Την εβδομάδα που πέρασε, η Ευρ. Επιτροπή (Κομισιόν) παρουσίασε την έκθεση της για την Τουρκία στο Ευρωκοινοβούλιο. Η έκθεση είναι ένας καταπέλτης για όσα συμβαίνουν στην Τουρκία, σε τομείς όπως η δημοκρατία, η απονομή δικαιοσύνης, τα ανθρώπινα δικαιώματα, όσο και στις εξωτερικές σχέσεις της, ιδίως με κράτη-μέλη της ΕΕ. Η έκθεση αποτελεί μια ορθή αξιολόγηση της Τουρκίας, η οποία αρνείται την εφαρμογή των υποχρεώσεών της προς την ΕΕ, ιδίως εκείνων που αφορούν την Κυπριακή Δημοκρατία, ξεκινώντας από το 2005, μέχρι τρέχουσες παραβιάσεις στην Ανατ. Μεσόγειο. Η ενταξιακή πορεία της Τουρκίας έχει νεκρώσει προ πολλού αφού δεν αποδέχεται καν τους βασικούς κανόνες που διέπουν την ΕΕ. Για όσους σε Κύπρο κι Ελλάδα «επένδυσαν» πολιτικά στις ενταξιακές της Τουρκίας, αυτό έχει πτωχεύσει. Η Τουρκία στοχεύει πλέον σε τρεις τομείς, που κάποια κράτη-μέλη στηρίζουν: άμυνα, ενέργεια και εμπόριο.
Ειδικά για το εμπόριο, υπάρχει η Συμφωνία Τελωνειακής Ένωσης ΕΕ-Τουρκίας, από την οποία η Τουρκία επωφελείται, αλλά από το 2005 δεν εφαρμόζει υποχρεώσεις της που αφορούν την Κυπριακή Δημοκρατία. Ωστόσο, η Κομισιόν προτείνει την αναβάθμιση της Συμφωνίας για διεύρυνση των εμπορικών σχέσεων. Δεδομένου ότι η ΕΕ παραμένει ο μεγαλύτερος εισαγωγέας τουρκικών προϊόντων, η παραβίαση των κανόνων εμπορίου από την Τουρκία, παρέχει τη βάση για άσκηση πραγματικής πίεσης με επιβολή μέτρων, που όμως παραμένει στα αζήτητα.
Η Τουρκία αντέδρασε σφοδρά στην έκθεση κατηγορώντας την ΕΕ ότι υιοθετεί μεροληπτικά τις θέσεις Ελλάδας και Κυπριακής Δημοκρατίας. Αυτή η αντίδραση αναδεικνύει τη σημασία για το πώς πολιτευόμαστε στην ΕΕ, ιδίως οι Ευρωβουλευτές. Η προάσπιση των δίκαιων συμφερόντων μας πρέπει να έχει επίκεντρο το Διεθνές και Ευρωπαϊκό Δίκαιο, διαψεύδοντας την άποψη που η Τουρκία και το κατοχικό καθεστώς επιδιώκουν μανιωδώς να «περάσουν» σε κράτη-μέλη και ξένους Ευρωβουλευτές.
Δυστυχώς, κόμματα ή συνάδελφοι από Κύπρο κι Ελλάδα, δεν πολιτεύονται με κριτήριο το ευρωπαϊκό ακροατήριο μας, αλλά για να εντυπωσιάσουν το εσωτερικό κοινό, εκμεταλλευόμενοι την άγνοια των πολιτών, είτε καπηλευόμενοι τα εθνικά συμφέροντα, με επιδίωξη την προβολή και το κομματικό κέρδος εις βάρος της πατρίδας. Δύο παραδείγματα αρκούν:
α) Όταν Ευρωβουλευτής ζητά ξανά και ξανά ψήφισμα κατά της Τουρκίας, το οποίο ανακοινώνει «ηρωικά» στο εσωτερικό κοινό, γνωρίζοντας ότι το αίτημα του θα απορριφθεί συντριπτικά από την πλειοψηφία του Ευρωκοινοβουλίου και τους υποστηριχτές μας… έτσι όμως κατηγορεί άλλους ως απάτριδες. Κι έτσι ενθουσιάζει μερίδα του κοινού, ενώ η ζημιά της απόρριψης καταλήγει στην πατρίδα μέσω της «ηρωικής ήττας»!
β) Όταν κομματική ηγεσία επιλέγει να στρεβλώσει ένα ευρωπαϊκό θέμα γιατί κρίνει ότι τη συμφέρει κομματικά. Κι ενώ τα ξένα ΜΜΕ αναφέρονταν ορθά σε «Μνημείο για τα θύματα της τουρκικής εισβολής και των αγνοουμένων της Κύπρου», αυτό το ιερό θέμα έγινε θύμα εξυπηρέτησης κομματικών σκοπιμοτήτων που έπληξε την πατρίδα.
Καταληκτικά, κριτήριο της δράσης μας πρέπει να είναι το ευρωπαϊκό ακροατήριο με όσα «όπλα» διαθέτουμε και όχι το εσωτερικό ακροατήριο. Κι επειδή το ηθικό πλεονέκτημα είναι καθοριστικής σημασίας για το αδύνατο-θύμα, όπως στην περίπτωσή μας, οι πατριδοκαπηλίες και οι κομματικές στρεβλώσεις με ευρωπαϊκό αντίκτυπο, πλήττουν την πατρίδα και διαβρώνουν το ηθικό μας πλεονέκτημα.
*Ευρωβουλευτής ΔΗΚΟ (S&D)