Ενώ οι πλείστοι πιστεύουν πως αυτό που κάνουν, ότι κι αν είναι -καλλιτεχνικό, πολιτικό ή επιστημονικό έργο- είναι πολύ σπουδαίο και αξίζει βράβευσης, ένας επιστήμονας, ο Φρεντ Ράμσντελ, ο οποίος ενδεχομένως ξέρει πως τέτοιες μέρες ανακοινώνονται τα Νόμπελ και πως η δουλειά του ήταν προτεινόμενη, δεν κάθεται δίπλα στο τηλέφωνο αγωνιώντας και αδημονώντας. Συνεχίζει τη ζωή του όπως την είχε προγραμματίσει. Ίσως γιατί δεν έχουν και τόση σημασία τα βραβεία, ίσως για να αποφύγει την απογοήτευση. Και φεύγει για πεζοπορία σε απομονωμένη περιοχή, χωρίς σήμα, χωρίς συσκευές που να τον κρατούν σε επαφή με την τρέχουσα επικαιρότητα. Κι ενώ όλη υφήλιος έμαθε πως του έχει απονεμηθεί το Νόμπελ Ιατρικής (μαζί με δύο άλλους επιστήμονες) αυτός δεν το ξέρει.
Η Επιτροπή Νόμπελ τον έψαχνε για να τον ενημερώσει αλλά δεν κατάφερε να τον βρει. Όπως ούτε κι ο συνάδελφος του Σιμόν Σακαγκούτσι, ο οποίος μοιράστηκε μαζί του καθώς και με τη Μέρι Μπράνκοου το βραβείο για τις ανακαλύψεις τους σχετικά με τον τρόπο λειτουργίας του ανοσοποιητικού συστήματος. «Προσπαθώ κι εγώ να τον εντοπίσω. Νομίζω ότι κάνει πεζοπορία σε απομονωμένη περιοχή του Άινταχο», δήλωσε ο Σακαγκούτσι στο Γαλλικό Πρακτορείο.
Αυτή δεν είναι η πρώτη φορά που η Επιτροπή δεν μπορεί να εντοπίσει τους βραβευθέντες πριν την επίσημη ανακοίνωση. Το 2020, τα μέλη της επιτροπής αντιμετώπισαν παρόμοιο πρόβλημα με τους βραβευμένους στα Οικονομικά, Μπομπ Γουίλσον και Πολ Μίλγκρομ, από το πανεπιστήμιο του Στάνφορντ. Αρχικά κάλεσαν στο τηλέφωνο τον Γουίλσον ο οποίος κοιμόταν και παρόλο που απάντησε έκλεισε αμέσως το τηλέφωνο, με αποτέλεσμα η επιτροπή να επικοινωνήσει με τη σύζυγο του. Στη συνέχεια, αφού ούτε με τον Μίλγκρομ δεν μπορούσε να επικοινωνήσει, ανάλαβε ο Γουίλσον να πάει να τον ξυπνήσει. Πλάνα από κάμερα ασφαλείας κατέγραψαν τη στιγμή που του ανακοινώθηκαν τα νέα και η απάντηση του ήταν «Ναι; Ουάου».
Η πιο επική στιγμή όμως καταγράφηκε το 2007 όταν το Νόμπελ απονεμήθηκε στη Βρετανίδα συγγραφέα Ντόρις Λέσινγκ η οποία τότε ήταν 88 χρόνων. Δημοσιογράφοι που είχαν πάει ήδη στο σπίτι της κατέγραψαν τη στιγμή που φθάνει στο σπίτι της με ένα ταξί και κάμποσες σακούλες με ψώνια, ανύποπτη και ατημέλητη, συνοδευόμενη από το γιο της ο οποίος έχει το ένα χέρι στο γύψο και στο άλλο κρατάει αγκινάρες. Εκπλήσσεται που βλέπει τα δημοσιογραφικά συνεργεία και ρωτά τι έγινε; Όταν της το ανακοινώνουν είναι σαν να μην το πίστεψε και γυρίζει την πλάτη για να πληρώσει τον οδηγό του ταξί.
Υπάρχουν δε και παραδείγματα ανθρώπων που αρνήθηκαν να πάρουν το βραβείο που τους απονεμήθηκε από αντίδραση ή για άλλους λόγους.