Πραγματικά, ο θόρυβος γύρω από εκείνους, κυρίως από το ΠΑΣΟΚ και άλλα κόμματα της Αριστεράς, που δεν πήγαν στην κηδεία του Διονύση Σαββόπουλου το Σάββατο, δεν με απασχολεί καθόλου.

Δικαίωμά τους είναι, και όποιος θέλει τους κρίνει.

Το πρόσωπο ήταν, και παραμένει ο Νιόνιος. Ένας άνθρωπος, προικισμένος καλλιτέχνης σε πολλά επίπεδα. Που, πρώτος από όλους αυτούς τους μίζερους τυχάρπαστους, καθήλωνε τον ίδιο τον εαυτό του.

Ένας άνθρωπος που δεν χωρούσε σε κομματικά κουτάκια. Δεν χωρούσε κάν μέσα στον ίδιο του τον εαυτό, γιατί και πρώτος τον αυτοσάρκωνε. Οι δογματικοί της Αριστεράς, αυτού που πατεντάρισαν το σλόγκαν «ένα είναι το Κόμμα», είναι σαν το Play Station, όπου επιδράς μες το παιχνίδι με ένα χειριστήριο. Ή, καλύτερα, με έναν χειριστή.

Πες τον γενικό γραμματέα, καθοδηγητή, ινστρούχτορα, σύντροφο, κι ό,τι άλλο θες για να περιγράψεις κάτι δογματικό και απελπιστικά ξεπερασμένο.

«Ποιος μας γηροκομεί τη σήμερον ημέρα, ψηστιέρα, καρβουνιέρα, μούσα δεκεμβριανή; Πολέμησα καιρό σε όλα τα πεδία και με τυφλή μανία ξέσκιζα τον εχθρό. Τώρα με χειρουργεί η αλλήθωρη νεολαία, μια τσογλανοπαρέα, που κάνει κριτική. Οι γέροι χωριστά, οι νέοι άλλο πράμα όποιος τους θέλει αντάμα πληρώνει ακριβά. Πρόστιμα μια ζωή στην κλεψύδρα και στα εφετεία είναι μια κοροϊδία, σκιά του δικαστή», έλεγε στους Αχαρνής του. Για μένα ένα από τα πιο μνημειώδη έργα του.

«Κι εμείς που αριστερίσαμε, ποιο τάχα ήταν το λάθος;», απορούσε ανοικτά στο τραγούδι του «Μέρες καλύτερες θα’ρθουν». Όπου αναφερόταν  στην απογοήτευση και την πικρία που νιώθουν οι άνθρωποι που πίστεψαν σε μια ιδεολογία και αυτή καταρρέει σαν εφιάλτης, ενώ η αλήθεια του πάθους τους πνίγηκε από τον χείμαρρο της πραγματικότητας.

•      Εφιάλτης ήταν το είδωλο, αλήθεια όμως το πάθος:

Αυτή η φράση υποδηλώνει ότι η ιδεατή εικόνα (το είδωλο) που προσπάθησαν να υλοποιήσουν αποδείχθηκε εφιαλτική, ενώ το γνήσιο πάθος και η αγάπη τους για αυτό που πίστευαν καταπνίγηκε.

•      Και βούλιαξε στο χείμαρρο, στο δίκιο του πνιγμένο:

Η ιδέα τους «πνίγηκε» από την πραγματικότητα, η οποία ήταν τόσο ισχυρή που την κατέκλυσε, σαν ένα ποτάμι που παρασέρνει τα πάντα.

Αλήθεια, δεν ξέρω πολλούς ιδεολόγους που τολμούν μια τέτοια αυτοκριτική. Ο δογματισμός τους είναι μπετόν, και δεν σπάει με τίποτα

Έκανε λάθη ο Νιόνιος; Εσείς τι λέτε;

Μα τα αποκάλυπτε ο ίδιος προτού τον προλάβουν οι επικριτές. Αποδομούσε τον ίδιο του τον εαυτό, όταν έβλεπε κάτι που πήγαινε κόντρα στο αφήγημα που είχαμε σχεδόν όλοι γράψει για αυτόν.

Κάθε μετάλλαξή του όμως, αποκάλυπτε έναν καλύτερο Νιόνιο. Αποδόμηση δεν σήμαινε σύγκρουση με τον εαυτό του. Όχι. Άλλαξε πολλά. Τον ίδιο του τον εαυτό. Αλλά, δεν πέταξε τίποτα!

«Πόθησα τον κόσμο σαν αχόρταγο παιδί. Κάθε του αναγνώριση

για μένα ήταν γιορτή. Μα όπως μεγαλώνουμε, κι όμορφα παλιώνουμε, θα `θελα η καρδιά μου να κριθεί από τους δασκάλους μας…

Κλείνει τώρα ο κύκλος κι είναι ο θάνατος πολύς, θάνατος στη μέση της ζωής

και πονώ για σένα που ήρθε η ώρα να το δεις, δόξα είν᾿η ευθύνη της δικής μας αλλαγής.

Φτάσαμε στ’ ανείπωτα: μη πετάξεις τίποτα. Μας μεταμορφώνει μια πνοή. Τώρα ένα παιδί αρκεί να μας εντοπίσει εκεί, κι όμορφος ο κόσμος, θα `ρθει πάλι να μας δει.»

Γεια σου, αγαπημένε μου. Τα λέμε…