Το άρθρο 1Α του Συντάγματος κατοχυρώνει την υπεροχή του Ευρωπαϊκού Δικαίου έναντι του ημεδαπού δικαίου και του Συντάγματος και θεσπίστηκε προς συμμόρφωση της Δημοκρατίας με τις υποχρεώσεις της ως κράτος μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Στο πλαίσιο αυτό κρίθηκε αναγκαία η τροποποίηση του περί Δικαστηρίων Νόμου 14/60 και με την προσθήκη του άρθρου 34Α τέθηκε το δικαιοδοτικό πλαίσιο για τη δικαστική παραπομπή νομικού ερωτήματος από Κυπριακό Δικαστήριο στο Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΔΕΕ).
Προνοείται σχετικά ότι δικαστήριο ενώπιον του οποίου ανακύπτει ζήτημα που αφορά το κύρος και την ερμηνεία των αποφάσεων-πλαίσιο και των αποφάσεων που εκδίδονται βάσει της Συνθήκης για την ΕΕ ή στην ερμηνεία των συμβάσεων που καταρτίζονται βάσει αυτής ή στο κύρος και την ερμηνεία των μέτρων εφαρμογής τους, δύναται, αν κρίνει ότι η απόφαση επί του ζητήματος είναι αναγκαία για την έκδοση της δικής του απόφασης, να παραπέμψει το ζήτημα στο ΔΕΕ για να αποφανθεί επ’ αυτού.
Το άρθρο 267 της Συνθήκης Λειτουργίας της ΕΕ προς τούτο προνοεί ότι Δικαστήριο κράτους μέλους, ενώπιον του οποίου ανακύπτει τέτοιο ζήτημα σε εκκρεμή υπόθεση και του οποίου οι αποφάσεις δεν υπόκεινται σε ένδικα μέσα του εσωτερικού δικαίου, οφείλει να παραπέμψει το ζήτημα στο Δικαστήριο της ΕΕ. Μάλιστα, το ΔΕΕ με σχετικό έγγραφο συστάσεων, Information Note 2019/C 380/01, αναφέρει στη σύσταση 8 τα εξής: «Η αίτηση προδικαστικής αποφάσεως πρέπει να αφορά την ερμηνεία ή το κύρος του δικαίου της Ένωσης και όχι την ερμηνεία κανόνων του εθνικού δικαίου ή ζητήματα σχετικά με τα πραγματικά περιστατικά της διαφοράς της κύριας δίκης».
Αίτηση για παραπομπή προδικαστικών ερωτημάτων στο ΔΕΕ υποβλήθηκε ενώπιον του Εφετείου το οποίο στην απόφαση του στην Π.Ε.85/21, ημερ.28.3.2024, επιλήφθηκε του θέματος όπως τίθεται ανωτέρω. Συγκεκριμένα, Τ/κ αξίωνε πρωτόδικα δήλωση του Δικαστηρίου ότι δικαιούται να εκμεταλλευτεί και μεταβιβάσει την περιουσία του που βρίσκεται στις ελεύθερες περιοχές χωρίς να χρειάζεται έγκριση του Κηδεμόνα Τ/κ περιουσιών, καθώς και δήλωση ότι οι πρόνοιες του περί Τ/κ περιουσιών Νόμου 139/91 δεν είναι συμβατές με τις αρχές του κοινοτικού δικαίου όσον αφορά το δικαίωμα ιδιοκτησίας, της ίσης μεταχείρισης και της απαγόρευσης των διακρίσεων, λόγω φυλετικής ή εθνικής καταγωγής.
H πρωτόδικη απόφαση
Το Δικαστήριο απέρριψε την αγωγή διότι ο Τ/κ απέτυχε να περιγράψει στοιχειωδώς την ακίνητη ιδιοκτησία που επιδίωκε να πωλήσει και αναφορικά με την παρέμβαση του Κηδεμόνα τόνισε ότι πέραν από συνταγματική, με βάση το δίκαιο της ανάγκης, ήταν επιπλέον νόμιμη και συμβατή με το Ευρωπαϊκό Δίκαιο και με τα αλληλένδετα εφαρμοζόμενα ανθρώπινα δικαιώματα. Έκρινε ότι η Κυπριακή Δημοκρατία δεν στέρησε από τον Τ/κ το δικαίωμα ιδιοκτησίας αφού αυτή συνεχίζει να του ανήκει. Το αδιεκπεραίωτο της αγοραπωλησίας δεν οφείλεται στο ότι είναι Τ/κ αλλά στο ότι η ακίνητη ιδιοκτησία συνιστά τ/κ περιουσία κατά το άρθρο 2 του Ν.139/91 και ο Κηδεμόνας ενεργώντας στο πλαίσιο του άρθρου 3 συνυπολόγισε ότι ο Τ/κ κατέχει ακίνητη ιδιοκτησία που ανήκει σε Ελληνοκύπριους στις μη ελεγχόμενες από τη Δημοκρατία περιοχές.
Απόφαση Εφετείου
Επί της αίτησης για παραπομπή το Εφετείο έκρινε ότι τα προδικαστικά ερωτήματα αφορούν το κατά πόσον εμπίπτει η συγκεκριμένη περίπτωση στο πεδίο εφαρμογής της Οδηγίας 2000/43 ΕΚ σε σχέση με το άρθρο 3.1 αλλά και την έννοια της φράσης «λιγότερο ευνοϊκή μεταχείριση» στο άρθρο 2.2(α) της Οδηγίας.
Έκρινε ότι αποκλειστικά αρμόδια να κρίνουν κατά πόσο η έκδοση προδικαστικής απόφασης είναι αναγκαία για την έκδοση της δικής τους απόφασης είναι τα Εθνικά Δικαστήρια. Συνεπώς οι παραπομπές θα πρέπει να γίνονται μόνο όπου είναι απαραίτητο όχι απλώς όταν είναι επιθυμητό ή βολικό και το εθνικό δικαστήριο λαμβάνει υπόψη και το κατά πόσο μπορεί με βεβαιότητα να αποφασίσει το ίδιο το εγειρόμενο ζήτημα.
Λόγοι για προδικαστική παραπομπή στο ΔΕΕ αποτελούν: (1) Τα σχετικά γεγονότα της υπόθεσης να μην τελούν υπό αμφισβήτηση. (2) Το νομικό σημείο που εγείρεται να είναι καθοριστικό για την επίλυση της επίδικης διαφοράς. (3) Να μην υπάρχει κοινοτική αυθεντία επί του νομικού σημείου ή παραπλήσια του. (4) Το εγερθέν σημείο και αυτή η ίδια η υπόθεση να προβάλλονται και τα δύο καλόπιστα και χωρίς υστερόβουλο κίνητρο.
Κατέληξε ότι τα ζητήματα συμβατότητας μπορούν να εξεταστούν από το παρόν Δικαστήριο χωρίς να χρειάζεται η προδικαστική παραπομπή στο ΔΕΕ και απέρριψε την αίτηση.
Δικηγόρος στη Λάρνακα