Την επόμενη μέρα της χαρούμενης πρώτης συνάντησης Χριστοδουλίδη – Ερχιουρμάν, ήρθε μια δήλωση από τα κατεχόμενα που μας χάλασε την ατμόσφαιρα πάλι.

Ο Τουφάν Ερχιουρμάν παραχώρησε συνέντευξη Τύπου το βράδυ της Πέμπτης, μετά την τριμερή συνάντηση, και αφού περιέγραψε τι συμφωνήθηκε και έδωσε θετικό μήνυμα, είπε και το εξής: καταγράφηκε στην τριμερή συνάντηση μέρος του πρώτου στοιχείου της μεθοδολογίας τεσσάρων σημείων, που έθεσε ο ίδιος και παρότι δηλώνει ότι δεν είναι προϋποθέσεις, τα θεωρεί απαραίτητα για την έναρξη επίσημων διαπραγματεύσεων. Αυτό το πρώτο σημείο ήταν να αποδεχθεί η ελληνοκυπριακή πλευρά την πολιτική ισότητα και να σταματήσει να τη θεωρεί μέρος της διαπραγμάτευσης.

Στην τριμερή συμφωνήθηκε, λοιπόν, ότι αποδέχονται και οι δυο πλευρές την «πολιτική ισότητα,  όπως περιγράφεται στα Ψηφίσματα του Συμβουλίου Ασφαλείας των Ηνωμένων Εθνών». Παρότι δεν απορρίφθηκε ποτέ από την ελληνοκυπριακή πλευρά αυτή η πολιτική ισότητα, ας πούμε ότι είναι πρόοδος, που ικανοποιεί και τον Ερχιουρμάν. Για τα άλλα σημεία της μεθοδολογία του, όμως, είπε και τα εξής: «Εάν τα υπόλοιπα σημεία δεν γίνουν αποδεκτά, η σημασία της πρότασης χάνεται», και πρόσθεσε: «επίσημες διαπραγματεύσεις δεν μπορούν να ξεκινήσουν μέχρι να συμφωνηθούν και τα τέσσερα σημεία».

Ζήτω που καήκαμε, δηλαδή. Διότι αν είναι αυτός ο νέος αέρας για να προχωρήσουμε είναι εκ των προτέρων δεδομένο ότι δεν πάμε πουθενά. Το δεύτερο σημείο είναι το χρονοδιάγραμμα στη διαδικασία για να μην συνεχίζονται επ’ άπειρον χωρίς αποτέλεσμα οι συνομιλίες. Ας πούμε ότι κι αυτό γίνεται αποδεκτό αφού ούτε εμείς θέλουμε να συνεχίζονται επ΄ άπειρον. Το τρίτο είναι να μην ανοίξουν ξανά τα θέματα που συμφωνήθηκαν στον προηγούμενο κύκλο συνομιλιών. Ας πούμε ότι κι αυτό γίνεται αποδεκτό παρότι για να λέμε αλήθειες, αυτό θα κολλήσει στη συνέχεια σε θέματα που υπάρχουν ασάφειες και η κάθε πλευρά έχει τις δικές της ερμηνείες.

Το τέταρτο σημείο, όμως, με ποια λογική να γίνει αποδεκτό; Θέλει, λέει, εγγυήσεις για το αποτέλεσμα των συνομιλιών. Αν καταρρεύσουν με υπαιτιότητα της ελληνοκυπριακής πλευράς, οι Τ/κ δεν θα μείνουν εγκλωβισμένοι στο στάτους κβο. Δηλαδή, εγγυήσεις προφανώς από τα Ηνωμένα Έθνη, ή και από την ΕΕ, ότι μετά την κατάρρευση θα αναγνωριστεί το ψευδοκράτος. Αφού γνωρίζουμε ότι στόχος της τουρκικής πλευράς είναι η κατάληξη στην αναγνώριση του ψευδοκράτους με τον ένα ή τον άλλο τρόπο, γιατί να εμπιστευθούμε ότι θα κάνουν ειλικρινείς συνομιλίες με στόχο ένα φυσιολογικό κράτος; Αν υπάρχει προοπτική αναγνώρισης με ποια κίνητρα θα είναι δεκτικοί σε συμβιβασμούς για μια win – win διευθέτηση;

Πρόκειται για ωμό εκβιασμό. Με τέτοια προϋπόθεση, από τη μια, η ελληνοκυπριακή πλευρά θα αποδέχεται κάθε λογική ή παράλογη αξίωση στο τραπέζι των συνομιλιών για να μην καταρρεύσουν και της φορτώσουν την ευθύνη με αποτέλεσμα την ντε γιούρε διχοτόμηση. Και, από την άλλη, η τουρκική πλευρά θα στοχεύει είτε στην αποδοχή κάθε στοιχείου που ενισχύει τον διαχωρισμό και τις δομές της «τδβκ», την κυριαρχική ισότητα, ώστε συμφωνημένα να νομιμοποιήσει τα παράνομα τετελεσμένα, είτε στο ναυάγιο όπου η κατάληξη θα είναι η ίδια, δηλαδή, η αναγνώριση.

Ούτως ή άλλως, ακόμα και σε κύκλους διαπραγματεύσεων όπου η κατάρρευση οφειλόταν ολοφάνερα στην τουρκική πλευρά, ο ισχυρός επέβαλλε τις ευθύνες στον ανίσχυρο. Στην ε/κ πλευρά. Ακόμα και με τη βοήθεια «δικών μας» χρήσιμων ηλιθίων. Γιατί τώρα θα είναι διαφορετικά; Ποιος διασφαλίζει ότι αντικειμενικά θα επιρριφθούν οι ευθύνες στον πραγματικά υπεύθυνο της κατάρρευσης και όχι στην αδύνατη ε/κ πλευρά.

Αν είναι, όμως, να βρεθεί τρόπος να αποδεχτούμε τέτοια προϋπόθεση, θα πρέπει να διασφαλιστεί ότι ούτε οι Ελληνοκύπριοι θα παραμείνουν εγκλωβισμένοι στο στάτους κβο μετά την κατάρρευση. Διότι, δεν είναι μόνο οι Τουρκοκύπριοι εγκλωβισμένοι. Να συμφωνήσουν ότι σε περίπτωση κατάρρευσης με ευθύνη της τουρκικής πλευράς (αφού φυσικά διασφαλιστεί ο τρόπος που θα αποφασιστεί πού θα επιρριφθεί η ευθύνη), την επόμενη μέρα αποχωρούν τα κατοχικά στρατεύματα και οι Τουρκοκύπριοι επιστρέφουν στην Κυπριακή Δημοκρατία με τα δεδομένα του 1960.

Τι λες, κύριε Ερχιουρμάν; Είναι δίκαιο αυτό; Πάντως, η χαρά της νέας ατμόσφαιρας εξανεμίστηκε. Διότι, όταν ξεκινά μια νέα προσπάθεια και ακούς τον συνομιλητή της άλλης πλευράς να δηλώνει ότι «επίσημες διαπραγματεύσεις δεν μπορούν να ξεκινήσουν μέχρι να συμφωνηθούν και τα τέσσερα σημεία», που θέτει, και τουλάχιστον ένα από αυτά είναι πέρα για πέρα παράλογο, τότε μάλλον κοροϊδεύουμε τους εαυτούς μας.