Όταν, πέρυσι, το Διεθνές Ποινικό Δικαστήριο είχε εκδώσει τα εντάλματα σύλληψης εναντίον του Πρωθυπουργού του Ισραήλ Βενιαμίν Νετανιάχου και του τότε υπουργού Άμυνας Γοάβ Γκάλαντ, πολλοί είχαν απορήσει για τη βιασύνη του εισαγγελέα του Διεθνούς Ποινικού Δικαστηρίου Καρίμ Χαν και τη ζημιά που αυτό ενδεχομένως να έκανε, όχι μόνο στην υπόθεση, άλλωστε το ένταλμα δεν σημαίνει ούτε καταδίκη ούτε αθώωση, αλλά πολύ περισσότερο στην εικόνα του ίδιου του ΔΠΔ – το οποίο ας σημειωθεί δεν είναι το Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης και δεν είναι όργανο του ΟΗΕ.

Οι απορίες αφορούσαν κυρίως το ανεξήγητο τότε γεγονός ότι ο Χαν προχώρηση στην κίνηση μία μέρα πριν αναχωρήσει για το Ισραήλ και τη Γάζα, ένα ταξίδι το οποίο ο ίδιος δήλωνε ότι ήταν πολύ σημαντικό για τη λήψη της όποιας απόφασης απόφασης από πλευράς του. Και σε μια υγιή διαδικασία ήταν. Όμως το ταξίδι ακυρώθηκε μαζί με την έκδοση των ενταλμάτων, τα οποία ήταν ίσως το σημαντικότερο όπλο για να πυροδοτηθεί μια υστερία στη Δύση, ενάντια όχι μόνο στο Ισραήλ αλλά και στους Εβραίους γενικότερα. Η χειρότερη έκρηξη αντισημιτισμού μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο η οποία συνεχίζεται.

Το ερώτημα ήταν και παραμένει απλό: πώς αλλά και κυρίως γιατί ο Χαν κατέληξε ξαφνικά στην απόφαση αυτή χωρίς να κάνει κάποια επιτόπια εξέταση και να μιλήσει με τα δύο πρόσωπα που τελικά κατηγόρησε; Στο κάτω – κάτω ήταν ο Πρωθυπουργός μιας χώρας και ο υπουργός Άμυνάς της. Υπήρχε μάλιστα διευθετημένη συνάντησή του με τον Βενιαμίν Νετανιάχου.

Γιατί λοιπόν; Γιατί να δώσει ένα τέτοιο επιχείρημα στην Ιερουσαλήμ η οποία δημοσίως ρώτησε και ρωτά ακόμα πώς εκδόθηκαν τα εντάλματα χωρίς να της δοθεί το δικαίωμα να μιλήσει; Σημειωτέον ότι στη συνέχεια, το Ισραήλ κατηγόρησε το Διεθνές Ποινικό Δικαστήριο ότι υπήρξε άδικη μεταχείρισή του αφού ούτε εκεί του δόθηκε η δυνατότητα να απαντήσει όπως έπρεπε. Τις προάλλες μάλιστα το Εφετείο του ίδιου ΔΠΔ, δικαίωσε το Ισραήλ διατάζοντας το ΔΠΔ να επαναλάβει τη διαδικασία μέσα σε διάστημα έξι μηνών.

Το ερώτημα για τη στάση του Χαν επανήλθε λίγο μετά την έκδοση των ενταλμάτων όταν έγινε γνωστό πως εναντίον του είχε αρχίσει διαδικασία για αδικήματα σεξουαλικής φύσης και κατόπιν για προσπάθεια συγκάλυψής τους. Το ΔΠΔ εντούτοις, άφησε το Χαν στη θέση του, καλύπτοντας την ιστορία με απόλυτα μυστικότητα.

Αυτό μέχρι σήμερα. Καθώς η Wall Street Journal αποκάλυψε λεπτομέρειες για τις κατηγορίες οι οποίες φέρνουν σε εξαιρετικά άσχημη θέση όχι τόσο τον Χαν ο οποίος όπως ο Νετανιάχου και ο Γκάλαντ παραμένουν ύποπτοι και συνεπώς αθώοι μέχρι αποδείξεως του αντιθέτου, αλλά του ίδιου του Διεθνούς Ποινικού Δικαστηρίου το οποίο όπως αποκαλύπτεται γνώριζε για τις καταγγελίες οι οποίες είχαν διατυπωθεί πριν την έκδοση των ενταλμάτων από τον Χαν. 

Εδώ είναι και το θέμα. Η αποκάλυψη των κατηγοριών έγινε λίγο καιρό μετά την έκδοση των ενταλμάτων, με αποτέλεσμα να δοθεί η εντύπωση ότι ακολούθησαν τα εντάλματα. Όμως το αντίθετο συνέβη, με αποτέλεσμα οι υποψίες τώρα να στρέφονται στο ενδεχόμενο, αυτό να είναι και η εξήγηση της βιασύνης. Ότι δηλαδή ο Χαν κινήθηκε προς τα εντάλματα εκθέτοντας τη διαδικασία και την αμεροληψία του ΔΠΔ ώστε να προστατευτεί από τις κατηγορίες. Όπως και έγινε, με πολλούς να λένε πως ήταν σκευωρία για να πληγεί ο Εισαγγελέας. 

Ο Χαν είχε κατηγορηθεί το διάστημα για ψυχολογικά κακοποιητική συμπεριφορά εναντίον συνεργατών του. Μέχρι που μία 30χρονη συνεργάτιδά του, μια Μαλαισιανή δικηγόρος, τον κατήγγειλε ότι την είχε εξαναγκάσει να έρθει κατ’ επανάληψη σε συνουσία μαζί του στη Νέα Υόρκη, την Κολομβία, το Κονγκό, το Τσαντ και το Παρίσι, καθώς και σε κατοικία της συζύγου του στη Χάγη.

«Πάντα με κρατάει και με οδηγεί στο κρεβάτι», είπε στην κατάθεσή της στους ανακριτές η κοπέλα, όπως αποκαλύπτει η WSJ. «Είναι η αίσθηση ότι είσαι παγιδευμένη». Είπε επίσης πως παρέμεινε στη δουλειά της επειδή ένιωθε ότι ήταν ένας σημαντικός ρόλος στον τομέα των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και επιπλέον, πλήρωνε για την ιατρική περίθαλψη της μητέρας της. 

Αναφέρει επίσης ότι άρχισε να φοβάται αντίποινα αν καταγγέλλε την υπόθεση. Τον περασμένο μήνα οι ανακριτές της υπόθεσης ανακοίνωσαν ότι διερευνούν πρόσθετες καταγγελίες ότι ο Χαν προέβη σε αντίποινα εναντίον υφισταμένων του οι οποίοι αναφέρθηκαν στις καταγγελίες ή τον επέκριναν για τους χειρισμούς του μετά τις καταγγελίες. Η παραπονούμενη είπε πως ο Χαν, μετά την καταγγελία της διαμήνυσε ότι οι κατηγορίες της «θα έβλαπταν την έρευνα για τον πόλεμο στη Γάζα», προσπαθώντας να τη φέρει σε δύσκολη θέση αλλά και να την εκφοβίσει ότι θα φορτωνόταν τις ευθύνες. 

Δικαστικοί λειτουργοί δήλωσαν στη Wall Street Journal ότι τα εντάλματα σύλληψης ενίσχυσαν την υποστήριξη προς τον Χαν από τις αντι-ισραηλινές χώρες και αποθάρρυναν την καταγγέλλουσα από του να προχωρήσει με την υπόθεση αρχικά. 

Ο Χαν αρνείται τη διασύνδεση των δύο ζητημάτων, των ενταλμάτων δηλαδή και των εις βάρος του κατηγοριών, και υποστηρίζει ότι η έγκριση των ενταλμάτων από το Δικαστήριο δείχνει ότι τα αποδεικτικά στοιχεία «πληρούσαν τα αυστηρά νομικά κριτήρια». Ωστόσο, τα εντάλματα εγκρίθηκαν από τρεις δικαστές, όχι την Ολομέλεια του Σώματος και αυτό είναι μια πρόσθετη ενδιαφέρουσα λεπτομέρεια.

Αυτό που προκαλεί επιπλέον απορίες είναι το γιατί να ατονίσει η διαδικασία εάν έφευγε προσωρινά ο Χαν, όπως θα ανέμενε άλλωστε κανείς να κάνει ο ίδιος με τη διατύπωση τόσο σοβαρών καταγγελιών εις βάρος του, ώστε η έρευνα να προχωρήσει απρόσκοπτα αντί να κατηγορείται ότι προσπάθησε με ενέργειες εκφοβισμού να την επηρεάσει

Στο κάτω – κάτω, εάν αναλάμβανε την υπόθεση κάποιος άλλος Εισαγγελέας δεν θα την έπαιρνε μέχρι τέλους, ακολουθώντας μάλιστα και τη σωστή, νομικά και ηθικά, διαδικασία; Πιστεύει οποιοσδήποτε λογικός άνθρωπος ότι, σε ένα Σώμα το οποίο είναι σε σύγκρουση με το Ισραήλ συνεχώς, όλοι οι υπόλοιποι Εισαγγελείς θα… τη χάριζαν στον Νετανιάχου; Γιατί;

Ή μήπως ήταν ο μοναδικός τρόπος για να θωρακιστεί ο Χαν; Εάν ήταν, το μόνο που κατάφερε είναι να προκαλέσει όσα ακολούθησαν την έκδοση αυτών των ενταλμάτων, εναντίον ανθρώπων που σε τίποτα δεν έφταιγαν, πολλοί μάλιστα διαφωνούσαν με τον Νετανιάχου, πηγαίνοντας τη Δύση πίσω στη δεκαετία του ’30 και ανοίγοντας μια νέα εποχή αντισημιτισμού, επικίνδυνη για κάθε δημοκρατική και ελεύθερη χώρα και χρήσιμη μόνο για τον ισλαμοφασισμό και την προσπάθειά του να επικρατήσει στη Δύση.

Ο Χαν οφείλει κάποιες απαντήσεις. Όλα δείχνουν ότι δεν θα είναι εύκολες για τον ίδιο.