Αδιέξοδο αντιμετωπίζουν τα σχολεία αλλά και το υπουργείο Παιδείας σε ότι αφορά στη διαχείριση μαθητών – θυτών σε ακραία περιστατικά βίας.

Αυτό αποκάλυψε στον «Φ» αρμόδια πηγή, με αφορμή τη συγκλονιστική υπόθεση σεξουαλικής κακοποίησης μαθητή γυμνασίου από τρεις συμμαθητές του, με το θύμα να χρειάζεται να συνυπάρξει για περισσότερο από 1,5 μήνα στη ίδια σχολική μονάδα και με τους τρεις θύτες (πλέον μόνο με τους δύο), ενώ εκείνοι τον εκφόβιζαν.

Σε ότι αφορά στο τραγικό περιστατικό και την παρατεταμένη συνύπαρξη των μαθητών, φαίνεται ότι δεν υπήρχε στη διάθεση του υπουργείο Παιδείας άλλος εναλλακτικός χώρος ή δομή φοίτησης που θα μπορούσαν να μεταφερθούν οι εμπλεκόμενοι μαθητές. Τη στιγμή, μάλιστα, όπως μας αναφέρθηκε, οπού τόσο η αστυνομική όσο και η εσωτερική έρευνα συνεχίζονται.

Εκείνο που δυσκολεύει τα σχολεία, όπως μας υπογραμμίστηκε, είναι η διαχείριση των παιδιών που είναι θύτες σε περιστατικά. «Τα παιδιά αυτά αφήνονται να φοιτούν στα σχολεία, χωρίς περαιτέρω διαχείριση, με αποτέλεσμα να μένει το σχολείο χωρίς υποστήριξη άλλων υπηρεσιών και χωρίς άλλες επιλογές». Αυτό, όπως μας σημειώθηκε, συμβαίνει επειδή σημαντικές πρόνοιες του σχετικού Νόμου δεν έχουν ακόμη τεθεί σε εφαρμογή, όπως για παράδειγμα η λειτουργία Χώρου Κράτησης Παιδιών ή και Κέντρου Ημέρας.

«Είναι εδώ που το υπουργείο Παιδείας υπεραμύνεται των χειρισμών του, ειδικά σε αναφορές βουλευτών, ότι αφέθηκαν τα υπό κατηγορία παιδιά (πιθανοί θύτες) να φοιτούν και να δραστηριοποιούνται στους ίδιους χώρους με παιδί που προέβηκε σε καταγγελία σεξουαλικής κακοποίησης (πιθανό θύμα)», σημειώθηκε.

Αντί να στοχοποιείται ένας από τους πιο σημαντικούς θεσμούς του κράτους, εκείνος του δημόσιου σχολείου και του εκπαιδευτικού, αναφέρει η ίδια πηγή, είναι πιο σοφό να συστρατευτούν όλες οι εμπλεκόμενες υπηρεσίες. «Να ενθαρρυνθεί η θετική στροφή που έγινε προς τη συζήτηση και την καταγγελία τέτοιων φαινομένων, γιατί μόνο έτσι θα αντιμετωπιστεί αποτελεσματικά το σοβαρό αυτό πρόβλημα».

Σημειώθηκε, δε, πως ο εκπαιδευτικός διαδραματίζει σπουδαίο ρόλο ως προς τον εντοπισμό και την καταγγελία τέτοιων περιστατικών. «Με βάση τα στατιστικά δεδομένα, οι εκπαιδευτικοί αποτελούν την δεύτερη πιο μεγάλη ομάδα αναφοράς περιστατικών σεξουαλικής βίας σε βάρος παιδιών στην Αστυνομία». Προηγούνται οι οικογένειες των παιδιών, ιδίως όταν δεν υπάρχει εμπλοκή των γονέων.

Η συμβολή των εκπαιδευτικών στην καταγγελία των περιστατικών σεξουαλικής κακοποίησης παιδιών, αναδεικνύεται όπως μας αναφέρει η πηγή μας, και από τα δεδομένα που συλλέχτηκαν κατά τη διάρκεια της πανδημίας του κορωνοϊού και του εγκλεισμού, όπου οι αναφορές κακοποίησης είχαν μειωθεί, ενώ η βία είχε αυξηθεί κατακόρυφα. «Ο ρόλος των εκπαιδευτικών και του σχολείου είναι σημαντικός για την πρόληψη και την αναφορά περιστατικών. Για αυτό το θέμα το Υπουργείο, σε συνεργασία με το Παιδαγωγικό Ινστιτούτο και την Υπηρεσία Εκπαιδευτικής Ψυχολογίας,  έχει εκδώσει  εγχειρίδια και εγκυκλίους, προωθώντας διαθεματικά την πρόληψη στα σχολεία».

Μεταξύ των επίμαχων πολιτικών για αντιμετώπιση του φαινομένου, συγκαταλέγεται η Εθνική Στρατηγική για την Πρόληψη και Καταπολέμηση της Σεξουαλικής Βίας ενάντια στα Παιδιά. Από το 2016, το υπουργείο Παιδείας οργανώνει επιμορφώσεις εκπαιδευτικών σε όλες τις βαθμίδες, έτσι ώστε να είναι σε θέση να αναγνωρίζουν και να διαχειρίζονται με τον σωστό τρόπο περιστατικά σεξουαλικής κακοποίησης. «Ο στόχος είναι ένας και μοναδικός: Να καταστεί το σχολείο, το καταφύγιο του παιδιού σε περίπτωση κακοποίησης του από μέλη της ίδιας της οικογένειας του ή και από άλλους θύτες».

Για τον σκοπό αυτό εκδόθηκε εγχειρίδιο εκπαιδευτικού το 2017, το οποίο επικαιροποιήθηκε το 2023. Υπενθυμίζεται ότι η αναγνώριση και η καταγγελία περιστατικών στις αρμόδιες Αρχές (Αστυνομία και Υπηρεσίες Κοινωνικής Ευημερίας) είναι ατομική υποχρέωση με βάση τον περί Πρόληψης και Καταπολέμησης της Σεξουαλικής Κακοποίησης και Εκμετάλλευσης Ανηλίκων και Παιδικής Πορνογραφίας Νόμο του 2014.