Ένα κεφάλαιο που άνοιξε στην Κύπρο νέους ορίζοντες επικοινωνίας με τις γειτονικές περιοχές και τον έξω κόσμο αναμφισβήτητα ήταν αυτό της ενέργειας και η αναζήτηση φυσικού αερίου στην κυπριακή Αποκλειστική Οικονομική Ζώνη. Παίρνοντας τη σκυτάλη από τους προκατόχους του ο Νίκος Αναστασιάδης πόνταρε πολλά στο κεφάλαιο ενέργεια και ήταν ένα από τα ισχυρά χαρτιά του για να πάρει και δεύτερη θητεία στην Προεδρία της Δημοκρατίας.
Στις ανακοινώσεις και εξαγγελίες των κυβερνώντων πολλοί από το χώρο της αντιπολίτευσης, με αρκετή δόση κακεντρέχειας, υποδείκνυαν πως η κυβέρνηση Αναστασιάδη θα πετύχει στα ενεργειακά ότι πέτυχε και η κυβέρνηση Κληρίδη με τους πυραύλους S-300. Κι αυτό γιατί οι ρωσικοί πύραυλοι αποτέλεσαν το ισχυρό χαρτί του Γλαύκου Κληρίδη το 1998 για να επανεκλεγεί στην Προεδρία της Δημοκρατίας και ένα χρόνο μετά, αφού προηγουμένως η ελληνική κυβέρνηση του τράβηξε το χαλί κάτω από τα πόδια, ανέκρουσε πρύμναν και οι S-300 κατέληξαν σε αποθήκες στην Κρήτη.
Στα ενεργειακά, τα πράγματα κινήθηκαν κάπως διαφορετικά και δεν είχαν την τύχη των ρωσικών πυραύλων. Αλλά πολλές από τις εξαγγελίες που είχαν κατά καιρούς γίνει, ιδιαίτερα προ του 2018, άρχισαν σιγά-σιγά να ξεθωριάζουν. Κοινός παρονομαστής και στις δύο περιπτώσεις ήταν και είναι και σήμερα η αντίδραση της Τουρκίας. Τόσο στην περίοδο των ρωσικών πυραύλων όσο και σήμερα με τα ενεργειακά, η Τουρκία χρησιμοποιεί τον ίδιο τρόπο αντίδρασης. Και απ’ ό,τι τα δεδομένα δείχνουν μέχρι στιγμής να καταφέρνει και στις δύο περιπτώσεις τον στόχο της.
Το τελευταίο διάστημα είδαμε και πάλι κάποιες κινήσεις στα ενεργειακά οι οποίες δίνουν κάποια μηνύματα, πλην όμως δεν ξεκαθαρίζουν το τοπίο. Κυρίως βλέπουμε και πάλι ότι οι χειρισμοί που γίνονται είναι τέτοιοι που δεν θέλουν να ενοχλήσουν την Τουρκία. Θυμάστε που πριν μερικές ημέρες ο Τούρκος υπουργός Εξωτερικών, Μεβλούτ Τσαβούσογλου, είχε αναφερθεί σε υποσχέσεις που έλαβε από ΗΠΑ και Κατάρ ότι οι εταιρείες τους που δραστηριοποιούνται στην Κύπρο «δεν θα μπουν στην τουρκική υφαλοκρηπίδα». Δήλωση που ήρθε μετά τις πανηγυρικές υπογραφές των συμφωνιών για το «οικόπεδο 5» της κυπριακής ΑΟΖ, τμήμα του οποίου αμφισβητείται από την Τουρκία.
Προκύπτει λοιπόν το ερώτημα εάν τελικά η αμερικανοκαταρινή σύμπραξη θα κατεβάσει τρυπάνι σε περιοχή που η Τουρκία υποστηρίζει ότι της ανήκει. Και εάν δεν το πράξει, δηλαδή κινηθεί σε «ασφαλή περιοχή» εκτός τουρκικών διεκδικήσεων, έχει σημασία ποια θα είναι η δικαιολογία της Κυβέρνησης.
Μια άλλη σημαντική παράμετρος του κεφαλαίου ενέργεια είναι ο αγωγός της Ανατολικής Μεσογείου. Που όλα δείχνουν ότι πλέον ο χρόνος τρέχει αντίστροφα και μέχρι το τέλος του 2022 θα έχει ξεκαθαρίσει μια και καλή το θέμα. Και ο αγωγός EastMed φαίνεται να έχει πολλά κοινά με τους S-300, κάτι που προεξοφλεί και την αρνητική του κατάληξη.
Από τις συζητήσεις και τις πληροφορίες που έχουμε, αυτό που προκύπτει είναι πως μόνο η Κύπρος και το Ισραήλ παραμένουν προσηλωμένοι στο θέμα του αγωγού. Απ’ ό,τι φαίνεται η Ελλάδα ευνοεί άλλες λύσεις και κυρίως προτιμά την επιλογή της Αιγύπτου. Δεν θα λέγαμε ότι η Αθήνα τραβά το χαλί κάτω από τα πόδια του Αναστασιάδη σ’ ό,τι αφορά τον αγωγό, αλλά βλέπουμε πολλά κοινά με την περίπτωση των S-300 μιας και υπάρχει και στην περίπτωση του EastMed έντονη αντίδραση από την Τουρκία που αγγίζει και την Ελλάδα. Ας μην ξεχνάμε πως είναι στην Αθήνα που ακούστηκε πρώτα ότι το τουρκολιβυκό σύμφωνο ήταν συνεπακόλουθο των αποφάσεων για τον αγωγό EastMed και τις ενέργειες της Λευκωσίας.
Όταν σε ένα χρόνο θα ανακοινώνονται τα αποτελέσματα των μελετών για τον αγωγό της Ανατολικής Μεσογείου, το πιο πιθανό σενάριο είναι να χαρακτηριστεί ως μη βιώσιμο και μη οικονομικά συμφέρον το έργο. Η πορεία των πραγμάτων προς τα εκεί μας οδηγεί, εκτός εάν υπάρξει τέτοια τροπή γεγονότων που μας εκπλήξουν ευχάριστα.
Πέραν των όσων θα κινούνται σε τεχνικό επίπεδο στα ενεργειακά, είναι καλό να ρίχνουμε και μια ματιά στην πολιτική δραστηριότητα και κυρίως τις τοποθετήσεις που γίνονται και θα γίνουν το επόμενο διάστημα από τον χώρο των κυβερνώντων. Είναι καλό εάν θα υπάρξει συνέχεια στην ενεργειακή πολιτική της Κυβέρνησης Αναστασιάδης και μετά το 2023. Γιατί απ’ ό,τι αρχίσαμε να βλέπουμε ο ενθουσιασμός έχει σβήσει και πλέον, ακόμα και στο δικό του κόμμα αποφεύγουν επιμελώς αναφορές για αυτό το ζήτημα. Προφανώς γιατί βλέπουν το κεφάλαιο να κλείνει.