Μια γυναίκα 79 χρόνων, με κάποιο νευρολογικό πρόβλημα (ίσως άνοια), κλειδωμένη στο σπίτι για να μην παίρνει τους δρόμους και να χάνεται, φωνάζει διαρκώς βοήθεια. Για μέρες, για βδομάδες, για μήνες. Οι γείτονες ανησυχούν, μιλούν με το γιο της, καλούν την αστυνομία, καλούν ή στέλνουν μηνύματα στις υπηρεσίες κοινωνικής πρόνοιας. Κανείς όμως δεν σπεύδει να τη βοηθήσει. Μέχρι πριν τρεις μέρες που επιτέλους κάποιος στην αστυνομία κινητοποιήθηκε μετά από καταγγελία περαστικού ο οποίος άκουσε τις κραυγές της γυναίκας κι ανησύχησε. Δεν είναι πως κινδύνευε άμεσα από κάτι συγκεκριμένο και ζητούσε βοήθεια. Είναι που έζησε 79 χρόνια, έδωσε ότι ήταν να δώσει κι έπειτα, όταν το μυαλό της άρχισε να δουλεύει αλλιώτικα, έμεινε μόνη, χωρίς φροντίδα, κλειδωμένη σαν φυλακισμένη.

Για την κατάσταση στην οποία βρέθηκε κατηγορείται ο γιος της. Είναι αυτός όμως ο ένοχος; Ποια ήταν η δική του προσωπική κατάσταση; Είχε τη δυνατότητα να προσφέρει κάτι καλύτερο στη μάνα του, αλλά δεν το έκανε; Δεν μπορούμε να ξέρουμε τις απαντήσεις, αλλά δεν μπορεί να θεωρείται δεδομένο πως τα παιδιά μπορούν να φροντίζουν τους γονείς τους όταν γεράσουν και κυρίως όταν έχουν τέτοιου είδους δύσκολα προβλήματα. Όπως επίσης δεν μπορεί να θεωρείται δεδομένο πως έχουν όλοι παιδιά ή κάποιον τέλος πάντων που θα νοιαστεί και κυρίως που έχει τις δυνατότητες να αναλάβει και να ανταπεξέλθει μιας τέτοιας κατάστασης. 

Η υπόθεση της 79χρόνης που ζητούσε βοήθεια κλειδωμένη στο σπίτι της στη Λάρνακα φέρνει στο φως τα προβλήματα που αντιμετωπίζουν οι άνθρωποι στην τρίτη φάση της ηλικίας τους. Κρατικές δομές δεν υπάρχουν, οι Στέγες Ευγηρίας είναι πανάκριβες κι ούτε δέχονται όλες τις περιπτώσεις που αποτείνονται κοντά τους. Οι Υπηρεσίες Κοινωνικής Πρόνοιας δεν ανταποκρίνονται στις υποχρεώσεις τους και ούτε άλλη υπηρεσία υπάρχει, κρατική ή δημοτική, που να μπορεί κάποιος να αποταθεί για να ζητήσει βοήθεια ή έστω καθοδήγηση. Οι άνθρωποι μένουν μόνοι προσπαθώντας να βρουν άκρη. Και δεν είναι το πιο εύκολο. Οι απέξω μπορούμε με ευκολία να δακτυλοδείχνουμε -στη συγκεκριμένη περίπτωση- τον γιο ως ανάλγητο. Ένας γιος που ίσως είχε δικά του προβλήματα. Ένας γιος που ίσως δεν ήξερε πως να βοηθήσει τη μάνα του. Που να μην είχε την οικονομική δυνατότητα για να εργοδοτήσει μια ξένη γυναίκα ώστε να φροντίζει τη μάνα του.

Τι γίνεται σε τέτοιες περιπτώσεις; Οι γείτονες λένε τηλεφωνούσαν από καιρό τώρα στις Υπηρεσίες του κράτους. Οι Υπηρεσίες το διαψεύδουν. Στις 29 του Σεπτέμβρη το έμαθαν –λένε- και έψαχναν θέση σε Στέγη. Για μια βδομάδα έψαχναν, χωρίς καν να επισκεφθούν τη γυναίκα για να αξιολογήσουν την κατάσταση. Και μόλις δόθηκε δημοσιότητα, βρέθηκε και η θέση στη Στέγη. Όλα καλά μέχρι την επόμενη κραυγή βοήθειας.