Πολλοί φίλοι και αναγνώστες με ρωτούν «πώς γράφεις κάθε μέρα;», «πώς εμπνέεσαι; Πώς βρίσκεις τα θέματά σου;». Αυτό το ερώτημα γυροφέρνει πολλά χρόνια θαρρώ στο υποσυνείδητό μου. Γιατί, για κάποιον λόγο απροσδιόριστο ακόμα, ό,τι σκεφτόμουν, ό,τι παρατηρούσα γύρω μου και μου προκαλούσε ενδιαφέρον, ό,τι άκουγα και έβλεπα, η πρώτη μου κίνηση ήταν να το σημειώσω κάπου. Να το γράψω. Πιθανώς, να είναι και αυτός ένας από τους λόγους που, όπως συνηθίζω να λέω σαρκαστικά, κατάντησα δημοσιογράφος!
Αυτή τη στιγμή που γράφω για τον «Φ», ταξιδεύω μεσοπέλαγα στο Αιγαίο, με το μελτέμι να δυσκολεύει το γράψιμό μου. Η απάντησή μου σε όσους με ρωτούν πώς, πρακτικά, είναι η εξής:
Μπαίνω στο Διαδίκτυο και καθώς διαβάζω σερφάροντας, μου έρχονται ιδέες και τις γράφω. Ακούω πράγματα στο ραδιόφωνο, ειδήσεις, εκπομπές λόγου και μουσικής. Μου έρχονται σκέψεις και εικόνες και πάλι γράφω. Ανοίγω ημερολόγια, ψάχνω ατζέντες, βρίσκω στίγματα, αφορμές για να γυρέψω επιπρόσθετες πληροφορίες. Τις σημειώνω και αυτές. Και σε κάποιο κείμενο τις συμπεριλαμβάνω.
Περπατώ στον δρόμο, πολύ. Οδηγώ στην πόλη, παρατηρώ τα τοπία και τους ανθρώπους. Όλο κάτι βρίσκω, ποτέ κάτι αδιάφορο.
Φωτογραφίες (όπως αυτή που βλέπετε, που βρέχει νότες!…), μου γεννούν συναισθήματα. Τα βάζω στο χαρτί. Μουσικές με πλημμυρίζουν, λέξεις μου έρχονται εύκολες, τις βάζω σε σειρά και γίνονται λόγος. Κι αυτό που μόλις έγραψα τώρα, προέκυψε επειδή συνειδητοποίησα όλα τα προηγούμενα που μόλις διαβάσατε!
Όσο για τα Social Media, που κατακλυσμιαία εισχώρησαν στη ζωή μας, έχω διαφορετικές προσεγγίσεις και γούστα. Βρίσκομαι όμως ακόμα στο στάδιο της δοκιμής (test-drive!) και του πειραματισμού. Το «δείγμα» είναι μεγάλο. Ασυναίσθητα παρασύρεσαι και στα χαζά, στα ευτελή και στα … ναρκισιστικά. Τα τελευταία υπερέχουν όλων. Αλλά σιγά-σιγά ξεσκαρτάρεις όσα και όσους δεν σου «λένε» τίποτα.
ΕΝΑ ΒΙΒΛΙΟ
«Ονομάζοντας Ανθρώπινη Κωμωδία ένα έργο που πάνε κιόλας δεκατρία χρόνια αφότου το άρχισα, είναι ανάγκη να πω την κατευθυντήρια σκέψη μου, να εξηγήσω δια βραχέων το σχέδιό του, να μιλήσω γι’ αυτά τα πράγματα σάμπως να μου ήταν αδιάφορα. Δεν είναι κάτι τόσο δύσκολο όσο θα πίστευε το κοινό. Η λίγη δουλειά γεννά μεγάλη φιλαυτία, αντίθετα η πολλή δουλειά σου μεταδίδει άπειρη μετριοφροσύνη ~ Οι διαφορές ανάμεσα σε έναν στρατιώτη, έναν εργάτη, έναν υπάλληλο, έναν δικηγόρο, έναν φυγόπονο, έναν σοφό, έναν πολιτικό, έναν έμπορο, έναν ναυτικό, έναν ποιητή, έναν φτωχό, έναν ιερέα, μολονότι συλλαμβάνονται πιο δύσκολα, είναι εξίσου σημαντικές μ’ εκείνες που διακρίνουν το λύκο, το λιοντάρι, το γάιδαρο, το κοράκι, τον καρχαρία, τη φώκια, το πρόβατο κ.τ.λ. Υπήρχαν λοιπόν και θα υπάρχουν εσαεί κοινωνικά είδη όπως υπάρχουν τα ζωολογικά είδη».
> Μέρος του Προλόγου από το κεφάλαιο «Σκηνές της Ιδιωτικής Ζωής», από το μνημειώδες έργο «Η Ανθρώπινη Κωμωδία» του Γάλλου μυθιστοριογράφου και θεατρικού συγγραφέα Ονορέ Ντε Μπαλζάκ (1842). Σ’ αυτό το βιβλίο θα βρει ο αναγνώστης εκατοντάδες διεξοδικές παρατηρήσεις για τα κατεξοχήν μπαλζακικά θέματα: Οικογένεια, πολιτική χρήμα, θρησκεία πίστη, παρθενία, αφοσίωση, φιλοδοξία, κραιπάλη και ψυχική διάλυση.