Αυτό που κυριαρχεί στα κομματικά γραφεία, στα επιτελεία των υποψηφίων, στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης και ως ένα βαθμό και στις αίθουσες σύνταξης των μέσων ενημέρωσης, δεν σημαίνει πως είναι αυτό που απασχολεί τον υπόλοιπο κόσμο, το εκλογικό σώμα. Αυτό που εμείς συζητούμε μεταξύ μας δεν σημαίνει ότι απασχολεί τους άλλους πιο κάτω, είτε είναι θέματα της καθημερινότητας είτε είναι πολιτικές εξελίξεις.
Κάποτε βεβαίως τα φόρτωναν στο ότι ο κόσμος δεν ήταν επαρκώς ενημερωμένος, ή ότι κάποιοι διαστρέβλωναν την πραγματικότητα. Κάτι βεβαίως που δεν ισχύει, μιας και διαχρονικά ο απλός πολίτης πάντα είχε τον τρόπο να ενημερώνεται και να κινητοποιείται. Τις δεκαετίες του ’60 και του ’70 ο κόσμος δεν είχε τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης για να βγει στους δρόμους, ούτε και περίμενε τα μέσα ενημέρωσης.
Σήμερα πολλοί είναι εκείνοι που προσπαθούν να ρίξουν ευθύνες στα μέσα ενημέρωσης παραβλέποντας κάτι πολύ σημαντικό: Το κριτήριο του απλού πολίτη. Που είναι πολύ διαφορετικό, ότι και να γράψω είτε εγώ ή οποιοσδήποτε άλλος. Κάποιοι επιλέγουν την εύκολη οδό. Αντί να παραδεχθούν την αδυναμία τους να περάσουν τα μηνύματα τους, τους φταίνε τα μέσα ενημέρωσης και οι εκάστοτε κυβερνώντες. Δεν είναι τα μέσα ενημέρωσης που φταίνε αλλά η αδυναμία και ενίοτε η ανικανότητα να περάσουν τα μηνύματα προς τον απλό πολίτη.
Η περίπτωση του γειτονικού Ισραήλ και οι τελευταίες εκλογές στη χώρα είναι ένα πολύ χαρακτηριστικό παράδειγμα του πώς ένα εκλογικό σώμα βλέπει και αντιλαμβάνεται τα πράγματα πολύ διαφορετικά απ’ ό,τι οι πολιτικοί, τα κόμματα και τα μέσα ενημέρωσης. Η κυβέρνηση Γιαΐρ Λαπίντ είχε όλα τα εχέγγυα και όλες τις έξωθεν καλές μαρτυρίες για να βγει ενισχυμένη από μια εκλογική αναμέτρηση. Άριστες σχέσεις με την Ουάσινγκτον, βελτίωση των διμερών σχέσεων με γειτονικές χώρες όπως η Τουρκία, συμφωνία με τον Λίβανο κ.λπ. Απέναντί τους είχαν έναν υποψήφιο, τον Βενιαμίν Νετανιάχου, με πολλές εις βάρος του κατηγορίες, κυρίως για σκάνδαλα. Η κοινή λογική έλεγε πως αυτός που θα κέρδιζε ήταν ο συνασπισμός Λαπίν. Αλλά τελικά κέρδισε ο Νετανιάχου, ο οποίος επιστρέφει πιο ενισχυμένος απ’ όταν έφυγε πριν από σχεδόν ενάμιση χρόνο. Οι αντίπαλοί του δεν μπορούσαν να πείσουν το εκλογικό σώμα.
Ο Πάτρικ Κίνγκσλι σε ανάλυσή του στους Τάιμς της Νέας Υόρκης σημειώνει ακόμα μια παράμετρο την οποία πολλοί δεν κοιτάζουν πριν και κατά τη διάρκεια των εκλογικών αναμετρήσεων. Αυτό που απασχολεί διπλωμάτες και ξένους ηγέτες δεν σημαίνει ότι είναι και κυρίαρχο σ΄ ένα εκλογικό σώμα. Στο κείμενο του ο Π. Κίνγκσλι και αναφερόμενος στην ισραηλινή αριστερά η οποία βρίσκεται στη χειρότερή της κατάσταση, σημειώνει: «…θα συρρικνώσει περαιτέρω τη μειοψηφία των νομοθετών που υποστηρίζουν ένα παλαιστινιακό κράτος, αντανακλώντας πως η λύση δύο κρατών – το οποίο συνεχίζει να αποτελεί θέμα συζήτησης μεταξύ διπλωματών και ξένων ηγετών – δεν θεωρείται πλέον σοβαρή επιλογή, πόσο μάλλον υποστηρίζεται, από ένα μεγάλο μέρος της ισραηλινής κοινωνίας».
Πριν από το Ισραήλ ήταν οι εκλογές στη Σουηδία και στην Ιταλία. Επίσης χαρακτηριστικά παραδείγματα διαφορετικών προσεγγίσεων ανάμεσα στο εκλογικό σώμα και τον υπόλοιπο κόσμο. Οι δύο αυτές χώρες αποτελούν (όχι προς αντιγραφή) παραδείγματα της διάστασης μεταξύ ενός «πολιτικά ορθού καθωσπρεπισμού» και της «λαϊκής αντίληψης κάποιων καταστάσεων».
Αυτό που συζητείται και απασχολεί στα πολιτικά και δημοσιογραφικά πηγαδάκια δεν απασχολεί τις ευρύτερες μάζες των πολιτών. Το αποδεικνύουν πρόσφατα γεγονότα, αλλά έχουμε και παραδείγματα της συμπεριφοράς του κυπριακού εκλογικού σώματος προ πενταετίας. Γιατί και τότε αυτά που κυριαρχούσαν στις συζητήσεις, στα διπλωματικά και δημοσιογραφικά πηγαδάκια, ήταν πολύ διαφορετικά απ’ αυτά που απασχολούσαν την κοινωνία. Και η κοινωνία ήταν ενήμερη. Απλώς κάποιοι δεν ήταν σε θέση να διαβάσουν τα μηνύματα της κοινωνίας. Αυτό συμβαίνει και σήμερα.