Στην εποχή μας, η ευαισθητοποίηση γύρω από τα περιβαλλοντικά ζητήματα έχει αυξηθεί σημαντικά. Όλο και περισσότεροι καταναλωτές αναζητούν προϊόντα και υπηρεσίες που είναι φιλικά προς το περιβάλλον, επιλέγοντας να στηρίξουν επιχειρήσεις που επιδεικνύουν περιβαλλοντική υπευθυνότητα.
Για τον λόγο αυτό, οι επιχειρήσεις που πραγματικά υιοθετούν πράσινες πρακτικές ξεχωρίζουν. Ωστόσο, υπάρχουν και επιχειρήσεις που προσπαθούν να εκμεταλλευτούν την αυξανόμενη προβολή για την περιβαλλοντική βιωσιμότητα, προωθώντας έντονα τα «πράσινα» διαπιστευτήριά τους, με αποτέλεσμα να φτάνουν ή ακόμα και να ξεπερνούν τα όρια του αθέμιτου ανταγωνισμού. Αυτή η τάση για υπερβολική ανάδειξη των πράσινων πρακτικών μπορεί να οδηγήσει σε αυξημένο κίνδυνο, κατηγορίας “Greenwashing”.
Το greenwashing αναφέρεται στην παραπλανητική παρουσίαση προϊόντων ή πρακτικών ως οικολογικά φιλικών, παρόλο που δεν υποστηρίζονται από αξιόπιστα δεδομένα. Αυτές οι επιχειρήσεις ενδέχεται να υπερβάλλουν ή να ψεύδονται σχετικά με τα οφέλη των προϊόντων τους ή για τις πρακτικές τους για το περιβάλλον, προκειμένου να ενισχύσουν την εικόνα τους και να αυξήσουν τις πωλήσεις τους. Οι αρνητικές συνέπειες του greenwashing είναι σοβαρές, αφού οι επιχειρήσεις που προσπαθούν να παραπλανήσουν τους καταναλωτές ρισκάρουν, μεταξύ άλλων, να χάσουν την εμπιστοσύνη των πελατών τους. Επιπλέον, υπάρχει η πιθανότητα να επηρεαστούν αρνητικά οι πωλήσεις και η φήμη τους.
Με την αυξανόμενη συνειδητοποίηση των περιβαλλοντικών ζητημάτων και την έντονη ζήτηση για βιώσιμα προϊόντα, το greenwashing έχει αναδειχθεί ως ένα κρίσιμο ζήτημα. Οι ρυθμιστικές αρχές της Ευρώπης αναγνωρίζουν την ανάγκη για αυστηρότερο έλεγχο και ρύθμιση των περιβαλλοντικών ισχυρισμών των επιχειρήσεων, με στόχο να προστατεύσουν τους καταναλωτές και να ενθαρρύνουν τις πραγματικά βιώσιμες πρακτικές.
Η πρόσφατη Οδηγία για τους Πράσινους Ισχυρισμούς (Green Claims Directive) της Ευρωπαϊκής Ένωσης αποτελεί ένα σημαντικό βήμα προς τη ρύθμιση των οικολογικών ισχυρισμών. Η οδηγία επιβάλλει αυστηρά κριτήρια και διαφάνεια στις περιβαλλοντικές δηλώσεις των επιχειρήσεων. Παρόλα αυτά, η οδηγία δεν αρκεί από μόνη της για να διορθώσει την κατάσταση. Οι επιχειρήσεις πρέπει να υιοθετήσουν μια ολοκληρωμένη προσέγγιση βιωσιμότητας, μειώνοντας ουσιαστικά τις περιβαλλοντικές επιπτώσεις και ενισχύοντας τη διαφάνεια σε κάθε στάδιο της παραγωγικής τους διαδικασίας.
Οι κυπριακές επιχειρήσεις, όπως και οι επιχειρήσεις σε όλο τον κόσμο, βρίσκονται αντιμέτωπες με την ανάγκη να αποδείξουν τη δέσμευσή τους για βιώσιμη ανάπτυξη, αποφεύγοντας ταυτόχρονα το greenwashing. Για να επιτύχουν αυτόν τον στόχο, το ΚΕΒΕ εισηγείται τις πιο κάτω στρατηγικές που οι επιχειρήσεις μπορούν να υιοθετήσουν:
1. Διαφάνεια και Ειλικρίνεια. Οι επιχειρήσεις πρέπει να παρέχουν σαφείς και ακριβείς πληροφορίες για τις περιβαλλοντικές τους επιδόσεις. Αυτό περιλαμβάνει την αναλυτική αναφορά σε εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου, τη χρήση ανανεώσιμων πηγών ενέργειας, την κατανάλωση νερού και άλλων πόρων, καθώς και τις προσπάθειες τους για μείωση των αποβλήτων.
2. Πιστοποιήσεις και Πρότυπα. Η απόκτηση πιστοποιήσεων από αναγνωρισμένους φορείς, όπως το ISO 14001 για περιβαλλοντική διαχείριση ή το EMAS (Eco-Management and Audit Scheme), μπορεί να ενισχύσει την αξιοπιστία των περιβαλλοντικών ισχυρισμών μιας επιχείρησης. Αυτά τα πρότυπα απαιτούν συγκεκριμένες δράσεις και συνεχή βελτίωση, μειώνοντας την πιθανότητα greenwashing.
3. Εκπαίδευση και Ευαισθητοποίηση. Οι επιχειρήσεις πρέπει να επενδύσουν στην εκπαίδευση του προσωπικού τους σχετικά με τις αρχές της βιωσιμότητας και τις περιβαλλοντικές πρακτικές.
5. Ενσωμάτωση της Βιωσιμότητας στη Στρατηγική. Η βιωσιμότητα πρέπει να αποτελεί κεντρικό στοιχείο της επιχειρηματικής στρατηγικής και να ενσωματώνεται στην εταιρική κουλτούρα. Αυτό σημαίνει ότι οι περιβαλλοντικοί στόχοι πρέπει να είναι μέρος των επιχειρηματικών στόχων.
6. Ανάπτυξη Βιώσιμων Προϊόντων και Υπηρεσιών. Οι επιχειρήσεις μπορούν να προωθήσουν την πραγματική βιωσιμότητα μέσω της ανάπτυξης προϊόντων και υπηρεσιών που είναι φιλικά προς το περιβάλλον. Αυτό μπορεί να περιλαμβάνει τη χρήση ανακυκλώσιμων υλικών, την ανάπτυξη ενεργειακά αποδοτικών προϊόντων και την προώθηση λύσεων που μειώνουν το περιβαλλοντικό αποτύπωμα.
7. Έλεγχοι και Αξιολογήσεις. Η διεξαγωγή τακτικών εσωτερικών και εξωτερικών ελέγχων για την αξιολόγηση των περιβαλλοντικών επιδόσεων μπορεί να βοηθήσει στην εξασφάλιση της διαφάνειας και της αξιοπιστίας. Οι ανεξάρτητοι έλεγχοι από τρίτους μπορούν να παρέχουν μια αντικειμενική εικόνα των επιδόσεων της επιχείρησης και να εντοπίσουν τομείς για βελτίωση.
Πρόσθετο κίνητρο για τις επιχειρήσεις είναι η ανάγκη αντιμετώπισης των νέων απαιτήσεων και προσδοκιών της εφοδιαστικής αλυσίδας. Υπάρχει μια παγκόσμια τάση που καταδεικνύει την ανάγκη των μεγάλων επιχειρήσεων στις πιο ανεπτυγμένες χώρες να υιοθετήσουν τις αρχές της βιώσιμης ανάπτυξης όχι μόνο εντός των δικών τους επιχειρήσεων, αλλά και μεταξύ των συνεργατών και των πελατών τους.
* Λειτουργός στο Τμήμα Βιομηχανικής Ανάπτυξης, Καινοτομίας & Περιβάλλοντος, ΚΕΒΕ