας μου. Ήταν ένας άνθρωπος γεμάτος δημιουργικότητα, δυναμικότητα και ανθρωπισμό.  

Φωτ. © Αντώνης Γ. Αντωνίου

Ειρήνη και Ελευθερία: Αυτές οι δυο λέξεις τον αντιπροσώπευαν απόλυτα. Αγαπούσε τους ανθρώπους που αγωνίζονταν για την ελευθερία, όχι ως εθνικά σύμβολα -αναφέρομαι στην ΕΟΚΑ- αλλά ως νέους που αντιστέκονταν στην καταπίεση και την αποικιοκρατία. Αγαπούσε την Ελλάδα, ως σύμβολο πνευματικής ζωής για την κουλτούρα και τον πολιτισμό της. Η γλώσσα, τα ιδανικά, η λογοτεχνία ήταν κομμάτι αυτής της πλατιάς σκέψης και της αντίληψής του για το στοιχείο το Ελληνικό αλλά και του κόσμου όλου. Ήταν πάντα στην πρώτη γραμμή σε κάθε αγώνα. Στον τάφο του είναι χαραγμένα λόγια που λένε: “Να με φωνάζετε παιδιά κάθε φορά που έχει  αγώνα για κάτι ωραίο και πιο μεγάλο, και θα ξεβώ από τον τάφο μου, στα γιορτινά ντυμένος .”

Ο πατέρας μου ήταν ο πιο ευγενικός και καλοσυνάτος άνθρωπος που γνώρισα. Το βλέπαμε καθημερινά μέσα από τις πράξεις του. Μας μιλούσε όχι τόσο για κομματικά ζητήματα, όσο για φιλοσοφικά και ανθρωπιστικά θέματα. Για τις διακρίσεις, το φύλο, τον Φρόιντ, τον Μαρξ, τη λογοτεχνία και για την απελευθέρωση και τη χειραφέτηση της γυναίκας. Το σπίτι μας ήταν ανοιχτό για όλους, πάντα γεμάτο. Όχι μόνο διανοούμενους και πολιτικούς, αλλά και απλούς ανθρώπους. Τους καλοδεχόταν όλους με τον ίδιο τρόπο, χωρίς καμία αλλαγή στη συμπεριφορά του. Κάτι πολύ ασυνήθιστο για πολλούς διανοούμενους στην κυπριακή πραγματικότητα. Τον επισκεπτόταν συχνά ο Λαμπράκης που ήταν πολύ καλός του φίλος, ο Γλέζος, ο Κύρκος, αλλά και πολλοί δημοσιογράφοι και καλλιτέχνες. Υποστήριζε πολλές πρωτοβουλίες σαν το Θέατρο Τέχνης στο Λονδίνο και ήταν γενικά εξαιρετικά δραστήριος στην παροικία. Υπήρξε μάλιστα από τους πρώτους που ανέλαβαν την πρωτοβουλία να ανοίξει κυπριακό σχολείο, μαζί με την Ένωση Ελλήνων Γονέων στην Camden Town.

Όταν ήμουν μικρή, νόμιζε πως θα γίνω συγγραφέας, ότι θα γράφω ποίηση και θα ασχολούμαι με τη λογοτεχνία. Ήμουν η πρώτη κόρη που απέκτησε με τη δεύτερη γυναίκα του, την Αναστασία, τη μαμά μου. Με ενθάρρυνε στην ποίηση και δημοσίευε αυτά που έγραφα. Βέβαια, τα κοινωνικά ζητήματα ήταν πολύ κοντά στην καρδιά μου. Ζούσα καθημερινά ακούγοντας γι’ αυτά. Είχα αντίληψη και διαμόρφωσα θέση ενάντια στις φυλετικές διακρίσεις, ενάντια στην ανισότητα. Έγινα κοινωνιολόγος γιατί με ενδιέφεραν πολύ τα ζητήματα της κοινωνίας, πώς λειτουργεί, πώς η κοινωνική ιεραρχία επηρεάζει τους ανθρώπους, πώς διαμορφώνονται οι ιδέες και οι αντιλήψεις γύρω από τις ανθρώπινες σχέσεις και πώς αυτές λειτουργούν. Και βέβαια, αυτό ήταν καθοριστικό για τη δίκη μου προσφορά ως κοινωνιολόγος.

Η ποίηση ήταν πάντοτε κομμάτι της ζωής του. Όπως είχε γράψει κάποτε ο Γιώργος Μολέσκης, «ο Τεύκρος Ανθίας ήταν γεννημένος ποιητής». Ο πατέρας μου καταγόταν από την Κοντέα. Γεννήθηκε το 1903, σε μια φτωχή αγροτική οικογένεια. Υπήρξε μια περίοδος ανομβρίας και αναγκάστηκαν να πάρουν δάνειο, όπως γινόταν συνήθως, για να συνεχίσουν τη δουλειά τους. Τελικά τα έχασαν, γιατί δεν μπορούσαν να τα ξεχρεώσουν. Το ίδιο συνέβη και στον παππού μου από την πλευρά του πατέρα μου, αλλά και στον παππού μου από την πλευρά της μάνας μου. Ήταν δυστυχώς κάτι συνηθισμένο εκείνη την εποχή. Ζούσε στη φτώχια σαν πολλοί άλλοι στην Κύπρο εκείνη την εποχή. Έγινε έτσι ‘ποιηταρούδι’ και γύριζε τις επαρχίες και τα χωριά. Ο πατέρας του έπαιζε ακορντεόν και ο ίδιος διάβαζε τα ποιήματά του. Τα τύπωνε μάλιστα και τα πουλούσε για να ζήσει η οικογένειά του. Σε ηλικία δέκα χρόνων είχε ήδη τυπωμένες αρκετές φυλλάδες με τραγούδια σε ποιητάρικη μορφή, με θρησκευτικά, πατριωτικά και κοινωνικά θέματα.

«Αυτό το παιδί πρέπει να μορφωθεί», είχε πει ο μητροπολίτης Μελέτιος Μεταξάκης όταν τον άκουσε τυχαία σε ένα χωριό. Τον έλαβε έτσι υπό την προστασία του και τον προόριζε για ιερέα. Έτσι, εντάχθηκε στο λύκειο της Λάρνακας και μετά στο Ιεροδασκαλείο. Μετά την αποφοίτησή του εργάστηκε ως δάσκαλος στην Κύπρο. Από το 1919 πρωτοχρησιμοποίησε και το ψευδώνυμο Τεύκρος Ανθίας. Το όνομά του ήταν Αντρέας Παύλου.

Αφορίστηκε από την Ιερά Σύνοδο της Εκκλησίας της Κύπρου το 1931, λίγα χρόνια μετά τις σπουδές του ως ιεροδιδάσκαλος, λόγω της ριζοσπαστικής του στάσης, των αριστερών του ιδεών και της σύγκρουσής του με τις εκκλησιαστικές αρχές, κάτι που τον έφερε σε αντίθεση με το εκκλησιαστικό περιβάλλον όπου σπούδασε, ανοίγοντας τον δρόμο για την πολιτική του δράση. Αφορμή ήταν η ποιητική συλλογή «Δευτέρα παρουσία», μέσα από τους στίχους της οποίας έβαζε την εργατιά να δικάζει τον Θεό.

Το πρώτο χωριό στο οποίο διορίστηκε ως δάσκαλος, ήταν η Χοιροκοιτία. Πριν χρόνια είχα συναντήσει κάποιους ηλικιωμένους, που υπήρξαν μαθητές του. Tον θυμούνταν ως μακρυμάλλη, έναν δάσκαλο που είχε ιδιόμορφες και προχωρημένες ιδέες για την εκπαίδευση και κάποτε έπαιρνε τα παιδιά σε μακρινούς περιπάτους στην ύπαιθρο. Σε έναν περίπατο μάλιστα, όπως θυμόταν ένας από τους μαθητές του, έλιωσαν οι σόλες των παπουτσιών των παιδιών και ο ίδιος πλήρωσε για να τους φτιάξουν άλλα.

Φωτ. © Αντώνης Γ. Αντωνίου

Πήγε στην Ελλάδα, γιατί ήθελε να συνεχίσει τις σπουδές του. Δεν είχε όμως τα οικονομικά εφόδια για να το κάνει. Εκείνη την εποχή έγραψε «Τα Σφυρίγματα του Αλήτη», το πρώτο σημαντικό ποιητικό του έργο, βασισμένο στην προσωπική του εμπειρία ως «αλήτης», αφού από το 1927 και για τα επόμενα τρία χρόνια ζούσε κάτω από δύσκολες οικονομικές συνθήκες. Μια περίοδο κοιμόταν στα παγκάκια της Αθήνας. Τα «Σφυρίγματα» εκδόθηκαν στην Αθήνα και είχαν μεγάλη απήχηση,  διαβάστηκαν πολύ και επανεκδόθηκαν πολλές φορές. Αποτέλεσαν μια σημαντική τομή στη νεοελληνική ποίηση. Ο Πασχάλης Κιτρομηλίδης έγραψε πως εξέφρασαν μια νέα περίοδο στην ελληνική ποίηση. Ήταν ένα είδος υπαρξισμού, που όμως μιλούσε για τους φτωχούς, τους καταπιεσμένους, τους αλήτες, τους ανθρώπους του περιθωρίου. Στην Αθήνα ανέπτυξε σημαντικές σχέσεις με άλλους ποιητές και αριστερούς λογοτέχνες στο κέντρο της Αθήνας, όπως τον Βάρναλης. Σύχναζαν σε καφενεία, αντάλλασσαν ιδέες και δημιουργούσε πολλές επαφές μαζί τους. Αυτή η εμπειρία, όσα έζησε με την οικογένειά του και όσα αντίκρισε αργότερα στην Αθήνα, τον οδήγησαν οριστικά προς την Αριστερά. Η Αθήνα τον καθόρισε, όπως και οι καλλιτέχνες που γνώρισε και η ομάδα στην οποία εντάχθηκε. Επηρεάστηκε βαθιά. Το 1930 επέστρεψε στην Κύπρο, έλαβε μέρος στα Οκτωβριανά του 1930 και οργανώθηκε στο παρανομο Κομμουνιστικό Κόμμα Κύπρου (ΚΚΚ). Φυλακίστηκε από τους Άγγλους και εξορίστηκε στην Αντρολύκου για  μια περίοδο. Έγινε μέλος του ΑΚΕΛ το 1941.

Mε τον πατέρα της Τεύκρο Ανθία.

Ήταν μια σημαντική πνευματική φυσιογνωμία της Αριστεράς ο πατέρας μου, ενταγμένος στο ΚΚΚ και το ΑΚΕΛ.  Επιστρέψαμε από το Λονδίνο στην Κύπρο το 1955. Έγραφε ως δημοσιογράφος κατά της αποικιοκρατίας. Τα Χριστούγεννα του 1955 συνελήφθη μαζί με άλλους αριστερούς και στη συνέχεια φυλακίστηκε στα κρατητήρια της Δεκελείας. Όταν έπαθε έμφραγμα στα κρατητήρια, οι Άγγλοι τον άφησαν ελεύθερο. Είχε ήδη επιβαρυμένη υγεία. Του επέτρεψαν να ζει στο σπίτι μας στη Λευκωσία, αλλά μας απαγόρευσαν να βγαίνουμε εκτός των τειχών. Δεν μπορούσε να αντέξει τον εγκλεισμό. Έτσι φύγαμε ξανά για το Λονδίνο. Ήταν άνθρωπος ανεξάρτητος, δεν μπορούσε να ζήσει χωρίς ελευθερία.

Υπάρχει μια παλιά αντίληψη ότι η ακμή της ποίησής του ήταν «Τα Σφυρίγματα του Αλήτη», το πρώτο του έργο, αλλά δεν ισχύει κάτι τέτοιο. Είχε αλλάξει κατεύθυνση από τον υπαρξισμό που εκφράζει αυτή η σημαντική ποιητική συλλογή. Πολιτικοποιήθηκε η ποίηση του ακόμη πιο πολύ. Θεωρώ σπουδαία την τριλογία που έγραψε στα τέλη της δεκαετίας του ’30 και στις αρχές του ’40 -Η Δευτέρα Παρουσία, Άγιε Σάταν Ελέησον Με και Το Πουργατόριο- γιατί είναι πολύ σημαντική θεματολογικά. Η τριλογία δεν είναι αντιθρησκευτική, αλλά αποτελεί μια σφοδρή κριτική κατά της στάσης της εκκλησίας που δεν ενεργήθηκε υπέρ των φτωχών και απλών ανθρώπων. Στη Δευτέρα Παρουσία, καταδικάζει τους αντιπροσώπους του Θεού, τους ιερείς, ενώ υπάρχουν ποιήματα που βάζουν τον Θεό τον ίδιο στο δικαστήριο, κατηγορούμενο από τους απλούς ταλαιπωρημένους ανθρώπους:

«Εμείς, που από τις σάρκες μας τη σάρκα σου έχεις πάρει

Κι απ’ τη δική μας την πλευρά τα κόκαλά σου τα γερά

Το βράδυ αυτό σε ορίζουμε, όπως ορίζουμε τη γης.

Ήρθε η στιγμή από τον άνθρωπο να δικαστείς»

Και αυτά τα τρία βιβλία δείχνουν μια πολύ προοδευτική και προχωρημένη διάθεση. Στο τέλος της δεκαετίας του ’30, να έχεις το θάρρος, σε μια κοινωνία σαν την Κύπρο, να κριτικάρεις και να δημοσιεύεις, χωρίς να φοβάσαι ότι δεν θα σε θέλει κανένας πια ή ότι θα αναγκαστείς να αποσυρθείς από το κοινωνικό γίγνεσθαι της εποχής. Κι όμως, πολλοί τον υποστήριζαν και δεν αποσύρθηκε τελικά.

Ξεχωριστό είναι «Το Ανθρώπινο Έπος», που μιλά για τον άνθρωπο πιο γενικά, ένα φιλοσοφικό έργο για την ανθρωπιά και τις πολλές πλευρές της ανθρώπινης ζωής και του έρωτα. Το «Αγρυπνώ για σένα, Ελλάδα», για τη Χούντα του ’67, και η Λαμπρακιάδα για τον Λαμπράκη, είναι σημαντικά έργα εναντίον της πολιτικής βίας και του φασισμού.  Το τελευταίο του έργο, «Σ’ αγαπώ», εκδόθηκε λίγο πριν πεθάνει. Ένας τίτλος που συμβολίζει την απόλυτη, αδιαπραγμάτευτη αγάπη, συχνά μέσα από μια συμφωνική ή ποιητική αφήγηση, συνδυάζοντας το κλασικό με το μοντέρνο πνεύμα. Υμνεί την αγάπη του για την ζωή, την ανθρωπότητα και τον έρωτα.

Το έργο του έχει αναγνωριστεί πια. Σε αντίθεση με παλιά, που τον έβλεπαν κυρίως ως «ποιητή της Αριστεράς». Γι’ αυτό πολλοί δεν ήθελαν να τον αναγνωρίσουν και θεωρούσαν πως πολλά από τα έργα του ήταν επηρεασμένα από την πολιτική του στάση. Θεωρώ πως πλέον υπάρχει μεγάλο ενδιαφέρον για τον Ανθία και έχουν γραφτεί πολλά γι’ αυτόν.

Η «Κυπριακή τραγωδία» είναι επίκαιρη όσο ποτέ. Είναι η αποτύπωση της μεγάλης του αγάπης για την Κύπρο και του ανθρωπιστικού και οικουμενικού του ενδιαφέροντος για την παγκόσμια ειρήνη και δικαιοσύνη. Παρόλο που το έργο αφορά την Κύπρο, έχει παγκόσμια απήχηση που είναι ιδιαίτερα επίκαιρη στους σημερινούς ταραγμένους καιρούς. Όπως έγραψα στην παρουσιάση της επανέκδοσής της: «Η πολιτικοποίηση της θεματολογίας του Τεύκρου Ανθία πηγάζει από την ίδια τη ζωή και την κοινωνική πραγματικότητα χωρίς να υποβαθμίζει καθόλου την καλλιτεχνική του έκφραση, και ιδιαίτερα την ποίησή του, αλλά αντίθετα τής προσδίδει αμεσότητα και νόημα που συγκινεί και εμπνέει. Διότι η πολιτικοποιημένη γραφή του εκφράζει εκείνους που βιώνουν την αδικία, τα θύματα της καταπίεσης τής αποικιοκρατίας, του εξτρεμισμού, της βίας, της φτώχειας και της υποδούλωσης».

* Η Φλόγα Ανθία είναι γνωστή Ακαδημαϊκός και Καθηγήτρια Κοινωνιολογίας στο Λονδίνο. Το έργο της εστιάζεται στις ανισότητες, στο φύλο, στον ρατσισμό, στη μετανάστευση, στις κοινωνικές τάξεις και στην διαθεματικότητα (intersectionality).

Ελεύθερα, 28.12.2025