Το ταξίδι του Καγκελαρίου της Γερμανίας Φρίντριχ Μερτζ στο Ισραήλ ήταν όντως ιστορικό από πολλές απόψεις. Η κυριότερη, ωστόσο, θα κριθεί εκ του αποτελέσματος.

Παρόλο που ΜΜΕ εστίασαν στο γεγονός ότι ήταν η πρώτη επίσκεψη Μερτζ ως καγκελάριος, οφείλει κανείς να αναλογιστεί ότι ο Μερτζ ανέλαβε το αξίωμα, πριν από μόλις επτά μήνες. Οι δύο προηγούμενοι καγκελάριοι Όλαφ Σολτς και Άνγκελα Μέρκελ, και ίσως αυτό να οδήγησε σε αυξημένες προσδοκίες αρχικά, είχαν πάει δύο μόλις μήνες μετά την εκλογή τους. Όμως ήταν οι πρώτοι. 

Παρενθετικά: Η προϊστορία των επίσημων επισκέψεων Γερμανών Καγκελαρίων στο Ισραήλ είναι ίσως η καλύτερη αποτύπωση της αναπόφευκτα ιδιόμορφης σχέσης των δύο χωρών, οι οποίες έκαναν δεκαεπτά χρόνια από την ίδρυση του Ισραήλ για να συνάψουν επίσημα σχέσεις, το 1965.

 Ο δε πρώτος καγκελάριος ο οποίος πήγε στο Ισραήλ ήταν ο Βίλλυ Μπραντ το 1973. 

Τα οκτώ χρόνια που ακολούθησαν με πρωθυπουργό τον Χέλμουτ Σμιτ ήταν τα πιο δύσκολα στις ισραηλινογερμανικές σχέσεις αφού ο αρχικά φιλοϊσραηλινός ως υπουργός Άμυνας Σμιτ, παρά τις προσκλήσεις, δεν πήγε ποτέ στο εβραϊκό κράτος όταν έγινε καγελάριος. Ο λόγος ήταν αφενός μεν η απόφασή του να προσεγγίσει τον αραβικό κόσμο – λόγω πετρελαίου, οικονομίας, εξαγωγών όπλων στη Σαουδική Αραβία και αλλού – και να κρατήσει απόσταση από μια επίσκεψη που, κατά τη δική του λογική, θα τον έβαζε στο επίκεντρο της μνήμης του Ολοκαυτώματος χωρίς ουσιαστικό διπλωματικό κέρδος.

Όταν δε σε ένα ταξίδι στη Σαουδική Αραβία το 1981 ο Σμιτ είπε, απαντώντας σε ερώτηση, πως το Ισραήλ δεν είναι σε θέση να κάνει υποδείξεις στη Γερμανία, λόγω του Παλαιστινιακού, ο τότε (πρώτος δεξιός) Πρωθυπουργός του Ισραήλ Μεναχέμ Μπεγκίν θεώρησε ότι δεν υπήρχε άλλο περιθώριο ανοχής στον Σμιτ. 

Έτσι, είπε πως εάν κάποιος δεν δικαιούται να μιλά είναι ο Σμιτ ο οποίος υπήρξε αξιωματικός της Βέρμαχτ αφήνοντας να νοηθεί ότι αυτό ήταν το πρόβλημα του Γερμανού Καγκελαρίου. Η κόντρα συνεχίστηκε και η συγκεκριμένη περίοδος θεωρείται η χειρότερη με διαφορά μετά το 1965. Όσο για τους διαδόχους του, ο Κολ πήγε ένα χρόνο και ο Σρέντερ δύο χρόνια μετά.

Στην περίπτωση Μερτζ, το μερικό εμπάργκο στην πώληση όπλων στο Ισραήλ το οποίο επιβλήθηκε τον Αύγουστο, δύο και κάτι μήνες μετά την είσοδο του στην Καγκελαρία ήταν ηλίου φαεινότερον ότι δεν επέτρεπε μια τέτοια κίνηση. Όταν, στις 17 Νοεμβρίου, ήρθη το εμπάργκο ο δρόμος ήταν πλέον ανοιχτός. 

Συνεπώς τα της ιστορικότητας της πρώτης επίσκεψης δεν αφορούσαν το γεγονός ως τέτοιο. Αν θέλει να μιλήσει κανείς για ιστορικότητα, αυτή αφορά πρώτον, το ρήγμα το οποίο προκάλεσε το εμπάργκο το οποίο αν και μικρό σχετικά δεν μπορεί κανείς να το προσπεράσει και το οποίο φιλοδοξούσε να κλείσει η επίσκεψη – και ίσως να το κατάφερε – και δεύτερον, ο τρόπος με τον οποίο ο Μερτζ επέλεξε να τοποθετηθεί έναντι του Ισραήλ, λέγοντας ότι η διαχρονική δέσμευση στην ασφάλεια του Ισραήλ από γερμανικής πλευράς είναι «αμετάβλητος πυρήνας των σχέσεών μας».

Επίσης εξαιρετικά σημαντική ήταν η επανάληψη της θέσης ότι, αν και η Γερμανία προσβλέπει σε λύση δύο κρατών με ένα Παλαιστινιακό το οποίο θα υπάρχει ειρηνικά δίπλα στο Ισραήλ, μια τέτοια κίνηση δεν θα προκαλούσε κάτι θετικό αυτή τη στιγμή. Και είναι γεγονός πως η Γερμανία δικαιώθηκε εκ των υστέρων. Η κίνηση της Βρετανίας, της Γαλλίας και άλλων χωρών να αναγνωρίσουν Παλαιστινιακό κράτος προκάλεσε μόνο προβλήματα και σκλήρυνση της στάσης Νετανιάχου λόγω του δικού του ακροατηρίου.

Άλλωστε, δεν μπορεί να σημαίνει κάτι, όταν μέχρι το τέλος του 2024 το είχαν αναγνωρίσει 146 χώρες από τις 193 στον ΟΗΕ, οι 90 ήδη από το διάστημα 1988-1989. Σήμερα είναι 157 συνολικά.

Η Γερμανία είναι ο βασικός σύμμαχος και ο κυριότερος εμπορικός εταίρος του Ισραήλ και η σχέση τους πλέον είναι τόσο στενή που η Γερμανία διαχειρίζεται τις προξενικές και διπλωματικές υποθέσεις του Ισραήλ εκεί όπου δεν υπάρχει Ισραηλινή αποστολή.

Αυτό αν και ενδεικτικότερο ίσως της εγγύτητας των δύο χωρών και του επιπέδου της συνεργασίας δεν είναι φυσικά το βασικό και άλλωστε δεν υπάρχει πρόθεση να αλλάξει. Το βασικότερο είναι η ευρεία αμυντική συνεργασία και το πιο πρόσφατο γεγονός ότι, το αντιβαλλιστικό αεροπορικό σύστημα Arrow 3, το οποίο παράγει το Ισραήλ και η Γερμανία αγόρασε και δοκίμασε αλλά και άλλα συστήματα θεωρούνται εκ των ων ουκ άνευ για τη ασφάλεια της χώρας, ειδικά σε μια περίοδο ρωσικών προκλήσεων και απειλών.

Σ’ αυτό είναι κρίσιμο να προστεθεί και η εσωτερική ασφάλεια της Γερμανίας την οποία το Ισραήλ στηρίζει τόσο τεχνολογικά, όσο και με την παροχή πληροφοριών από τη Μοσάντ. Με έως και έξι εκατομμύρια μουσουλμάνους στο έδαφός της και με αρκετές σχεδιαζόμενες τρομοκρατικές επιθέσεις να έχουν αποτραπεί με τη βοήθεια του Ισραήλ, η πιο πρόσφατη πριν από δύο μήνες, η Γερμανία δεν ρισκάρει να έχει τις όποιες εντάσεις στις σχέσεις της με το Ισραήλ. Είναι για αυτό που Γερμανοί σχολιαστές, ανάμεσά τους και ο Κονσταντίν Σράιμπερ της συντηρητικής Die Welt, ο οποίος έχει έδρα το Tελ Αβίβ και τη Νέα Υόρκη, μίλησαν για κίνηση εξισορρόπησης (“Balanceakt”) από την οποία το Βερολίνο δεν αναμένει κάτι συγκεκριμένο, περιγράφοντας την επίσκεψη Μερτζ εδώ στο Ισραήλ.

Σίγουρα κάτι από το οποίο απουσιάζει το στοιχείο της εγγυημένης μονιμότητας με την κατάσταση στη Γάζα να παραμένει αβέβαιη.