Φωτιά μέχρι και πυρκαγιές μαίνονται και στις συζητήσεις για τα όρια ηλικίας της συνταξιοδότησης σ’ ένα ευρύτερο ευρωπαϊκό παζλ.

Το γεγονός, αν και δεν φαίνεται να τίθεται άμεσα και πιεστικά και στη δική μας περίπτωση, ωστόσο οι τάσεις δεν είναι δυνατό να μας αφήσουν ανέγγιχτους.

Το ψυχρό δεδομένο είναι ότι η διαρκής αύξηση του προσδόκιμου ζωής, σε συνδυασμό με την κάθετη μείωση των γεννήσεων, προκαλούν ένα εκρηκτικό δημογραφικό κοκτέιλ σ’ ολόκληρη την Ευρώπη.

Αυτά ως προς τα ψυχρά δεδομένα που διαμορφώνουν πολιτικές και απ’ εκεί και πέρα παραμένουν μάλλον ορφανές οι οποιεσδήποτε προσεγγίσεις έχουν να κάνουν με τον παράγοντα άνθρωπο.

Πίσω, λοιπόν, από ψυχρούς αριθμούς και στυγνές οικονομικές προβλέψεις, θέλει ικανότητα στο σήμερα να υποψιαστούν κάποιοι ότι κρύβεται και ένα βαθύτερο ζήτημα: εκείνο που αφορά στην υποβάθμιση της ίδιας της ανθρώπινης αξίας και ζωής.

Οι προβλέψεις δεδομένες. Χαρακτηριστική ειδικότερα η περίπτωση της Ελλάδας. Τα δεδομένα από την αναλογιστική μελέτη, παραπέμπουν σε σταδιακές αυξήσεις στα όρια συνταξιοδότησης, με το γενικό όριο να φτάνει τα 68,5 έτη μέχρι το 2030 και τα 72,5 έτη το 2070.

Η τάση αυτή είναι εμφανής και σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες. Στη Δανία η νομοθεσία προβλέπει σταδιακή αύξησή τους, φτάνοντας τα 69 έτη το 2035 και τα 70 έτη το 2040.

Το εκσυγχρονισμένο, κατά τα άλλα, αυτό μοντέλο, σαφώς αντιμετωπίζει τους πολίτες ως οικονομικές μονάδες παρά ως ανθρώπους.

Και το πιο φυσιολογικό για την εποχή μας, αυτή η πολιτική, αν και μπορεί να θεωρηθεί ως ένας τρόπος διασφάλισης της βιωσιμότητας του συστήματος, στην ουσία μετατρέπει την ανθρώπινη ζωή σε μια στείρα αριθμητική εξίσωση.

Οι άνθρωποι καλούνται να εργαστούν περισσότερα χρόνια, όχι επειδή το επιθυμούν ή το αντέχουν, αλλά επειδή το επιβάλλουν οι οικονομικοί δείκτες. Και ας τρέχουμε για να ορίσουμε την έννοια της ποιότητας της ζωής.

Έτσι απλά: η αύξηση των ορίων στο συνταξιοδοτικό σημαίνει ότι οι άνθρωποι θα εργάζονται σε μεγαλύτερη ηλικία, συχνά αντιμετωπίζοντας προβλήματα υγείας και με μειωμένες σωματικές ικανότητες.

Αγνοείται απελπιστικά ο πραγματικός ρόλος των ηλικιωμένων στην κοινωνία, είτε ως παππούδες και γιαγιάδες, είτε ως ενεργοί γενικότερα πολίτες.

Όταν η αξία ενός ανθρώπου καθορίζεται από το πόσο παραγωγικός είναι – και εδώ παίζει η έννοια της παραγωγικότητας κατά πόσο μπορεί να στηρίζεται μόνο σε ποσά και αριθμούς – τότε χάνεται το βαθύτερο νόημα της ζωής.

Δεν βρισκόμαστε έτσι απλά μπροστά σ’ ένα οικονομικό πρόβλημα, αλλά σε μια κοινωνική πρόκληση.

Μήπως θα πρέπει να προβληματιστούμε και σ’ άλλες παραμέτρους, όπως η ενίσχυση της απασχόλησης των νέων, η στήριξη των οικογενειών για την αύξηση των γεννήσεων και η δημιουργία νέων μοντέλων εργασίας, πιο ευέλικτων και ανθρωποκεντρικών;

Η συζήτηση θα πρέπει να μετατοπιστεί από τους αριθμούς στην ανθρώπινη αξία. Ζητείται όχι απλώς η επιβίωση του συστήματος, αλλά η διασφάλιση μιας αξιοπρεπούς ζωής. Όσο μπορούμε, βέβαια, να το αντέχουμε κι αυτό…