Σε παλαιότερο άρθρο διατύπωσα την εκτίμηση ότι η ευτυχία του ανθρώπου φαίνεται από το γέλιο του παιδιού και από το χαμόγελο του γέροντα. Και υποστήριζα ότι όταν βρεθείς σ’ ένα χώρο που δονείται από γέλια παιδιών δίπλα από ηλικιωμένους που χαμογελούν εύχαρεις, δεν χρειάζονται άλλα πειστήρια για να καταλήξεις ότι εκεί υπάρχει ζώσα ευτυχία.
Ήταν εκτιμήσεις που αφορούσαν κόσμο που έπρεπε να χρειάζεται βοήθεια
από την κοινωνία, το κράτος και τις oργανώσεις φιλανθρωπίας. Σε σύνολα που η επέμβαση τους κρινόταν απαραίτητη για τη διατήρηση της ζωής και την προστασία της κοινής υγείας. Γνωρίσματα ανθρωπιάς και αγάπης σε καιρούς προστασίας προς ανθρώπους που δοκιμάζονταν και που άλλοτε ο κόσμος μοσχομύριζε αύρες ανθρωπιάς και καλοσύνης. Θυμάμαι έντονα κύκλους ανθρώπων που φρόντιζαν να προσφέρουν αγάπη στους γέροντες.
Και μεμονωμένες περιπτώσεις οργανωμένων προσφορών δεμάτων από είδη διατροφής σε ηλικιωμένους που δεν ετύγχαναν αρωγής από συγγενείς και ξέμειναν έρημοι και μόνοι σε εποχές οικονομικής ευημερίας. Και είναι έντονες οι μνήμες μαθητικών κύκλων που μάζευαν χρήματα κάθε πρωί για να τα προσφέρουν την Πρωτοχρονιά σε άπορους συνανθρώπους. Και παραμένει ακμαία η θύμηση μαθητών Γυμνασίου που γέμισαν λεωφορείο κι επισκέφθηκαν τον ασθενούντα ποιητή Παύλο Λιασίδη που δεν διέθετε χρήματα για την αγορά φαρμάκων. Χαιρέτησαν τον γέροντα πρόσφυγα που ομολόγησε ότι δεν περίμενε τέτοια συμπεριφορά από τη νιότη.
Δεν ξεχνώ τη μαθήτρια που ήταν επί κεφαλής του κύκλου να μου λέει:
Κύριε προσέχετε ότι όταν ερχόμασταν ήμασταν σιωπηλοί κι όταν φεύγαμε γελούσαμε και τραγουδούσαμε;
Διάβαζα το άρθρο της Μαρινέλας Παναγή στον «Φιλελεύθερο» την Πέμπτη
20 Απριλίου 2023. Ένα άρθρο εμπνευσμένο που εμπνέει. Αποκαλύπτει ότι ένας έρημος γέροντας πέθανε στο διάδρομο του σπιτιού του όταν μάταια έλπιζε να τον επισκεφθούν συγγενείς για τον βοηθήσουν να κατακλιθεί σε κρεβάτι. Στο ίδιο κείμενο μια γριά πάγωνε 18 ώρες στο μπάνιο γιατί δεν βρισκόταν άνθρωπος να την βγάλει από το νερό.
Το άρθρο βρίθει πληροφοριών για την κακοπέραση γερόντων και είναι προσβλητική η απουσία του κράτους για την περιστολή τέτοιων δυστυχιών σε κοινωνία που αγοράζει αυτοκίνητα των 70 χιλιάδων ευρώ.
Στον κύκλο τόσων εμπειριών που στιγματίζονται από το δημοσιογραφικό ενδιαφέρον αφ’ ενός μεν απεικονίζεται η σκληρή κι απάνθρωπη πραγματικότητα και αφ’ ετέρου βοά ηθική ανάγκη επιστροφής της κοινωνικής συμπεριφοράς για να ξαναλάμψει η ανθρωπιά σε μια Πολιτεία που παλαιότερα ομόρφαινε τον κόσμο.
Η λαϊκή μούσα περιμένει να δει και να ψάλλει αλήθειες και ύμνους που κοσμούσαν την ζωή. Να δουν και ν’ ακούσουν παιδιά που στέκονται αράδα να προσκυνήσουν τα φέρετρα των ηρώων που μεταφέρονταν στα νεκροταφεία της ΕΟΚΑ απ’ όπου χέρια αθάνατα θα τα οδηγούσαν στις αιώνιες μονές. Η μεταφορά του σκηνώματος του Μούσκου από τη Σολιά όπου έπεσε, στο πρώτο νεκροταφείο της Λευκωσίας αποτελεί εγερτήριο πίστης του λαού στον αγώνα. Η νεκρική σιγή διακοπτόταν από τα πλήθη του κόσμου που καρτερούσε να προσκυνήσει τον νεκρό ήρωα. Η τοπική παράλυση της ζωής στο άκουσμα του θανάτου του Αυξεντίου προκαλούσε πάνδημη θλίψη. Η ζωή σταμάτησε σαν να μην ανάπνεε. Στο άκουσμα της νεκρικής καμπάνας τα πλήκτρα χτυπούσαν την καρδιά των ανθρώπων και τη λειτουργία του εγκεφάλου Και τα εγερτήρια των όρκων για εκδίκηση συντάρασσαν την ατμόσφαιρα του πένθους.
Σ’ όλο το νησί οι καμπάνες αχολογούσαν την οργή του λαού, την απόφαση του κόσμου ν’ αρπάξει την σκυτάλη της δόξας. Ήταν άλλοι καιροί, άλλες εμπνεύσεις, άλλες πεποιθήσεις. Τότε οι κωδωνοκρουσίες ήταν αγγέλματα ανθρωπιάς και αποδείξεις αυτοθυσίας που άπλωνε περηφάνια
και δόξα και μια ευωδία χαράς της συνέχειας του αγώνα.
Ο θάνατος ήταν τραγούδι λευτεριάς…. Λύτρωνε τον άνθρωπο, έδινε ζωογόνο πνοή στη νεότητα κι ύψωνε τη δημιουργία του Θεού στη πηγή των ζωογόνων ιδανικών της…
*Πρόεδρος των Συνδέσμων Αγωνιστών της ΕΟΚΑ.