Τα δύο χελιδονάκια αρχικά πέταξαν φοβισμένα μακριά από τη φωλιά τους όταν κατέφθασε στο εξοχικό όπως κάθε καλοκαίρι η οικογένεια με τα παιδιά, για να παραθερίσουν. Ο πατέρας άνοιξε το πορτμπαγκάζ, ξεφορτώνοντας φουσκωτά, καλάμια ψαρέματος, ποδηλατάκια, φαγώσιμα και καρπούζια. Φέτος δεν είχαν έρθει τις γιορτές του Πάσχα, οπότε και έχασαν την ιεροτελεστία της γέννησης και της φροντίδας των χελιδονιών από την μητέρα τους. Μαζί με τον κύριο Χελιδόνα θα επιδιόρθωναν πρώτα την παλιά φωλιά και αυτή στη συνέχεια θα κλωσσούσε για μέρες τα αυγά της. Μόνο αφού θα είχαν εκκολαφτεί τα μικρά της θα τα άφηνε για λίγο, προς αναζήτηση της τροφής τους: σκουληκάκια, έντομα και μύγες, μετατρέποντάς τα σε μικροσκοπικούς σβόλους και ταΐζοντάς τα απευθείας από το στόμα της στο δικό τους.

Χαρά θεού τα τιτιβίσματα και τα πρώτα τους δειλά φτερουγίσματα, μέχρι να μάθουν να απλώνουν τα φτερά τους και να μπορούν να σχίζουν τους αιθέρες. Αγαπημένα πλάσματα που φέρνουν την άνοιξη, την ελπίδα και την αισιοδοξία. Τραγουδήθηκαν και υμνήθηκαν από μικρούς και μεγάλους, τα ύμνησαν ζωγράφοι, ποιητές και μουσικοί. Μαζί με το αηδόνι παραμένουν στο συλλογικό ασυνείδητο και στη λαϊκή μας παράδοση τα χαϊδεμένα μας πουλιά. Όσοι καταστρέφουν τις φωλιές τους για να μην τους λερώνουν την αυλή ή την βεράντα τους, θεωρούνται άνθρωποι μικρόψυχοι.

Τα παιδιά έτρεξαν να δουν τα νούφαρα στη μικρή δεξαμενή της αυλής, μα έβαλαν τις φωνές και τα κλάματα, βρίσκοντας ανάμεσα τους ένα νεκρό χελιδόνι. Το έβγαλαν οι γονείς με την ελπίδα πως ήταν ακόμη ζωντανό. Δεν του έλειπε ούτε ένα φτερό, ούτε πληγή υπήρχε, δεν είχε δεχθεί επίθεση από γάτα, ούτε είχε κτυπηθεί από σκάγια ή από σφεντόνα. Ίσως να είχε απλά σημάνει η ώρα του έχοντας διανύσει ποιος ξέρει πόσες φορές το μακρύ ταξίδι προς την Αφρική, χιλιάδες χιλιόμετρα, ξεχειμωνιάζοντας στις χώρες του Νείλου και επιστρέφοντας εδώ στη νήσο της Κύπρου κάθε Μάρτη.

Το νεκρό χελιδόνι ήταν άραγε η μητέρα των δυο μικρών χελιδονιών που τιτίβιζαν στη φωλιά, παραξενεμένα που είχαν δει κόσμο; Ευτυχώς είχαν μεγαλώσει αρκετά και η μητέρα χελιδόνα τους είχε ήδη μάθει να εξασφαλίζουν την τροφή τους και να χρησιμοποιούν τα φτερά τους. Γιατί σύμφωνα με τους νόμους του ζωικού βασιλείου έπρεπε όταν έρθει η ώρα να τα αφήσει, να ανεξαρτητοποιηθούν και να χαράξουν τις δικές τους πτήσεις στους αιθέρες και στον ουρανό. Στις σαβάνες, στα δάση και στη φύση, συμβαίνει το ίδιο με τα θηλαστικά που όταν απογαλακτιστούν και έχουν μάθει να εξασφαλίζουν την τροφή τους και να προστατεύονται από τους εχθρούς, οι μανάδες φεύγουν διακριτικά αφού έχουν ολοκληρώσει τον κύκλο της μητρότητας.

Στον κόσμο των ανθρώπων υπάρχουν γονείς ή τουλάχιστον μια μεγάλη κατηγορία γονιών που δεν αφήνουν τα παιδιά τους να επιλέξουν τη δική τους πορεία στη ζωή. Από μικρά τους επιβάλλουν και υποβάλλουν πώς τα θέλουν ως ενήλικες: Γιατρούς, λογιστές, δικηγόρους, να αναλάβουν την οικογενειακή επιχείρηση ή να βρουν δουλειά στη δημόσια υπηρεσία. Ο μέσος κύπριος γονιός σίγουρα δεν ονειρεύεται να δει το παιδί του εικαστικό, μουσικό ή ηθοποιό. Πολλοί μάλιστα τα αποτρέπουν και τα εμποδίζουν να οραματιστούν το μέλλον τους.

Ακόμη και στην επιλογή συντρόφου, υπάρχει μια άγραφη λίστα στην οποία καθορίζουν την κοινωνική και οικονομική επιφάνεια της οικογένειας από την οποία επιτρέπεται να διαλέξουν τα παιδιά τον σύντροφό τους, εξαναγκάζοντας τα, να συνάψουν ένα εικονικά πετυχημένο γάμο, για τα μάτια του κόσμου.

Κι έρχονται τα χελιδόνια να μας θυμίσουν τους αληθινούς νόμους της ζωής και της φύσης και πως ο μόνος αληθινός δρόμος είναι αυτός που μας υποδεικνύει η καρδιά μας. Που διανύουν χιλιάδες χιλιόμετρα κάθε φθινόπωρο και άνοιξη που δεν λανθάνουν, φτάνουν πάντα στον προορισμό, τους ακολουθώντας το ένστικτο και την συνείδησή τους. Με την έναρξη της νέας σχολικής χρονιάς ας ευχηθούμε οι γονείς να αφήσουν τα παιδιά τους να ανθίσουν και να πετάξουν σύμφωνα με τις επιθυμίες και τα όνειρά τους.

«Έρχονται χελιδόνια, τα μωρά του ανέμου. / Πίνουν πετούν να πάει μπροστά η ζωή. /
Το φόβητρο του ονείρου γίνεται όνειρο, / η οδύνη στρίβει το καλό ακρωτήρι. /
Καμιά φωνή δεν πάει χαμένη στους κόρφους τ’ ουρανού». (Οδυσσέας Ελύτης).

Έθαψαν κάτω από την ελιά το χελιδόνι, αφήνοντας στον μικροσκοπικό τύμβο που το σκέπαζε, αγιόκλημα και γιασεμιά από τον φράκτη της αυλής. Το επόμενο πρωί τα χελιδόνια έκαναν χαμηλές πτήσεις και κύκλους από πάνω του, λες και ήθελαν να το αποχαιρετήσουν, έπειτα ξανάπιασαν τις ψηλές τους πτήσεις, κόβοντας κομμάτια ουρανού και γαλάζιου με τη ψαλιδωτή ουρά τους.

Καλές πτήσεις στα παιδιά και στους νέους μας!

dena.toumazi@gmail.com