Παρά τις προσπάθειες των ΜΜΕ να την υποβαθμίσουν, η τεράστια αντιισλαμική και αντιμεταναστευτική συγκέντρωση στο Λονδίνο το Σάββατο, υπό το σύνθημα «Ενώστε το Βασίλειο» ξεπέρασε ακόμα και τις πιο τρελές προσδοκίες των διοργανωτών της. 

Το βίντεο με τα πλάνα από ελικόπτερο δεν άφησε καμία αμφιβολία ότι ήταν μια συγκέντρωση χωρίς προηγούμενο, πολύ μεγαλύτερη μάλιστα και όχι μικρότερη σίγουρα των 300.000, της μεγάλης «φιλοπαλαιστινιακής», «αριστερής» και εν πολλοίς φιλοτζιχαντιστικής (δες, τα λάβαρα και τα συνθήματα που εμφανίστηκαν) διαδήλωσης της 11ης Νοεμβρίου του 2023. 

Μετά από το βίντεο της εκδήλωσης του Σαββάτου υπήρξαν εκτιμήσεις και για μισό εκατομμύριο, οι διοργανωτές μιλούν για πολύ περισσότερους και η αλήθεια είναι πως η εικόνα δείχνει ένα πλήθος τεράστιο. Όμως το θέμα δεν είναι το πόσους κατάφερε να κατεβάσει ο καθένας. Είναι το τι σημαίνει πια το γεγονός ότι το αντισημιτικό μέτωπο (ακρο)αριστερών και φιλοτζιχαντιστών από τη μία και η αντιμεταναστευτική και αντισλαμική ακροδεξιά από την άλλη προσλαμβάνουν αυτή τη δυναμική.

Με τους πιο πάνω χαρακτηρισμούς, άλλωστε, μπορεί κανείς να διαφωνήσει. Εν μέρει, εν όλω ή και με την προσθήκη επιπρόσθετων ακόμη «χειρότερων». Ένα είναι σίγουρο όμως: ότι πλέον η πόλωση έχει φτάσει σε επίπεδα πρωτοφανή. Και κανείς δεν ξέρει πού θα οδηγήσει τα πράγματα. 

Όχι μόνο στην Βρετανία αλλά και αλλού στην Ευρώπη.

Κάποιοι το έβλεπαν να έρχεται εδώ και καιρό. Ειδικά στη Βρετανία, όπως και στη Γαλλία και αλλού βέβαια, η αλλοίωση του δημογραφικού χαρακτήρα και των κοινωνικών ισορροπιών τις τελευταίες δεκαετίες, στο όνομα της πολυπολιτισμικότητας τάχα και ο παράλληλος εξαναγκασμός όσων διαμαρτύρονταν στη σιωπή μαζί και στο ταμπέλωμά τους ως ρατσιστές, δημιούργησε ένα κενό το οποίο όντως το έχει γεμίσει η ακροδεξιά.

Στη Βρετανία δε η κατάσταση έχει φτάσει στα άκρα κυριολεκτικά και μεταφορικά, με ένα τεράστιο μέρος των Βρετανών να νιώθει πλέον ότι απειλείται, όχι από τους ξένους γενικά, όπως συνέβαινε παλιά αλλά από το ισλάμ και τη ριζοσπαστικοποίησή του. 

Και ενώ είναι κατανοητό και απολύτως αναμενόμενο ως 101 της πολιτικής επικοινωνίας ότι θα υπάρχουν υπερβολές, ακόμα και ψέματα ή ότι άλλο χρειάζεται για να μεγιστοποιηθεί ο φόβος των αυτοχθόνων, που πλέον δύσκολα μπορεί κανείς να τους προσδιορίσει έστω, γεγονός αναντίλεκτο παραμένει ότι η κατάσταση, ειδικά εάν μιλάμε για τη Βρετανία, έχει ξεφύγει προ πολλού.

Όπως η αριστερά και η ακροαριστερά έχουν βρει το δεκανίκι τους στο ισλάμ τους ισλαμιστές και τον σκοταδισμό τους, έτσι ακριβώς και η ακροδεξιά δεν ασχολείται με τους ξένους γενικώς, δεν ασχολείται διότι σίγουρα δεν το ξεπέρασε, και πλέον αποζητά τη βοήθεια όλων πλην του μετώπου του άλλου άκρου με τους ισλαμιστές. Προβάλλοντας το ισλάμ ως τον κοινό εχθρό ο οποίος σε κάποιες (μεγάλες) πόλεις πλειοψηφεί και εκλέγει δημάρχους ενώ σε κάποιες άλλες είναι πολύ κοντά. Και από εκεί αρχίζουν οι μικρές αλλά πολύ επίμονες προσπάθειες για να «ισιώσει» σιγά – σιγά η κοινωνία σύμφωνα με τα οράματα του «προφήτη».

Τα οποία είναι γεγονός ότι μόνο εφιάλτης μπορεί να είναι για κάθε πολιτισμένο άνθρωπο. Με δύο βασικές ενστάσεις: (α) ότι οι μη λευκοί, μη Άγγλοι δεν έχουν λόγο να εμπιστεύονται την ακροδεξιά γιατί ξέρουν ή θα έπρεπε ότι αυτό που κρύβεται πίσω από την ευκαιριακή της μετάλλαξη είναι κάτι διαφορετικό και (β) ότι ένας σημαντικός αριθμός κοσμικών και μη μουσουλμάνων δεν ταυτίζεται με τους ισλαμιστές. Κάθε άλλο. Ειδικά εάν μιλούμε για γυναίκες, τους φοβούνται σίγουρα περισσότερο από ότι την ακροδεξιά.

Ποια είναι η διαφορά; Η διαφορά είναι στη βία και την προέλευση της. Διότι η ακροδεξιά έχει μετακινηθεί εδώ και πολύ καιρό από το νεοναζισμό και πλέον ειδικά στην εποχή Τραμπ αποτελεί μια επιλογή. Σίγουρα όχι για εμάς, τους ανθρώπους οι οποίοι αντιλαμβάνονται τους κινδύνους και από τα δύο άκρα, ειδικά όπως προχωρά η κατάσταση.

Η ακροαριστερά όμως και οι ισλαμιστές συνέταιροί της δεν έχουν μια τέτοια δυνατότητα μη βίαιης ή μη ακραίας μετακίνησης. Οι μεν ισλαμιστές πιστεύουν ότι εκτελούν θεϊκές εντολές και δεν διανοούνται να παρεκκλίνουν από την παράνοια, οι δε ακροαριστεροί (και αριστεροί εν πολλοίς) με τη συνεργασία τους με τους ισλαμιστές, την ανοχή στην παράνομη μετανάστευση, την επιστροφή σε ιδεολογίες χρεοκοπημένες από μόνες τους μάλιστα, και τα αμέτρητα παραδείγματα των καταστροφικών επιδόσεων στην οικονομική διακυβέρνηση, είναι άκρως απωθητικοί για κάθε νηφάλιο και ψύχραιμο άνθρωπο ο οποίος θέλει να βελτιώσει τη ζωή του, όχι να τη διαλύσει.

Για αυτό είναι που το ισλάμ εκλαμβάνεται ως μια πιο άμεση και πολύ μεγαλύτερη απειλή. Εδώ το ισλάμ, όχι ο ισλαμισμός. Διότι εν τη απουσία αντίδρασης από τους άλλους μουσουλμάνους και πάλι λόγω της βίας και του φόβου που προκαλεί, ακόμα και εάν οι πιο αισιόδοξοι έχουν δίκαιο και οι φανατικοί / ριζοσπαστικοποιημένοι μουσουλμάνοι είναι μόνο το 10% των μουσουλμάνων γενικώς, όχι περισσότερο, τότε στο Ηνωμένο Βασίλειο μιλάμε για 400.000 ακραίους.

Όταν λοιπόν θεωρείται ΟΚ, να βγαίνει κάποιος στη διαδήλωση με τζιχαντιστικές σημαίες, με ακραία συνθήματα, να σταματά μαζί με άλλους την κυκλοφορία για να προσευχηθεί (!) μια επίδειξη δύναμης και θράσους ουσιαστικά, να απαιτεί να αλλάξουν όλοι οι άλλοι διότι είναι άπιστοι και όταν την ίδια ώρα η Αστυνομία κατεβάζει τις αγγλικές σημαίες από τα σπίτια ή θεωρεί εξτρεμισμό και πρόκληση το να κηρύττει ο άλλος το χριστιανισμό στο δρόμο, την ώρα που καθημερινά υπάρχει (στην Oxford Street αλλά και αλλού) το γνωστό τραπέζι το οποίο παίζει μέσω μεγαφώνων το κοράνι και μοιράζει φυλλάδια και κοράνια αβέρτα, τότε ναι: πρώτον κάτι δεν πάει καθόλου καλά και δεύτερον, ο κόσμος θα καταλήξει στην ακροδεξιά. 

Εξ ου και τεράστια πλήθη που μπορεί να μην ταυτίζονται καν μαζί της αλλά πέφτουν θύματα της ρητορικής της… εκουσίως. Διότι οι πολιτικοί δεν κάνουν κάτι, διότι εντέλλεται να σιωπούν μέσα στη χώρα τους και διότι θέλουν όντως τη χώρα τους πίσω. Νιώθουν και όχι άδικα ότι εάν δεν την έχασαν κινδυνεύουν άμεσα να τη χάσουν. 

Και φυσικά θα αντιδράσουν.