Από τα ενέσιμα στα χείλη έως τις ανορθώσεις γλουτών, η αισθητική τελειότητα έχει αναμφίβολα συχνά νομικές επιπτώσεις. Όλο και περισσότεροι άνθρωποι αναζητούν την τέλεια, εμπνευσμένη από διασημότητες και διαδικτυακούς influencers, εμφάνιση. Ωστόσο, όταν η πραγματικότητα αποκλίνει από τις προσδοκίες και η ιατρική ευθύνη διασταυρώνεται με την αισθητική βελτίωση, το «κόκκινο χαλί» μαζεύεται και ο δρόμος προς την αίθουσα του Δικαστηρίου ανοίγει.
Για πολλούς, η επώδυνη αλήθεια είναι ότι ο νόμος δεν είναι πάντοτε έτοιμος να τους προστατεύσει όταν η εμφάνιση και η προσδοκία συγκρούονται. Πολλοί, στην προσπάθειά τους να επιτύχουν οικονομικότερες ή ταχύτερες καλλωπιστικές αισθητικές επεμβάσεις, παραγνωρίζουν την αναγκαιότητα ύπαρξης της κατάλληλης άδειας άσκησης επαγγέλματος, των ιατρικών προτύπων και της ανάλογης εμπειρίας. Συνεπώς, πιθανό, να αγνοούν και την δυνατότητα δικαστικής προσφυγής σε περίπτωση ιατρικής αμέλειας ή ιατρικού και όχι μόνο, σφάλματος.
Η αύξηση των μη αδειοδοτημένων κλινικών, τόσο στην Κυπριακή Δημοκρατία, όσο και στα κατεχόμενα, όπου απουσιάζει κάθε κανονιστικός έλεγχος είναι ιδιαίτερα ανησυχητική. Μολονότι η Ευρωπαϊκή Ένωση (ΕΕ) επιβάλλει την χρήση εγκεκριμένων ιατρικών προϊόντων και συσκευών (όπως τα ενέσιμα fillers) με σκοπό την διασφάλιση της προστασίας της υγείας των ασθενών, είναι προφανές ότι τα πρότυπα αυτά συχνά παρακάμπτονται, περιπλέκοντας περαιτέρω το νομικό πλαίσιο και εν τέλει, αποδυναμώνοντάς την. Η ΕΕ κατοχυρώνει σημαντικά δικαιώματα των ασθενών και καταναλωτών, ιδίως μέσω της Οδηγίας 2011/24/ΕΕ σχετικά με την υγειονομική περίθαλψη και της Οδηγίας 2005/29/ΕΚ για τις αθέμιτες εμπορικές πρακτικές.
Παρά το γεγονός ότι η κυπριακή νομολογία τα πρόσφατα χρόνια εμπλουτίστηκε σε υποθέσεις ιατρικής αμέλειας, οι υποθέσεις που αφορούν αποκλειστικά την αισθητική χειρουργική παραμένουν λίγες.
Το δίκαιο των αστικών αδικημάτων παράσχει μέσα προσφυγής στο δικαστήριο και μια αξίωση, συνεπεία αποτυχημένης αισθητικής πράξης, ενδεχομένως, να μπορούσε να εγερθεί, υπό το πρίσμα της ιατρικής αμέλειας και ειδικότερα δυνάμει του Περί Αστικών Αδικημάτων Νόμου, ΚΕΦ.148, ή και σε ορισμένες περιπτώσεις, υπό την ομπρέλα της παραβίασης των συμβατικών υποχρεώσεων.
Είναι αδιαμφισβήτητο ότι όσον αφορά τις επεμβάσεις αισθητικής χειρουργικής, οι γιατροί και οι κλινικές δεσμεύονται από τις ίδιες γενικές αρχές επιμέλειας που διέπουν κάθε ιατρική πράξη, όπως το καθήκον επιμέλειας, μέριμνας και φροντίδας του ασθενή, παράβαση του οποίου εάν επιφέρει ζημιά-βλάβη, η οποία συνδέεται άμεσα με την ιατρική πράξη, δίδει το δικαίωμα αποζημίωσης. Εάν μια αισθητική θεραπεία παρεκκλίνει από εκείνη που θα παρείχε ένας συνετός και ικανός επαγγελματίας, υπό παρόμοιες περιστάσεις, ενδέχεται να στοιχειοθετείται ευθύνη (βλ. Αθανασίου κ.ά. v. Κουνούνη (1997) 1 Α.Α.Δ. 614 και Γιάλλουρος κ.ά. v. Ψύλλου κ.ά. (2009) 1 Α.Α.Δ. 1552).
Σε αντίθεση με τις επείγουσες ιατρικές επεμβάσεις (ακόμη και εδώ χρειάζεται συναίνεση του ασθενή), οι αισθητικές επεμβάσεις είναι προαιρετικής φύσεως και ως εκ τούτου η συναίνεση των ασθενών αποτελεί απαραίτητη προϋπόθεση. Ο ασθενής πρέπει να ενημερώνεται επαρκώς για την φύση της επέμβασής του, τους πιθανούς κινδύνους και επιπλοκές και τις εναλλακτικές επιλογές καθώς και τον προβλεπόμενο χρόνο ανάρρωσης.
Η Νομολογία και η κυπριακή νομοθεσία αναγνωρίζουν ότι η μη λήψη έγκυρης συναίνεσης συνιστά παραβίαση καθήκοντος, ακόμη και εάν η ιατρική πράξη εκτελέστηκε ορθά. Ως εκ των πραγμάτων, η βλάβη, μπορεί να έγκειται όχι μόνο στην σωματική ζημιά αλλά και στην απώλεια αυτονομίας, της σωματικής ακεραιότητας ή στην ψυχική οδύνη που αυτή προκαλεί. Συγκεκριμένα, ο Νόμος 1(Ι)/2005 «Περί Διασφάλισης και Προστασίας των Δικαιωμάτων των Ασθενών» ρυθμίζει ρητά την έννοια της ενημερωμένης συναίνεσης στις σχέσεις ασθενή – ιατρού. Ειδικότερα δε, κατοχυρώνει την αρχή ότι καμία ιατρική πράξη δεν μπορεί να διεξαχθεί χωρίς την ελεύθερη και ενημερωμένη συναίνεση του ασθενούς. Θα πρέπει να αναφερθεί ότι το δικαίωμα της αυτονομίας και της σωματικής ακεραιότητας προστατεύεται και από το Άρθρο 8 της Ευρωπαϊκής Συμβάσης Δικαιωμάτων του Ανθρώπου.
Όταν τα «φουσκωμένα χείλη» ξεφουσκώνουν θα πρέπει να λαμβάνονται τα ορθά νομικά μέτρα. Ενώ, εκ πρώτης όψεως, μπορεί να φαίνεται εύκολο το έργο των δικαστηρίων να αποφανθούν κατά πόσο ένας γλουτός είναι επαρκώς «ανυψωμένος», στην πραγματικότητα το έργο αυτό είναι εξαιρετικά πιο πολύπλοκο. Η αξιολόγηση της αισθητικής ζημίας, όπως βέβαια και σε οποιαδήποτε άλλη, αποτελεί ουσιαστική πρόκληση καθώς οι δικαστές θα πρέπει να συνεκτιμήσουν, πέραν του πόνου και της ταλαιπωρίας των ασθενών, την εμφανισιακή βλάβη, τις εν γένει σωματικές βλάβες, τα μελλοντικά ιατρικά έξοδα, το κόστος πιθανής διορθωτικής χειρουργικής καθώς και την ψυχολογική ζημία, όλα στα πλαίσια τις ιατρικής αμέλειας. Θα πρέπει να γίνει κατανοητό, ότι οι ασθενείς πρέπει να επιλέγουν προσεκτικά τους επαγγελματίες στους οποίους αναθέτουν αισθητικές επεμβάσεις, διασφαλίζοντας ότι είναι άρτια εκπαιδευμένοι, έμπειροι και πλήρως αδειοδοτημένοι. Πρόκειται για διαδικασίες που επηρεάζουν άμεσα το σώμα και την ψυχή, με πιθανές μόνιμες συνέπειες, οπότε η επιλογή επαγγελματία υψηλών ιατρικών και ηθικών προτύπων είναι κρίσιμη και επιβεβλημένη.