Όχι από νοσταλγία, αλλά από επαγγελματική διαστροφή, καμιά φορά ανατρέχω, με αφορμή κάποιο θέμα που με απασχολεί, σε παλιότερα άρθρα για να θυμηθώ τι σκότιζε το μυαλό μου τότε.

Με αφορμή, λοιπόν, την Κυπριακή Προεδρία του του Συμβουλίου της ΕΕ για το δεύτερο εξάμηνο του 2012, την πρώτη που είχε αναλάβει να διεκπεραιώσει η Κυπριακή Δημοκρατία μετά την ένταξή της, βρήκα ένα κείμενο με τίτλο «Λευτεριά στα Κύπρια».

Μα τι πας και ψάχνεις κι εσύ! Ο καημός και η απορία μου τότε ήταν γιατί μια ολόκληρη διοργάνωση να έχει φορεμένη, σαν τατουάζ στο μέτωπο, τη φανταχτερή ταμπέλα «στο πλαίσιο της Κυπριακής Προεδρίας», όταν αυτό επί της ουσίας δεν της προσφέρει σχεδόν τίποτε.

Η διαπίστωση ήταν ότι η Προεδρία είχε ανακοινώσει με πανηγυρικό ύφος ένα σκασμό εκδηλώσεις, άρτον και θεάματα, που θα απολαμβάναμε κατά την εξάμηνη Pax Cipriana, αλλά επιμελώς δεν άφησε να φανεί ότι οι περισσότερες από δαύτες θα γινόντουσαν ούτως ή άλλως. Δηλαδή, πλάσαρε το σήμα κατατεθέν της με αντάλλαγμα ένα φαινομενικά «παραφουσκωμένο» πολιτιστικό πρόγραμμα. Κάπως έτσι, το Διεθνές Φεστιβάλ Κύπρια 2012 εντάχθηκε αυτούσιο στο πλαίσιο των εκδηλώσεων της Κυπριακής Προεδρίας. Ωστόσο, αντί το πολύπαθο κρατικό φεστιβάλ να είναι ένα κλικ πιο αναβαθμισμένο- έστω λόγω της ευτυχούς συγκυρίας, βρε αδερφέ- στην πραγματικότητα συνέχιζε κανονικά την κατρακύλα του.

Και πάλι καλά, λέγαμε τότε, μεταξύ σοβαρού και αστείου, που δεν είχε κουτσουρευτεί και εντελώς, όπως είχε συμβεί το 2010 εξαιτίας των εκδηλώσεων για το Χρυσό Ιωβηλαίο της Κυπριακής Δημοκρατίας. Για την ακρίβεια, για μια (1) εκδήλωση που έλαβε χώρα την 1η Οκτωβρίου 2010 στο Στάδιο Ελευθερία. Η μαρμάγκα της επετείου είχε φάει τότε την κύρια κρατική διοργάνωση παραστατικών τεχνών, καθώς οι εορτασμοί απορρόφησαν μεγάλο μερίδιο από το κονδύλι που δινόταν κάθε χρόνο γι΄αυτή. Ε, από πού αλλού να το έκοβαν;

Αφού ρε κουραστικέ Σαββινίδη, γκρίνιαζες και τότε, όπως και σχεδόν κάθε χρόνο για το Φεστιβάλ Κύπρια και την ανάγκη αναβάθμισής του, ορίστε: το πονεμένο κεφάλι κόπηκε και το πρόβλημα λύθηκε. Τα πράγματα έχουν αντιστραφεί πλήρως πια και με δεδομένο ότι το κρατικό φεστιβάλ μάς άφησε χρόνους κι έγινε, λέει, χορηγικό, διερωτώμαι τι αλχημείες θα κάνουν εκεί στο Τμήμα Σύγχρονου Πολιτισμού για να παρουσιάσουν ένα «γεμάτο» πρόγραμμα πολιτιστικών εκδηλώσεων για τη δεύτερη Pax Cipriana, το πρώτο εξάμηνο του 2026.

Σ’ αυτό πρoσθέστε και το γεγονός ότι το Διεθνές Φεστιβάλ Λευκωσίας έμεινε εκτός χορηγιών για το 2025. Αν και ποτέ κανείς δεν ισχυρίστηκε ότι το ΔΦΛ ήταν επωμισμένο να καλύψει το κενό που άφησαν τα Κύπρια, το πρόβλημα είναι ότι πρακτικά η πρωτεύουσα δεν θα έχει να επιδείξει μια ισχυρή και έγκυρη διεθνή διοργάνωση παραστατικών τεχνών κατά την περίοδο της Προεδρίας.

Ότι κάτι «μαγειρεύεται» εκεί στο Τμήμα Σύγχρονου Πολιτισμού, τόσο σε σχέση με διαμόρφωση του φεστιβαλικού μας χάρτη, όσο και σε σχέση με την εκπόνηση του πολιτιστικού προγράμματος της Προεδρίας, είναι το μόνο σίγουρο. Μένει να δούμε τι γεύση θα έχει. Η αίσθηση ότι τα πάντα κινούνται στους ρυθμούς και στον πυρετό της πρόκλησης του 2026 είναι κυρίαρχη, αλλά δεν λέω ότι αυτό δεν είναι εύλογο.

Δεν ξέρω αν αυτή η υπόθεση λειτουργεί ως «μαύρη τρύπα» που απορροφά όλη την ενέργεια, τον χρόνο και την έγνοια των λειτουργών εκεί στο Υφυπουργείο, η ουσία παραμένει ότι το φεστιβαλικό τοπίο εξακολουθεί να παραμένει υπό διαμόρφωση και κανείς από τους ιθύνοντες δεν έχει ξεκαθαρίσει αν υπάρχει πλάνο και όραμα για το τι μέλλει γενέσθαι.

Από τότε που ο Γιάννης Τουμαζής ανακοίνωσε το τέλος του κύκλου τους και τη μετεξέλιξή τους σε εξειδικευμένο χορηγικό πρόγραμμα για τη στήριξη των φεστιβάλ, τα Κύπρια έμειναν με το βήμα μετέωρο προς την άβυσσο και συνεχίζουν για τρίτη χρονιά να φέρουν την ταμπέλα του «πιλοτικού». Τα πειράματα συνεχίζονται, κι έτσι από 26 διοργανώσεις που είχαν εγκριθεί πέρσι, φέτος εγκρίθηκαν 18, τη στιγμή που το συνολικό μπάτζετ είναι και αυξημένο. Πώς συνέβη αυτό το «θαύμα» είναι άξιο απορίας, με τη διαδικασία αξιολόγησης και τη φιλοσοφία της να παραμένει ένας γρίφος, τυλιγμένος σ’ ένα μυστήριο, βαθιά κρυμμένο σ’ ένα αίνιγμα στα κεφάλια των εμπνευστών.

Το πιο εκνευριστικό είναι ότι συζητάμε για τη διανομή των χρημάτων του χορηγικού προγράμματος ως δεδομένο, ενώ θα έπρεπε αυτό να είναι μια υπόθεση εντελώς ανεξάρτητη από την ύπαρξη και λειτουργία ενός κρατικού φεστιβάλ. Αυτή τη στιγμή ακούγεται, εικότως, μια σπαρακτική οχλοβοή από νευραλγικής σημασίας φεστιβάλ που έμειναν εκτός επιχορηγήσεων και αντιμετωπίζουν υπαρξιακό κλονισμό. Από την άλλη, από το 2022 δεν έχουμε ούτε τα Κύπρια.

Αν ήμουν, λοιπόν, από αυτούς που ασκούσαν κριτική σχεδόν παραδοσιακά στο κρατικό φεστιβάλ, ήταν επειδή τόνιζα την ανάγκη να αναβαθμιστεί οικονομικά και θεσμικά, να καταστεί ετερόφωτο, πλήρες, διεθνούς εμβέλειας.

Κάποιοι, όμως, θεώρησαν ότι τριάντα (30) χρόνια ύπαρξης ήταν πολλά και απλά τράβηξαν την πρίζα. Άφησαν, ουσιαστικά, έτσι ως επιλογή στους επηρεαζόμενους να ψάχνουν εισιτήρια για την Αθήνα. Εκεί που -με τα καλά του και τα κακά του- το Φεστιβάλ Αθηνών & Επιδαύρου συμπληρώνει φέτος εβδομήντα (70) χρόνια λειτουργίας με 107 παραγωγές, επετειακό πρόγραμμα, μεγάλες μορφές της σύγχρονης δημιουργίας και προϋπολογισμό €7 εκατομμύρια.

Εμείς το δικό μας το φάγαμε στη μάπα σε εποχές αλήστου μνήμης, όπου λειτουργοί στο Υπουργείο Παιδείας και Πολιτισμού κοσκίνιζαν τις προσφορές με λογική μπακάλη και μουχτάρη, ώστε να βγει ένα πρόγραμμα που να ικανοποιεί… τους παραγωγούς. Και το καταργήσαμε πάνω που άρχισε να αποκτά χαρακτήρα και να «φωνάζει» καθαρά πια πώς πρέπει να είναι το μέλλον του.

Να μας εξηγήσουν, λοιπόν, τις προθέσεις τους, αν κατάλαβαν και οι ίδιοι, για να καταλάβουμε κι εμείς.

Ελεύθερα, 1.6.2025