Στην αρχή φαινόταν αστείο. Μα ένας λαός να ζητά να του επιβάλουν «κέρφιου»; Οργουελιανές καταστάσεις. Μα πραγματικότητα. Μέχρι και 30.000 υπογραφές μαζεύτηκαν γι’ αυτό το περιβόητο «Lockdown» που μπήκε στη ζωή μας είτε διά μέσου των δημοσιογράφων είτε διά μέσου των διεθνών ειδήσεων που βολοδέρνουν στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης και είναι ήδη κλεισμένοι στα σπίτια τους, όπως η συντριπτική πλειοψηφία του λαού μας. Η γιαγιά μας στην αμόλυντη Τεμπριά έμεινε να ζητήσει «lockdown». 
Αναντίλεκτα, καταλαβαίνει κανείς πως ήρθε το τέλος του κόσμου όταν πολίτες μιας Δημοκρατίας, ζητούν από την εξουσία να τους κλείσει στο σπίτι τους. Μέχρι και λογότυπο «lockdownnow» πήρε το μάτι μας και κάμποσους «αυτοδίδακτους» να ζητούν δικτατόρευση της ζωής τους. Κάμποσους έξαλλους να διαλαλούν πως είναι καλό πράγμα η σκλαβιά ενός ανθρώπου. Ήρθε το τέλος του κόσμου;
Δεν είναι δυνατόν. Αντί να ξαναβρούμε εκείνα τα ένστικτα της αλληλεγγύης, της ανθρωπιάς, του σεβασμού, εκείνα τα ένστικτα των παππούδων μας που συντάραξαν αυτοκρατορίες, εκείνα τα ένστικτα των νικηφόρων ενοριών, των χωριών, αντί να γυρίσουμε στις γειτονιές, στις οικογένειες, στους συντρόφους μας, ζητούμε να εγκατασταθούν χωροφύλακες έξω από κάθε πόρτα; Αντί να θριαμβεύσει η λογική της συλλογικότητας –έστω και χωρίς επαφές– θριαμβεύει η λογική του «ατόμου», η λογική του ακροατή, του αποβλακωμένου νέου ανθρώπου;
Κι ύστερα, τι πάει να πει αυτό το «απείθαρχος λαός» που κουβαλούν οι επιδημιολόγοι –και προωθούν οι πανέξυπνοι του φέισμπουκ– για να μας πείσουν ότι δεν υπάρχει άλλη λύση από το επαίσχυντο «κέρφιου», που δεν ξέρουμε αν είναι χειρότερο από το «lockdown» -από ταινία θα το ανακάλυψαν; Τι πάει να πει δεν μπορούμε να προστατευτούμε και να προστατέψουμε όσους το έχουν ανάγκη, χωρίς απαγόρευση της κυκλοφορίας; Γιατί τόση μεμψιμοιρία; Τόση μιζέρια και απαισιοδοξία στο νησί που τυχαία επιβιώνει σε τούτη τη γωνιά της Μεσογείου;
Στοπ. Αν νομίζει κανείς πως δεν παίρνουμε σοβαρά τον κορωνοϊό, να ρωτήσουν να μάθουν. Και όμως, δεν είναι λύση ο εκφασισμός, που θα μας σκοτώσει –ούτως ή άλλως- όταν περάσει το κακό και θα πρέπει να διαχειριστούμε το αύριο. Κι αν είναι ζήτημα ζωής και θανάτου –που είναι– από πότε γίναμε κλειδοκράτορες της συλλογικής ελευθερίας (τα «άτομα» εξαφανίζονται σε τέτοιες στιγμές) και απαιτούμε να μας κλείσουν στα σπίτια μας; Γιατί χάσαμε την ελπίδα και την πίστη μας στη συνείδηση της ανθρωπότητας, στην ταυτότητα, στο ένστικτο ενός λαού που ξέρει πολύ καλά από απαγορεύσεις κυκλοφορίας; Καμιά διάθεση για αντίσταση, ρε διάολε; «Δεν ελπίζω τίποτα, δεν φοβάμαι τίποτα, είμαι ελεύθερος».