91% των Κυπρίων δηλώνουν στο Ευρωβαρόμετρο ότι το πρόβλημα της διαφθοράς πνίγει την Κύπρο. Την ώρα που ο μέσος όρος στην Ευρώπη είναι 68%. Ποσοστό 64% των Κυπρίων εκτιμά ότι η διαφθορά τα τελευταία τρία χρόνια έχει αυξηθεί. Ο μέσος όρος στην Ευρώπη είναι 41%. Ποσοστό 86% των Κυπρίων πιστεύει ότι υπάρχει διαφθορά στα εθνικά δημόσια όργανα και 84% στα τοπικά δημόσια όργανα. Ο μέσος όρος στην ΕΕ είναι 71% και 70% αντιστοίχως. 79% των Κυπρίων εκφράζουν την πεποίθηση ότι οι υποθέσεις διαφθοράς υψηλού επιπέδου δεν διώκονται επαρκώς στη χώρα μας. Ο μέσος όρος στην Ευρώπη είναι 65%.

Οι αριθμοί συγκλονίζουν. Δείχνουν με κρυστάλλινο τρόπο το μέγεθος του προβλήματος της διαφθοράς στον τόπο μας. Η συγκεκριμένη έρευνα για το Ευρωβαρόμετρο αφορά το 2024. Πού τη θυμηθήκαμε; Μας ανάγκασαν να τη θυμηθούμε οι διάφορες πολιτικές αντιδράσεις χθες, που ήταν η Παγκόσμια Ημέρα κατά της Διαφθοράς.

Κυρίως, η ανακοίνωση του ΔΗΣΥ. Μιλά για «αταλάντευτη προσήλωσή στην αρχή «Διαφάνεια Παντού» και μηδενική ανοχή σε οποιαδήποτε μορφή διαφθοράς». Και αυξάνει την πρόκληση στο τέλος της ανακοίνωσής του, ζητώντας εμμέσως και τα εύσημα για τα «κατορθώματά» του κατά τη δεκαετή διακυβέρνηση του τόπου λέγοντας: «Ήδη έχουμε πρωτοστατήσει με σειρά σημαντικών πρωτοβουλιών, όπως η ίδρυση της Ανεξάρτητης Αρχής κατά της Διαφθοράς, ο εκσυγχρονισμός του πόθεν έσχες, η θεσμοθέτηση της προστασίας μαρτύρων και άλλες δράσεις που συνάδουν με τις συστάσεις της Greco».

Την ώρα που το αίσθημα των πολιτών για τη γάγγραινα της διαφθοράς είναι τόσο απογοητευτικό όσο καταγράφουν οι αριθμοί, αποτελεί πρόκληση να ακούγονται μεγαλοστομίες από πολιτικές δυνάμεις, που κατά τη διακυβέρνησή τους η διαφθορά εκτοξεύτηκε σε δυσθεώρητα ύψη.

Ακόμη χειρότερα, την ώρα που η μια απογοήτευση των πολιτών διαδέχεται την άλλη ως προς την αντιμετώπιση της διαφθοράς, οι προκλήσεις εκ μέρους των όποιων πολιτικών, απλώς, αυξάνουν την οργή.

Το σκηνικό το οποίο διαπιστώνει η κοινωνία παραμένει καταθλιπτικό. Μεγάλα εγκλήματα διαφθοράς όπως εκείνο των χρυσών διαβατηρίων παραμένουν ατιμώρητα. Πολιτικά πρόσωπα τα οποία εμπλέκονται σε σκάνδαλα ή φέρουν ευθύνη γιατί βρίσκονταν στον τομέα ευθύνης τους και δεν ενήργησαν με επαρκή τρόπο ώστε να τα αποτρέψουν, δεν βρέθηκαν ποτέ υπόλογα για τις πράξεις τους.

Σε περιπτώσεις κατά τις οποίες άτομα που κατείχαν κάποιας μορφής εξουσία, διεφάνη να εμπλέκονται σε πράξεις διαπλοκής ή διαφθοράς, έτυχαν προστασίας. Ακόμη και σε μεμονωμένες περιπτώσεις κατά τις οποίες πορίσματα ποινικών ανακριτών υπέδειξαν ενδεχόμενα ποινικά αδικήματα, υπήρξε αναστολή ποινικής δίωξης στη βάση μιας αόριστης επίκλησης δημοσίου συμφέροντος.

Ηχεί ακόμη στα αφτιά μου μια τοποθέτηση του τέως Γενικού Εισαγγελέα Κώστα Κληρίδη πριν από ένα χρόνο. «Τα δημόσια πρόσωπα τα οποία εμπλέκονται (σ.σ. σε υποθέσεις διαφθοράς και διαπλοκής) δεν υφίστανται καμιά επίπτωση ούτε και ασφαλώς έχουν τα ίδια την ευθιξία να αναλάβουν τις ευθύνες των πράξεων τους. Μιλώντας δε για πραγματική ανάληψη ευθυνών, αυτή η έννοια βρίσκεται σε πλήρη αχρησία στη χώρα μας. Ανάληψη ευθύνης για μια σοβαρά επιλήψιμη συμπεριφορά ενός δημόσιου προσώπου δεν μπορεί παρά να συνοδεύεται από παραίτηση από τη θέση που κατέχει».

Και εξήγησε: «Στην Κύπρο όμως, ακόμα και στη σπάνια περίπτωση που δηλώνει ένα δημόσιο πρόσωπο ότι αναλαμβάνει μια ευθύνη είτε για δική του επιλήψιμη πράξη, είτε για πράξη υπαγομένων σ΄ αυτό προσώπων, τίποτε περισσότερο δεν εννοεί ή πράττει παρά μόνο ότι παραδέχεται την ύπαρξη ευθύνης, αλλά μέχρι εκεί». Σε μια παράγραφο περιέγραψε σχεδόν όλη την ουσία της συνεχόμενης επί πολλά χρόνια, γιγάντωσης του τέρατος της διαφθοράς.

Θα εστιάσουμε, όμως, στην Αρχή κατά της Διαφθοράς. Τριάμισι χρόνια μετά το διορισμό των μελών της, δυστυχώς, το αποτέλεσμα των εργασιών της μόνο ως απογοητευτικότατο μπορεί να χαρακτηρισθεί. Εκατοντάδες καταγγελίες. Ελάχιστα πορίσματα. Τα πλείστα χωρίς να βρίσκουν υπόθεση. Ταυτόχρονα, τεράστιο το κόστος των ερευνών αφού χρησιμοποιούνται εξωτερικοί συνεργάτες.

Η μοναδική περίπτωση που τάραξε τα νερά η υπόθεση Σιζόπουλου. Κι εκείνη κόλλησε στην ανάγκη άρσης της ασυλίας του και για την οποία αναμένουμε εδώ και μήνες να αποφασίσει η Νομική Υπηρεσία. Το κυριότερο, εκείνοι που σχεδίασαν την Αρχή κι εκείνοι που την ψήφισαν, φρόντισαν να θέσουν ένα σωρό περιορισμούς ώστε να φράξουν την εμβέλεια της.

Ο Αναστασιάδης, ευρισκόμενος τότε με την πλάτη στον τοίχο, προώθησε τη δημιουργία ενός νέου σώματος, με εύηχο όνομα, που θα μπορούσε -πίστευε- να μαλακώσει την κοινωνία η οποία εμφανιζόταν εξοργισμένη μαζί του για το τεράστιο σκάνδαλο των χρυσών διαβατηρίων. Σχεδιάστηκε, όμως, με τέτοιο τρόπο ώστε να μην διαθέτει ανακριτική εξουσία και να μην μπορεί να οδηγεί υποθέσεις στο δικαστήριο. Αυτή η καθοριστική αρμοδιότητα, παρέμεινε υπό τον έλεγχο του φίλου του Γενικού Εισαγγελέα!

Κατ’ αυτό τον τρόπο, πέτυχαν να κατεβάσουν πολύ τον πήχη των προσδοκιών. Να θέσουν ακόμη ένα θεσμό υπό αμφισβήτηση εν τη γενέσει του. Γι’ αυτό, κάθε 9η Δεκεμβρίου, το καλύτερο που έχουν να κάνουν οι πολιτικοί είναι να αποφεύγουν τις βαρύγδουπες δηλώσεις. Τουλάχιστον, ας μην εξοργίζουν τους πολίτες…