Η Πίτσα Γαλάζη, η κύπρια ποιήτρια, η οποία υπερασπιζόταν την ελληνική εθνική μας ταυτότητα, με μπόλικη μαεστρία, και έντονο προσωπικό ύφος, δεν βρίσκεται πια ανάμεσά μας. Η εκδημία της μονάχα ως σωματική μπορεί να εκληφθεί, γιατί η παρακαταθήκη που μας κληροδότησε αποτελεί μνημείο εσαεί για κάθε πνευματικό άνθρωπο. Η Καλλιόπη Μόρτη-Σωτηρίου, από τη Λεμεσό, συγκαταλέγεται ανάμεσα στις σημαντικότερες ποιητικές παρουσίες στην Κύπρο της μετεπαναστατικής γενιάς. Όλη η ποίησή της μέχρι και τις τελευταίες στιγμές της ζωής της ήθελε να ταυτίζεται με τον τόπο της, με το μικρό εκείνο αλωνάκι, στο Παλαιχώρι, αλλά και με το μεγάλο αλωνάκι του Διονύσιου Σολωμού, τη γενέθλια μητέρα πατρίδα, με τα ιδανικά και τις ελπίδες που έθρεψε γενιές ολόκληρες και που δυστυχώς ένιωσε και η ίδια να διαψεύδονται. Η ποίησή της, μπόρεσε να χωρέσει την πατρίδα με τους αγώνες και τις αγωνίες της για λευτεριά και δικαιοσύνη:
«Αγουροξυπνημένος ο Αρτούρος έβρισκε τον τόπο μας»
Το όνομά της παραπέμπει στο γαλάζιο του ουρανού και της θάλασσας, στην ελευθερία της ιδιαίτερης της πατρίδας μα και στη μητέρα Ελλάδα, γιατί η Π. Γαλάζη, όπως μας αφηγήθηκε πολλές φορές και με περίσσιο καμάρι, επέλεξε το όνομα Γαλάζη, από τα δεκαέξι της κιόλας χρόνια, όταν διακρίθηκε σε ένα πανελλήνιο ποιητικό διαγωνισμό. Η πρώτη της ποιητική συλλογή από τα φοιτητικά της κιόλας χρόνια όπως και όλες οι υπόλοιπες, αντλούν- αλλά ποτέ δεν εξαντλούν- την έμπνευσή τους από τους Αγώνες της Κύπρου για την Ελευθερία. Οι Στιγμές Εφηβείας, η πιο καυτή ποιητική της μαρτυρία για τον αγώνα του 1955-1959, εκδίδεται από τον οίκο Φέξη το 1963. H γλωσσοπλαστική της ικανότητα αναδεικνύει πολύ εύστοχα, εύτονα και έντονα, το πρόβλημα της Κύπρου και τους αγώνες των Ελληνοκυπρίων για ελευθερία. Με γλωσσοπλαστική δεινότητα δεικνύει, αναδεικνύει και αποδεικνύει το ατελεύτητο του χρέους, του καημού για τη λευτεριά αλλά και της ματαίωσης: «τι θα ’ταν το τραγούδι αδελφέ μου σαν το μοιραζόμαστε».
Η έναρξη του αγώνα της ΕΟΚΑ 1955-59 τη βρίσκει στην εφηβεία, στα δεκαπέντε της κι ο ενθουσιασμός της εποχής δεν την αφήνει ασυγκίνητη. Συμμετέχει και βοηθά ποικιλοτρόπως. Ο αγώνας, όπως και κάθε αγώνας, για την Π. Γαλάζη γίνεται σκοπός της ζωής και νάμα της λευτεριάς.
«Ο Κυριάκος να δένει πάντα τις ρίζες,
ο Ευαγόρας να δίνει για πετάλωμα λέξεις,
θρύβονται των ποιητών τα σώματα αλάτι
Φωνή μου μνήμη της γενιάς μου»
Συλλαμβάνεται στις 27/3/1957 από τους Άγγλους κατακτητές. Η μέρα της σύλληψής της ήταν σημαδιακή, γιατί την επόμενη μέρα, το πλήθος πανηγυρίζει την απελευθέρωση του Αρχιεπισκόπου της Κύπρου Μακαρίου του Γ΄, ενώ το ίδιο βράδυ ακόμα ένας αγωνιστής, ο Στυλιανός Λένας, συγκαταλέγεται στο «Πάνθεο των Απόστολων απ’ τα πέρατα». Όπως η ίδια ομολογεί, «ποινή της παρέμεινε το ποίημα και η Ελευθερία της». Αστείρευτες κερήθρες για την ουρονοδρόμο Γαλάζη, ο αγώνας 1955-59:
Στυλιανός Λένας, Κυριάκος Μάτσης, πούλια στον ουρανό η Λουκία
Ο Γρηγόρης κι ο Ευαγόρας του Μαρτιού
ο Μιχάλης κι ο Ανδρέας του Μαγιού
κυαμώνουν το έδαφος της φωνής μου
και υπερίπτανται ως σύμβολα στο πάνθεο των αθανάτων.
Στους «Σηματωρούς» και στον «ωραίο Αρτούρο» ή «Ο Αρτούρ Ρεμπώ στη νήσο Κύπρο» το θέμα του Αγώνα περνά μέσα από τη δύναμη του ώριμου πλέον συμβολισμού. Η Κύπρος έχει ήδη περάσει μέσα από τον απελευθερωτικό αγώνα και την τουρκική εισβολή και κατοχή. Ο Αρτούρος αντιδιαστέλλεται με τον Νεόφυτο τον Έγκλειστο και τον Ευαγόρα Παλληκαρίδη. Στην ποιητική συλλογή «Τα έψιλον της Ελένης», η Ελένη Φωκά, συμβολίζει τη σύγχρονη ηρωίδα, που αψηφά τον κίνδυνο και αντιστέκεται στον Τούρκο κατακτητή αλλά και σε κάθε κατακτητή, ως προαιώνιο χωροχρονικό σύμβολο αντίστασης απέναντι στις εχθρικές επιβουλές και επιβολές. Στις ποιητικές συλλογές «τα πουλιά του Ευστόλιου και ο Έγκλειστος» όπως και στο «Έψιλον της Ελένης» εξακολουθεί να κυριαρχεί η έντονη αγωνιστικότητα αλλά παράλληλα και η εναγώνια απόγνωση:
«Σ’ ακούω, Αρτούρο,
στης φωνής μου το σώσπιτο
[…]εγκλείστρες βαθιές δεν κατέχει»
Στην ποιητική συλλογή το «Έψιλον της Ελένης» διαπιστώνουμε ότι το Ε αντιπροσωπεύει για την Π. Γαλάζη την Ελένη, της Τροίας, την Ελένη Φωκά, την Ελένη της Φραγκοκρατίας αλλά και τον έρωτα, το έαρ, τον Ευαγόρα, την ιδέα της Ένωσης της Κύπρου με την Ελλάδα. Αντιπροσωπεύει την ελευθερία και την Ελλάδα, ως δυο αλληλένδετες έννοιες και αξίες που υπερίπτανται πάνω και πέρα από μικροσυμφέροντα και μικροπολιτικές.
Η ακάματη εργάτρια του πνεύματος, η Ονησίλλεια μέλισσα, η οποία παρήγαγε πλούσιο και σημαντικό ποιητικό έργο, με αστείρευτη πηγή έμπνευσής της τους ήρωες του 1955-1959 βρίσκεται πλέον στα ουράνια στρώματα και από εκεί πλέον τους καλεί:
«Aντρέα, Κυριάκο, Γρηγόρη, Ευαγόρα Μιχάλη, Πέτρο της αθωότητας: «Το ποίημα απόμεινε η μόνη δίοδος για να περνά η ιστορία δίχως μάσκα».
Το παιχνίδισμα των λέξεων χοροπηδά πάνω στους στίχους με αριστοτεχνικό τρόπο, για να υφάνει με το δικό του πρωτότυπο μα και πρωτόγνωρο τρόπο, το πανί του τόπου, της Ιστορίας, και του Πολιτισμού της. Ο ωραίος Αρτούρος, τα Ε της Ελένης, ο Ευστόλιος, η Ελλάδα, ο Ευαγόρας, η ελευθερία, οι Σηματωροί σηματωρούν και σηματοδοτούν, καταδύονται και αναδύονται ως πανανθρώπινα σύμβολα. Η εικονοπλαστική δεινότητα συμπορεύονται με το εκπληκτικό συνταίριασμα ιστορίας με τόνο στοχαστικό, έντονα συγκινησιακό για να προβληματίσουν και να αποδώσουν ποιητικά την κραυγή της απόγνωσης και της αγωνίας για το μέλλον του τόπου μας: «έπινα νερό απ’ το καύκαλο της φωνής μου».
«Ανομβρία και πάλι στον τόπο μου
τρέχουν στους δρόμους οι επίγονοι κι οι μεταπράτες
για τις δημοπρασίες και τις εκπτώσεις
όπου πουλιούνται παράσημα και θέσεις κι αξιώματα κι όπου ξεπουλιούνται κι ανταλλάσσονται όνειρα
κι επιχρυσώνονται χάπια για να ταριχευτούν».
Στην ποιητική συλλογή «Φωνή» επανέρχεται στην ίδια εναγώνια κραυγή για ελευθερία και δικαίωση. Είναι η ίδια φωνή που αγρικούμε στις «Στιγμές Εφηβείας». Έστω και αν τα χρόνια έχουν παρέλθει ανεπιστρεπτί, παραμένει μια αιώνια έφηβος, ακόμα κι όταν συνειδητοποιούσε ότι «οι ελπίδες ήταν ξεκτένιστες». Η συμμετοχή της στον αγώνα και η μετέπειτα διάψευση των ελπίδων, των προσδοκιών και των ονείρων είναι διάσπαρτα σε όλο της το ποιητικό έργο. Ο Νεόφυτος ο Έγκλειστος, ο Ευστόλιος είναι η φωνή της πατρίδας.
«Πουλιά ελληνικά
Με το παπούτσι του Γρηγόρη για φωλιά
Και τ’ άλλα που ξαστόχησαν
Και πρόσφυγες καρτέραγαν
Στο ποίημα να μιλήσουν».
Το Υπνόχορτο και η Υπνοπαιδεία αποτελούν τον σηματωρό, καθώς «το αντρίκειο στήθος ασπαίρει κι ακινητεί», και «ακροβολεί». Επιστρέφω με την φωνοπηγή μου/υδραγωγώντας ξημέρωμα».
Στην ποιητική της συλλογή «Ένας Κόσμος Ελ Γκρέκο», μια δίγλωσση έκδοση στα Ελληνικά και στα Ισπανικά, αποτελεί το επιστέγασμα όλων των ωραίων μα και γλυκόπικρων αναμνήσεων για την ποιήτρια, Η Φωνή, της Ελλάδας, της συνείδησης, της λευτεριάς, η γλώσσα η ελληνική με τους γλυκούς κι ανταριασμένους ήχους του Έψιλον, με τους ήχους της μνήμης, ως μνησιπήμων πόνος, ελπίζοντας πώς:
«Μικρά χελιδόνια
Που τώρα ραμφίζουνε μνήμη
Την Άνοιξη» […]
«Πώς να βρω παλιά αγάπη
Εικονογράφο των ουρανών».
Η συνάντηση με την Ισπανία του Θερβάντες
Η Ισπανία είναι για την ποιήτρια ένα ευλαβικό προσκύνημα, όπως η ίδια μου αφηγήθηκε στις τελευταίες μας συναντήσεις και αποτελεί την ποθητή συνάντηση όλων εκείνων των Φωνών: Των Ελένων και των Ελλήνων, της Ιστορίας, του μύθου και της Θρησκείας σε ένα ευλαβικό συναπάντημα με την ευρωπαϊκή Ισπανία του Θερβάντες, του Μιρό και του Πικάσο. Η τελευταία της ποιητική συλλογή «Αγαπημένοι και κεχαριτωμένοι» με μνήμες από την παλιά Κύπρο (1945-1960) αποτελούν ένα απάνθισμα μιας κουστωδίας όλων εκείνων των ανθρώπων και των τόπων που στιγμάτισαν τη ζωή της: Ενδεικτικά αναφέρω: Χριστοφής Μάτσης από το Παλαιχώρι, «ένας από τους αγγέλους του Παραδείσου μου», Αίγλη, Αργυρός Δρουσιώτης, Μαρία της Μικρασίας, Κάνθος και τόσοι άλλοι γνωστοί και άγνωστοι για μας, που ωστόσο κέρδισαν την καρδιά της ποιήτριας και συγκαταλέγηκαν στις τελευταίες της δημιουργίες, πριν την εκδημία της. Συνοψίζοντας, θα λέγαμε ότι η Πίτσα Γαλάζη μέσα από την ποίηση της έχει ενσαρκώσειτα αθάνατα εκείνα πρότυπα του Αγώνα,τα αρχέτυπα κάθε αγώνα στη ζωή του ανθρώπου, τα οποία αδιαλείπτως επανέρχονται ως ηρωικά πρότυπα. Οι ήρωες του 1955-59 λειτουργούν ως περσόνα σε όλες τις ποιητικές συλλογέςτης. «Ο Γρηγόρης Αυξεντίου, με τα Πουλιά ελληνικά και οι ακούραστοι λεξιστές του Ελληνισμού». Πέταξε για τη γειτονιά των αγγέλων στις 14 Φεβρουαρίου 2023, η αστείρευτη και ανεξάντλητη πηγή του Αγώνα, που έρρεε ασταμάτητα το γαλάζιο του ουρανού και της θάλασσας. Έφυγε μαζί με την πικρή εκείνη γεύση από την τραγική διάψευση της γενιάς της, για όλα εκείνα για τα οποία πολέμησαν τόσο με τη συμμετοχή τους στον Αγώνα όσο και με τη δύναμη της ποίησης τους και για να ζήσουν αργότερα μια νέα εποχή, που απομακρυνόταν διαρκώς από αυτό που προσδοκούσαν: πνευματική ανάσταση και ψυχική ανάταση! Δρ Πόλα Χατζηστεφάνου – Πρώτη Λειτουργός Εκπαίδευσης, ΥΠΑΝ