Αν και υπερβολική, η κριτική που προληπτικά ασκείται στην Κυβέρνηση για την πράσινη φορολογία και για το νέο κύμα αυξήσεων στις τιμές των καυσίμων κρίνεται σε γενικές γραμμές δικαιολογημένη.

Η ίδια η Κυβέρνηση φρόντισε να διευκολύνει την κριτική αυτή, με τις αποφάσεις της, κυρίως όσον αφορά τις τιμές των καυσίμων, αφού, παρά το γεγονός ότι σήμερα βρίσκονται σε υποφερτά -σχετικά- επίπεδα οι τιμές, εντούτοις η μείωση στον φόρο κατανάλωσης ανανεώθηκε για άλλον ένα μήνα.

Άστοχη απόφαση, τη στιγμή που την ίδια ώρα προγραμμάτιζε να επιβάλει επίσης στα καύσιμα νέο φόρο, στο πλαίσιο της πράσινης φορολογικής μεταρρύθμισης.

Πλέον, όπως όλα δείχνουν, το τέλος της μείωσης του φόρου κατανάλωσης θα συμπέσει με την πράσινη φορολογία, η οποία θα επιβληθεί, αν όχι στο τέλος του μήνα, λίγο αργότερα. Ως αποτέλεσμα, δικαίως προκαλείται αναστάτωση και αγανάκτηση για το πού θα φτάσουν οι τιμές των καυσίμων, παρά τις διαβεβαιώσεις του αρμόδιου υπουργού ότι τουλάχιστον η πράσινη φορολογία θα συνοδευτεί από αντισταθμιστικά μέτρα.

Ακόμα χειρότερο, όμως, είναι το γεγονός πως η Κυβέρνηση δεν φρόντισε να επικοινωνήσει καλύτερα τις αλλαγές που έρχονται. Οι οποίες, αν και ήταν γνωστές σε κάποιους από το 2021 τουλάχιστον, όσον αφορά την επιβάρυνση των καυσίμων αιφνιδιάζουν σήμερα και πλανάται το ερώτημα γιατί και πώς προέκυψε η πράσινη μεταρρύθμιση, την οποία η χώρα περιέλαβε ως δέσμευση στο εθνικό Σχέδιο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας για να ξεκλειδώσει χρηματική βοήθεια από την ΕΕ. Εξού και τα σχετικά νομοσχέδια που σήμερα τέθηκαν σε δημόσια διαβούλευση ήταν έτοιμα εδώ και καιρό.

Το γεγονός, όμως, ότι η επιβάρυνση των καυσίμων σε πρώτη φάση δεν θα είναι μεγάλη και ότι θα υπάρξουν και αντισταθμιστικά και πάλι δεν δικαιολογεί τις αστοχίες της Κυβέρνησης στο θέμα. Η οποία οφείλει έστω και τώρα να ενημερώσει το κοινό για τους λόγους επιβολής της πράσινης φορολογίας, που την ανέβαλε απλώς η εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία, που εκτόξευσε προ διετίας τις τιμές της ενέργειας – και των καυσίμων- όχι μόνο στην Κύπρο αλλά σε όλο τον κόσμο.

Να εξηγήσει ότι αυτή προοδευτικά, ετησίως, θα αυξάνεται στις τιμές των καυσίμων και πως αν φέτος δεν θα μας «φανεί», αυτό θα συμβεί του χρόνου ή τον επόμενο. Θα μπορούσε αυτό να γίνει με ένα συνοπτικό σημείωμα πέραν της ενημέρωσης και των πινάκων που είχαν την ευκαιρία να δουν όσοι προσκλήθηκαν στην παρουσίαση που έγινε πρόσφατα στο Υπουργείο Οικονομικών για το θέμα.

Εντούτοις, οι αρμόδιοι αρκέστηκαν στην παράθεση παρουσιάσεων χωρίς καν να ενημερώσουν για τα σχετικά νομοσχέδια, τα οποία δυο – τρεις μέρες αργότερα γνωστοποίησαν, καλώντας όλους να καταθέσουν απόψεις έως τις 19 του μήνα. Οι διαβεβαιώσεις δε ότι η επιβάρυνση στις τιμές των καυσίμων θα είναι μικρή, για φέτος, δεν συνάδουν επίσης και με τα μηνύματα που υποτίθεται θέλει να στείλει η πράσινη φορολογική μεταρρύθμιση, η οποία λέγεται πως θα ενισχύσει τις προσπάθειες για μείωση της ρύπανσης του περιβάλλοντος και αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής. Οπόταν, η υποβάθμιση του φετινού πράσινου φόρου, που θεωρείται δεδομένο ότι θα επιβληθεί στις τιμές των καυσίμων, κρίνεται επίσης άστοχη, τη στιγμή που στόχος προοδευτικά, όσο και αν δεν λέγεται, είναι στην ουσία τα συμβατικά καύσιμα να καταστούν ασύμφορα, προκειμένου να οδηγηθούμε σε μια πιο πράσινη κινητικότητα.

Στην περίπτωσή μας και σε μείωση των ρύπων και των προστίμων, που αυτοί επιβαρύνουν γενικότερα την ενέργεια στον τόπο, σε χρήματα για πράσινες επενδύσεις και μεταρρυθμίσεις για τις οποίες δεσμευτήκαμε και σε επίτευξη των άλλων δεσμεύσεων μας για την πράσινη μετάβαση βάσει των στόχων που έθεσε η ΕΕ και οι οποίοι παρά τις επικείμενες ευρωπαϊκές εκλογές θεωρείται απίθανο να αλλάξουν.