Είναι προβληματικό το νέο σύστημα αξιολόγησης των δημοσίων υπαλλήλων ή μήπως δεν εφαρμόστηκαν οι σωστές διαδικασίες για τη νέα αξιολόγηση;
Δεν δόθηκαν ξεκάθαρες οδηγίες στους αξιολογητές από τη Διοίκηση ή μήπως δεν έγινε επαρκής εκπαίδευση;
Αυτά τα ερωτήματα και πολλά άλλα καλείται να απαντήσει αύριο το Υπουργείο Οικονομικών στη συζήτηση που θα διεξαχθεί στην κοινοβουλευτική Επιτροπή Οικονομικών.
Όταν άρχισαν να φτάνουν κοντά μας οι πρώτες καταγγελίες για -αδικαιολόγητα, σύμφωνα με τους παραπονούμενους- χαμηλές βαθμολογίες αλλά και για χειραγώγηση των αξιολογητών, ήμασταν κάπως επιφυλακτικοί. Και αυτό, γιατί θεωρήσαμε πως ίσως κάποιοι φοβούνται τις αλλαγές και ήθελαν να συνεχιστεί το στρεβλό και το ισοπεδωτικό σύστημα αξιολόγησης, με το οποίο σχεδόν όλοι οι εργαζόμενοι κρίνονταν ως εξαίρετοι, άσχετα αν δεν το άξιζαν. Δυστυχώς, τα όσα διαδραματίζονται το τελευταίο διάστημα στο Δημόσιο δείχνουν ξεκάθαρα πως δεν υπήρξε σωστή τήρηση των διαδικασιών αλλά ούτε εκπαίδευση των αξιοληγητών. Επίσης, υπάρχουν καταγγελίες από επηρεαζόμενους πως κάποιοι προϊστάμενοι, δείχνοντας υπέρμετρο ζήλο, έδωσαν πολύ αυστηρές βαθμολογίες.
Είναι δεδομένο πως ενώπιον της Επιτροπής Ενστάσεων αναμένεται να υποβληθούν χιλιάδες ενστάσεις από παραπονούμενους υπαλλήλους, οι οποίοι θεωρούν πως δεν τηρήθηκαν οι σωστές διαδικασίες και υπήρξεπαραβίαση του νομοθετικού πλαισίου που διέπει τις αξιολογήσεις.
Είναι γεγονός ότι οι περισσότερες αξιολογήσεις δεν δόθηκαν εμπρόθεσμα, μέχρι τις 15 Φεβρουαρίου, γεγονός που θα καθυστερήσει την εξέταση των εντάσεων και ακολούθως την υπόλοιπη διαδικασία.
Θα πρέπει επιτέλους κάποιος να αναλάβει την ευθύνη για την κατάσταση που επικρατεί στη Δημόσια Υπηρεσία, καθώς οι αντεγκλήσεις και οι προστριβές μεταξύ των αξιολογητών και των αξιολογηθέντων έγιναν καθημερινό φαινόμενο. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα το Δημόσιο να υπολειτουργεί σε κάποιες υπηρεσίες και τμήματα, οι εργαζόμενοι να μην αποδίδουν και οι πολίτες να μην εξυπηρετούνται σωστά.
Η ψυχολογία και η παραγωγικότητα κάποιων εργαζομένων έπεσε, με αποτέλεσμα να είναι αναποτελεσματικοί. Κάποιοι από αυτούς αρνούνται να αναλάβουν επιπλέον ευθύνες, με επιχείρημα τις χαμηλές βαθμολογίες.
Το προηγούμενο ισοπεδωτικό σύστημα αξιολόγησης δεν μπορούσε να συνεχιστεί άλλο, καθώς αποτελούσε κοροϊδία, τόσο για τους πολίτες, όσο και τους εργαζόμενους. Δεν είχε λογική, σχεδόν όλοι οι εργαζόμενοι να αξιολογούνται με άριστα. Με αυτά τα δεδομένα, λογικά η Δημόσια Υπηρεσία θα έπρεπε να «πετά» και όχι να παραμένει εγκλωβισμένη σε γραφειοκρατικές αγκυλώσεις αλλά και σε νοοτροπίες του παρελθόντος.
Η αλλαγή του προηγούμενου συστήματος αξιολόγησης ήταν επιβεβλημένη. Όμως, κάτι πρέπει να γίνει με τον αναβρασμό που υπάρχει σήμερα. Είναι πιθανό το νέο σύστημα, ως σύστημα, να μην είναι προβληματικό, αλλά να είναι προβληματικές οι διαδικασίες που ακολουθούνται.
Το γεγονός ότι εδώ και εβδομάδες οι αρμόδιοι παρακολουθούν χωρίς να τοποθετούνται ανοιχτά για το θέμα, προκαλεί περαιτέρω αναστάτωση στους εργαζόμενους, οι οποίοι ζητούν οι αξιολογήσεις που έγιναν να μην θεωρηθούν ως τελικές και φέτος το νέο σύστημα να εφαρμοστεί πιλοτικά.
Αυτό, όμως, δεν μπορεί να γίνει, καθώς δεν ανακοινώθηκε – υιοθετήθηκε από την αρχή. Το κράτος θα πρέπει πρώτα να βελτιώσει και να διορθώσει τις διαδικασίες και όχι να αναστείλει το νέο σύστημα αξιολόγησης, γιατί θα σήμαινε ακύρωση της συνολικής μεταρρύθμισης του Δημοσίου, η οποία, για την ιστορία, περιλαμβάνεται στα προαπαιτούμενα του Ταμείου Ανάκαμψης. Δηλαδή, εάν ακυρωθεί η μεταρρύθμιση του Δημοσίου θα μπει σε περιπέτειες το κράτος σε σχέση με τη χρηματοδότηση που λαμβάνει από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή.
Με προώθηση βελτιώσεων θα πρέπει όλοι οι εργαζόμενοι να βαθμολογούνται ανάλογα με τις δυνατότητες τους. Έτσι και αλλιώς, οι εργαζόμενοι καθημερινά κρίνονται από τους προϊστάμενους τους, τόσο για την παραγωγικότητα τους, όσο και για τον χαρακτήρα και άλλα προσόντα τους. Εάν Κυβέρνηση και συνδικαλιστικές οργανώσεις επιθυμούν να πετύχει η μεταρρύθμιση, θα πρέπει από κοινού να διορθώσουν τα λάθη που έγιναν με τις φετινές αξιολογήσεις. Μόνο με τη συνεργασία και τον συντονισμό θα επέλθουν οι βελτιώσεις που επιδιώκονται.