Όταν ήλθαμε οικογενειακώς στην Κύπρο τον Σεπτέμβριο του 2001, στα μέσα ενημέρωσης, μεταξύ αυτών και στο Σίγμα όπου εργαζόμουν, η αναφορά στα κατεχόμενα ήταν συγκεκριμένη. Ψευδοκράτος ανεβάζαμε το μόρφωμα στον κατεχόμενο βορρά, ούτω καλούμενο «κράτος» ή αυτόκλητο κράτος το κατεβάζαμε. Και η ψευδο-ονομασίες δεν σταματούσαν εκεί. Παρακολουθώντας κανείς τα δελτία ειδήσεων, διαβάζοντας εφημερίδες, άκουγε κι έβλεπε εκφράσεις όπως η ψευδοβουλή, η ψευδοεπιτροπή, η ψευδοαστυνομία και πάει λέγοντας. Μετά το άνοιγμα των οδοφραγμάτων, μάλιστα, ένας βουλευτής με αίσθηση του χιούμορ μου είχε πει το αμίμητο. «Πήγαμε στο ψευδοκράτος, ψευδοφάγαμε, ψευδοήπιαμε…».

Εκείνα τα πρώτα χρόνια, μετά την απόρριψη του σχεδίου Ανάν, γινόταν θυμάμαι πάταγος κάθε φορά που ερχόταν στη δημοσιότητα η πληροφορία ότι προϊόντα από την Τουρκία, ή από τα κατεχόμενα, εισάγονταν και πωλούνταν στις ελεύθερες, όπως τις λέγαμε, περιοχές. Κάποιοι χρησιμοποιούν αυτό τον όρο ακόμα, μολονότι και αυτό έχει ξεφτίσει. Όλα τα «ψευδό» στις κουβέντες του κόσμου και στα μέσα ενημέρωσης δεν ήταν άλλο από την ανάγκη να επιβεβαιώσουμε εμείς, για εσωτερική κατανάλωση, ότι το κράτος στην Κύπρο είναι ένα, η Κυπριακή Δημοκρατία. Κι αν μάλιστα κάποιος αξιωματούχος ξένης κυβέρνησης έκανε λάθος να αναφερθεί απλώς σε «κυπριακό βορρά» καταδικαζόταν πάραυτα για έγκλημα καθοσιώσεως. 

Παρασύρθηκα, όμως, και ξέφυγα από την αρχική μου σκέψη, τα προϊόντα που περνούσαν λάθρα τα οδοφράγματα και δεν αναφέρονταν στη λίστα που περιλάμβανε ο ευρωπαϊκός κανονισμός της πράσινης γραμμής. Ρούχα, παπούτσια, δερμάτινα, πιάτα, ξηροί καρποί προς πώληση από την Τουρκία γίνονταν κόκκινο πανί στη δική μας περιοχή. Με τον καιρό εκφυλίστηκαν κι αυτές οι διαμαρτυρίες κατά των «ασυνείδητων» Ελληνοκυπρίων εισαγωγέων και εμπόρων. Ουδείς ασχολείται πλέον για το αν έρχονται παράνομα προϊόντα από τα κατεχόμενα. Ελάχιστοι, υποψιάζομαι, ενδιαφέρθηκαν επίσης και για με το ρεπορτάζ του «Φ», με τα μάρμαρα από την Τουρκία, ή και από τον Πενταδάκτυλο, που έχουμε πλέον στα σπίτια μας, ή που το ίδιο το κράτος βάζει σε σχολεία ή και σε στρατόπεδα.

Και γιατί να ασχοληθούμε, όταν όλο και περισσότεροι πηγαίνουμε πλέον συχνά στα κατεχόμενα για φθηνή βενζίνη, φθηνά φάρμακα, φθηνά γεύματα και φθηνά ψώνια στις υπεραγορές. Ο νόμος της αγοράς, τα όλο και φθίνοντα από τη διαρκή κρίση βαλάντια, ωθούν μαζικά τον κόσμο στην άλλη πλευρά. Στοιχεία που έδωσε στη δημοσιότητα η αστυνομία δείχνουν ότι το πρώτο εξάμηνο του 2022 τετραπλασιάστηκε ο αριθμός των Ελληνοκυπρίων που πέρασαν στα κατεχόμενα. Ακόμα και άνθρωποι που ουδέποτε πίστεψαν στην επανένωση, περνούν στο βορρά για να γλυτώσουν κάμποσα ευρώ. 

Η πραγματικότητα φωνάζει. Οι Κύπριοι, Ελληνοκύπριοι και Τουρκοκύπριοι, έχουν δεχθεί σε μεγάλο βαθμό το άλυτο κυπριακό. Ακόμα κι αυτοί που μέχρι το 2017 μιλούσαν και ζητούσαν την επανένωση του νησιού, σήμερα δεν πιστεύουν πως η προοπτική αυτή είναι εφικτή. Στο νησί δεν υπάρχουν ακόμα δύο αναγνωρισμένα κράτη. Στη συνείδηση, όμως, του κόσμου αυτό συμβαίνει. Ο διαχωρισμός είναι πλέον αποδεκτός. Γι αυτό και για τους περισσότερους πολίτες πέρασαν στο ντούκου οι παρασκηνιακές διαβουλεύσεις του Προέδρου Αναστασιάδη για λύση δύο κρατών μετά το ναυάγιο του Κραν Μοντανά. Ουδείς στο κυβερνητικό στρατόπεδο το παραδέχεται, αλλά για μια μεγάλη περίοδο όχι μόνο ο κ. Αναστασιάδης αλλά και οι τότε συνεργάτες του, στο προεδρικό και το υπουργείο Εξωτερικών, κινούνταν σε τροχιά δύο κρατών.

Σήμερα, ο Πρόεδρος και οι συν αυτώ τα γυρίζουν. Ίσως και γιατί δεν χρειάζεται πια να το συζητούν οι ίδιοι. Οι δύο οντότητες στην Κύπρο είναι πλέον επίσημη πολιτική της Τουρκίας και του Ερσίν Τατάρ. Η αποδοχή ενός μοντέλου δύο κρατών αποτελεί και την προϋπόθεση για να καθίσει η τουρκική και τουρκοκυπριακή πλευρά σε τραπέζι διαπραγμάτευσης για ρύθμιση του κυπριακού. Κι είναι μακριά νυχτωμένοι όσοι πιστεύουν ακόμα ότι η διεθνής κοινότητα αντιτίθεται σε μια τέτοια διαχωριστική για το νησί προοπτική. Περιμένουν, απλώς να απορρίψουν επίσημα την επανένωση οι Κύπριοι. Γιατί, όπως, λένε και οι θυμόσοφοι: «Αν δεν θέλει το πλάσμα…».

Ελεύθερα, 4.9.2022.