Αφορμή για να γράψω αυθόρμητα αυτό το άρθρο, είναι η συνημμένη φωτογραφία πινακίδας οδοσήμανσης, στην οποία είναι γραμμένα τα εξής: «ΟΔΟΣ ΜΑΚΡΥΓΙΑΝΝΗ – LONG JOHN STREET». Δεν θα κρίνω τη γλωσσική και ιστορική γνωσιολογική επάρκεια της επίσημης κρατικής Αρχής που δημιούργησε και τοποθέτησε αυτή την πινακίδα. Θα επισημάνω, όμως, με τον πιο έντονο τρόπο την ζωτικής σημασίας ανάγκη ώστε η Γλώσσα και η Ιστορία-Ιστορική Μνήμη να καταστούν, μεταξύ άλλων, βασικοί πυλώνες της Παιδείας στη χώρα μας.

Μέσω της Παιδείας και του εκπαιδευτικού συστήματος, αναμένεται τα παιδιά και οι νέοι να μορφώνονται ώστε να αγαπούν τη γλώσσα τους, να θέλουν να τη μάθουν καλύτερα, να μιλούν και να γράφουν εύγλωττα και παραστατικά. Είναι διαχρονικά και πιο πολύ σήμερα σημαντικό, σε μια εποχή λεξιπενίας και συνθηματολαγνείας, τα παιδιά και οι νέοι μας να εκφράζονται και να επαναβεβαιώνουν την αξία της λέξης για το νόημα, την αξία του λόγου για τη ζωή μας, για μια ζωή με νόημα.

Ο νέος σήμερα, δυστυχώς, δεν έχει πρόσφορες αφορμές να σκεφτεί τόσα και τόσο σημαντικά όσα μπορεί να του προσφέρει η ανάγνωση βιβλίων, μελετών και συγγραμμάτων. Γιατί η επαφή των μαθητών με την κλασική, τη νεοελληνική, αλλά και την παγκόσμια γραμματεία είναι αποσπασματική και εξαιρετικά περιορισμένη μέχρι ανύπαρκτη. Ολοκληρωμένες εντυπώσεις έχουν οι νέοι μας, γενικά, από ρηχά ηλεκτρονικά, στην πλειονότητά τους, ιδιοσκευάσματα, που προορίζονται να καλύψουν το χρόνο, αλλά όχι τις ανάγκες τους για σκέψη, έκφραση και μάθηση πώς να μαθαίνουν.

Όσον αφορά τον άλλο βασικό πυλώνα της Παιδείας που ανάφερα, την Ιστορία-Ιστορική Μνήμη, το παράδειγμα της πινακίδας οδοσήμανσης όπου το επίθετο του μεγάλου αγωνιστή της ελευθερίας και συνάμα μεγάλου πεζογράφου, στρατηγού Ιωάννη Μακρυγιάννη μεταγλωττίζεται σε Long John, δείχνει, πέραν της γλωσσικής επάρκειας, και τη μεγάλη σημασία της ιστορικής γνώσης και μνήμης. Σε μια περίοδο που ευρύτερα παραβλέπεται έντονα η παιδαγωγική της αξία, και αισθανόμαστε κι εμείς, οι ανεπίστρεπτα σημαδεμένοι από την ιστορία, ότι ξεθωριάζουν οι μνήμες του παρελθόντος που μας ανάθρεψε, η ιστορική μνήμη προκαλεί αν όχι τη συγκίνηση, την ανησυχία μας τουλάχιστον, μήπως κάτι μας διαφεύγει, μήπως κάτι εκκρεμεί αδικαίωτο, μήπως κάτι αιωρείται, για λίγο ακόμα, από το παρελθόν προς το παρόν μας. Και μόλις που προλαβαίνουμε να το δούμε, για να μάθουμε τώρα ό,τι αργότερα θα έχει χαθεί διαπαντός. Η συστηματική διδασκαλία και μελέτη της Ιστορίας εμπεριέχει σελίδες της ιστορίας που άλλοτε μας κάνουν περήφανους, και άλλοτε μας «ντροπιάζουν» και που θα θέλαμε να ξεχάσουμε, αλλά που είναι τυπωμένες με στοιχεία έντονα, που πληγώνουν την όραση και την περηφάνια μας. Και σ’ αυτές τις οδυνηρές περιπτώσεις, θα αποδειχθεί, ίσως, ότι οδυνηρές μνήμες των εμφυλίων και εθνικών καταστροφών, που δεν είναι ούτε λίγοι/ες ούτε όλοι/ες αρχαίοι/ες, θα αποτελέσουν εξαιρετικές αφορμές για να μάθουμε και να διδαχθούμε, παιδιά, νέοι και μεγαλύτεροι, όσα μόνο η μνήμη που πονάει μας διδάσκει. Και αυτό, όχι με τρόπο προσποίησης και σοβαροφάνειας, αλλά με τη σοβαρότητα του υπεύθυνου πολίτη που δεν θυμάται απλώς, δεν καταγράφει με συγκίνηση απλώς, αλλά αφομοιώνει και κάνει σώμα του το ιστορικό διακύβευμα, που είναι εθνικό διακύβευμα, διακύβευμα υπόστασης και ζωής. Και τούτο όχι μόνο για εκείνους που τα έζησαν σε τραγικά χρόνια, αλλά και όλων μας, που ούτε μπορούμε ούτε θέλουμε να ξεχάσουμε, αλλά και δεν θέλουμε, είμαι σίγουρος, τα παιδιά μας να κάνουν σφάλματα που φαίνεται να είναι ενδημικά διαχρονικά, δυστυχώς, στη φυλή μας.

Ο Σεφέρης για τον Μακρυγιάννη…

Με την Γλώσσα και την Ιστορία-Ιστορική Μνήμη ως βασικούς πυλώνες της Παιδείας, δεν θα μπορούσα να μην παραθέσω, με το οποίο και κλείνω, κείμενο που γράφτηκε από το Γιώργο Σεφέρη για το Μακρυγιάννη, δημοσιευμένο στις «Δοκιμές», και που τιτλοφορείται «Ένας Έλληνας – Ο Μακρυγιάννης». Γράφει, λοιπόν, ο Γιώργος Σεφέρης:

«…. Ο Μακρυγιάννης είναι ο πιο σημαντικός πεζογράφος της νέας Ελληνικής Λογοτεχνίας, αν όχι ο πιο μεγάλος, γιατί έχομε τον Παπαδιαμάντη.

…. Το περιεχόμενο της γραφής του Μακρυγιάννη είναι ο ατέλειωτος και ο πραγματικός αγώνας ενός ανθρώπου, που με όλα τα ένστικτα της φυλής του ριζωμένα βαριά μέσα στα σπλάχνα του, αναζητά την ελευθερία, το δίκιο, την ανθρωπιά. 

«Ανάμεσα Πάτρα και Γαστούνι» σημειώνει -το περιστατικό πρέπει να έχει συμβεί γύρω στα 1830 – «είναι ένα χωριό, το Μέγα Σπήλαιγο. Έκαμα κονάκι εκεί. Μου παραπονιόνται οι κάτοικοι από την τυραγνία που δοκιμάζουν από τους καλογέρους: ό,τι παίρνουν το αρπάζουν αυτήνοι. Είχα κονάκι σ’ ενού παπά το σπίτι. Τότε τους λέγω: 

«- Σαν τραβάτε τόση τυραγνία, δεν τ’ αφήνετε το χωριό σας να φύγετε, να πάτε σ’άλλο χωριό εθνικό, πού ‘ναι, τόσα; 

»Μου λέγει η παπαδιά: 

»-Όταν ήρθαν οι Τούρκοι, εμείς ήμαστε μέσα στο βάλτο στο νερό, τόσες ψυχές, να γλιτώσουμε. Και ήρθαν οι Τούρκοι και μας πιάσανε. Και ήταν το σώμα μας καταματωμένο από τις αβδέλες -μας φάγαν. Και τα παιδιά πεταμένα μέσα – γιομάτο το νερό – σα μπακακάκια πλάνα. Κι άλλα ζωντανά κι άλλα τελείωναν. Και μ’ αφάνισαν κι εμένα και τις άλλες. Γιατί τα τραβήξαμε αυτά; Γι’ αυτήνη την πατρίδα. Και τώρα δικαιοσύνη δε βρίσκομε από κανέναν. Όλο δόλο και απάτη. 

»Κι έκλαιγε με πικρά δάκρυα. Την παρηγόρησα. Με πήρε το παράπονο κι έκλαψα κι εγώ»

…. Ο ελεύθερος άνθρωπος, ο δίκαιος άνθρωπος, ο άνθρωπος ζυγαριά της ζωής – αν υπάρχει μια ιδέα βασικά ελληνική, δεν είναι άλλη. Γεννιέται στα χαράματα της ελληνικής σκέψης· έπειτα τη διατυπώνει μια για πάντα ο Αισχύλος. Όποιος ξεπερνά το μέτρο είναι υβριστής, και ύβρις είναι το μεγαλύτερο κακό που μπορεί να μας συμβεί. Για να μεταχειριστώ τη φρασεολογία του Μακρυγιάννη, οι Έλληνες, από τα παλιά εκείνα χρόνια, είναι στο «εμείς», δεν είναι στο «εγώ». Γιατί μόλις το εγώ γυρέψει να ξεπεράσει το εμείς, αμέσως η Άτη, η αυστηρή μοίρα που φροντίζει για την ισορροπία του κόσμου, το κεραυνώνει.»

 

 

«Nα καθαρίζουμε τη συνείδηση μας»

Και καταλήγει ο Γιώργος Σεφέρης:

«….το μόνο που μπορούμε να κάνουμε είναι να λογαριάζουμε την περασμένη μας πείρα και την τωρινή, προσμένοντας την αυγή που αναπότρεπτα θα χαράξει. Το μόνο που μπορούμε να κάνουμε είναι να κουβεντιάζουμε με γνωστούς και μ’ αγνώστους συντρόφους· να προσέχουμε τα μηνύματα και αυτών και των αληθινών πνευματικών προγόνων μας· να καθαρίζουμε τη συνείδησή μας από τις πρόσκαιρες φαντασιοπληξίες· και να πιστεύουμε πως ένας τόσο μεγάλος πόνος όπως ο σημερινός δεν μπορεί παρά να μας οδηγήσει σε μια μεγάλη ανάσταση, και να κοιτάζουμε πώς θα είμαστε έτοιμοι να φανούμε αντάξιοί της· να κάνουμε το χρέος μας – «ποίημα του χρέους» ονόμαζε ένα από τα μεγάλα του ποιήματα ο Σολωμός. Η ανάσταση αυτή δεν μπορεί να είναι παρά μια ανάσταση της ζωής του ανθρώπου, με την πιο βαριά έννοια. Και σαν τέτοια, θα πρέπει να καταργήσει τις ωμότητες, τα φίμωτρα, τις φυλακές, τις υποκρισίες. Θα πρέπει να είναι έτσι, ή θα έχουν πάει, αλίμονο, όλα αυτά που ζούμε τώρα στα χαμένα· θα είναι έτσι, ή θα έχει πέσει ο κόσμος σε μια κατάσταση γενικής νεκροφάνειας. Και αν γίνει αυτό που πιστεύουμε και αγωνιζόμαστε για να γίνει, τότε είναι πολύ πιθανό, πως στην πατρίδα μας, όπου για πρώτη φορά οι ανθρώπινες αξίες είδαν το φως, οι φωτισμένοι και οι μορφωμένοι θα καταλάβουν, γιατί ακριβώς θα είναι πραγματικοί φωτισμένοι και μορφωμένοι, πως η παιδεία της ψυχής τους θα έχει πολλά να ωφεληθεί από ένα έργο σαν του Μακρυγιάννη, που είναι, καθώς πιστεύω, η συνείδηση ενός ολόκληρου λαού – μια πολύτιμη διαθήκη.»

*Ο δρ Ανδρέας Γρ. Ορφανίδης είναι πανεπιστημιακός καθηγητής και πρώην πρύτανης.