Βρε κακό που μας βρήκε. Φοιτητές στη Θεσσαλονίκη έκαναν πορεία καταδίκης του ψευδοκράτους, έκαναν απεργία πείνας έξω από το τουρκικό προξενείο και, για φαντάσου, κάποιοι έκαψαν και μια σημαία του ψευδοκράτους.
Οργή και στα κατεχόμενα, οργή και ανάμεσά μας στις ελεύθερες περιοχές. Δηλητηριάζουν το κλίμα, κατάλαβες; Και κάθε βαρεμένος βγαίνει να καταδικάσει αυτούς που έκαψαν τη σημαία. Όχι αυτούς που στήνουν τη σημαία της κατοχής στο πληγιασμένο σώμα της πατρίδας μας.
«Όσοι διαπράττουν αυτή την πράξη είναι δέσμιοι του μίσους, της δυσαρέσκειας και των πρωτόγονων βίαιων παρορμήσεων», έλεγε ο Τουφάν Ερχιουρμάν. Και μπράβο του, διότι είπε επίσης ότι «το φαινόμενο εκδηλώνεται και στις δύο πλευρές του νησιού και αποτελεί έκφραση βαθιάς δυσαρέσκειας και μίσους».
Αλλά, τι στο καλό έκαναν οι Τουρκοκύπριοι, πολιτικοί και άλλοι, για να ακυρωθεί η δυσαρέσκεια και το μίσος; Μόλις την ίδια μέρα αποκαλυπτόταν ότι από τον Μάιο του 2023, κανένας επιθεωρητής, καμία επιθεωρήτρια, σύμβουλος μαθήματος, παιδαγωγός, εμψυχωτής, λειτουργοί του υπουργείου Παιδείας, μέλος της Σχολικής Εφορείας κ.λπ. δεν έχουν επισκεφθεί τα σχολεία στο κατεχόμενο Ριζοκάρπασο και στον Κορμακίτη.
Μιλάμε για 32 παιδιά. Και το κατοχικό καθεστώς τους δημιουργεί προβλήματα κάθε τόσο με διάφορους τρόπους. Τη μια, κάνοντας λογοκρισία στα βιβλία τους, την άλλη απαγορεύοντας διορισμό εκπαιδευτικών, τώρα ήρθε κι αυτό. Θέλουν, λέει, γραπτή αίτηση στο ψευδοκράτος για να πάνε άνθρωποι του υπουργείου Παιδείας στα σχολεία. Δηλαδή, το υπουργείο Παιδείας να αναγνωρίσει το κατοχικό καθεστώς δια της βίας για να μπορέσει να βοηθήσει 32 παιδιά.
Αυτά, που είναι αποφάσεις του καθεστώτος δεν αποτελούν «έκφραση βαθιάς δυσαρέσκειας και μίσους», αλλά αποτελεί το ότι πεντέξι φοιτητές ή και μαθητές θα κάψουν σημαία. Ποια σημαία; Ποιου κράτους; Αυτού που επίσημα η Κυπριακή Δημοκρατία, οι κυβερνήσεις, τα κόμματα και όλοι οι Ελληνοκύπριοι (εκτός από μια κουστωδία ελαφρόμυαλων) καταδικάζουν;
Οι Ελληνοκύπριοι σέβονται τα κρατικά σύμβολα όλου του κόσμου. Τα κρατικά σύμβολα, όμως. Όχι τα σύμβολα της κατοχής. Ακόμα κι αυτά δεν τα καίνε κάθε μέρα όπως θα έκανε κάθε λαός που βιώνει κατοχή και προσφυγιά. Τα υπομένουν. Σιωπούν. Ελπίζουν πάντα να έρθουν ειρηνικές μέρες, να μην χρειάζεται να βλέπουν τα σύμβολά της κατοχής και να κλαίει η ψυχή τους. Αλλά, να μην φτάνουμε στο αίσχος, να τους κατηγορούν και να ζητούν σεβασμό σε αυτά τα σύμβολα, όσο υπάρχει η κατοχή, αυτοί που την συντηρούν και στήνουν τον χορό της μισαλλοδοξίας.
Όπως τον «πρωθυπουργό» του κατοχικού καθεστώτος, Ουνάλ Ουστέλ, που δηλώνει ότι «η συμπεριφορά εκείνων που έστειλαν Ελληνοκύπριους νέους στα σύνορά μας με ελληνικές σημαίες και έκαψαν την σημαία της τδβκ αποτελεί προσβολή και επίθεση κατά του τουρκοκυπριακού λαού». Ποιοι έστειλαν τους Ελληνοκύπριους νέους; Αυτό είναι η συντήρηση του μίσους. Να έχεις πολιτικούς οι οποίοι αποδίδουν ακόμα και μια μαθητική εκδήλωση διαμαρτυρίας στην κυβέρνηση ή στα κόμματα μολύνοντας τον λαό με την εντύπωση ότι αυτό είναι οργανωμένη επίθεση εναντίον των Τουρκοκυπρίων. Μια ετήσια μαθητική εκδήλωση κατά της κατοχής είναι, καμία σχέση με τους Τουρκοκύπριους.
Τέλος πάντων, σπαταλούμε τα λόγια μας. Εκεί που μας χρωστούσανε, μας πήραν και το βόδι. Κι έχεις και τους τρικυμισμένους εγκέφαλους απ΄ εδώ να γράφουν ανοησίες. Βγάζουμε, λέει, μίσος εναντίον του κόσμου που αγωνίζεται για επανένωση. Μην μιλήσεις για απελευθέρωση της πατρίδας σου, μην ζητήσεις να φύγει η Τουρκία να μας αφήσει ήσυχους, μην έχεις προσδοκίες για ένα δημοκρατικό κράτος με ανθρώπινα δικαιώματα, μην μιλήσεις για βιώσιμη και λειτουργική λύση (το «δίκαιη» εξαφανίστηκε πια), σημαίνει ότι δεν θέλεις επανένωση. Με το δίκαιο τους φυσικά. Διότι όταν μιλούν αυτοί για επανένωση εννοούν αυτήν που δημιουργεί συνθήκες αποδοχής των τουρκικών ιδεών για το νησί μας. Όπως το έλεγε χθες ο «πρωθυπουργός»: «Θα ζήσουμε και θα υπάρχουμε στο νησί της Κύπρου ως δύο γειτονικά κράτη με καλές σχέσεις». Καλές σχέσεις δεν σημαίνει επανένωση, πάντως.