Θα ήταν καλύτερο το deal για το κράτος, εάν ο Συνεργατισμός αποκρατικοποιείτο σταδιακά μέχρι το 2020, όπως ήταν ο αρχικός σχεδιασμός, δηλώνει ο υπουργός Οικονομικών Χάρης Γεωργιάδης. Μια εβδομάδα μετά το κλείσιμο της συμφωνίας μεταξύ του Συνεργατισμού και της Ελληνικής Τράπεζας, ο υπουργός Οικονομικών σε συνέντευξή του στον «Φ» τονίζει πως η ισχυρή ανάκαμψη της οικονομίας θα είχε θετική αντανάκλαση στη Συνεργατική Κυπριακή Τράπεζα και στις υπόλοιπες τράπεζες.
Υποδεικνύει πως το ύψος των προβλέψεων θα συνέχιζε να αυξάνεται και την ίδια ώρα θα ήταν λιγότερα τα κόκκινα δάνεια. Σύμφωνα με τον υπουργό, το κόστος θα ήταν χαμηλότερο για το κράτος εάν τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια μεταφέρονταν σε έναν κρατικό φορέα διαχείρισης. Παράλληλα, επισημαίνει πως στα αρνητικά της συμφωνίας είναι η αύξηση του δημόσιου χρέους το οποίο θα αγγίξει το 110% του ΑΕΠ. Ωστόσο ξεκαθαρίζει και διαβεβαιώνει τους φορολογούμενους πως δεν θα επιβαρυνθούν με νέες φορολογίες. Υποστηρίζει, μάλιστα, πως η κυβέρνηση θα έχει έσοδα από την εκχώρηση των περιουσιακών στοιχείων της ΣΚΤ αξίας €8,3 δισ. στο κράτος. Ο υπουργός, αφήνει ανοικτό το παράθυρο για πώληση δανείων από εξειδικευμένο οίκο ο οποίος θα αναλάβει τη διαχείριση των κόκκινων δανείων και των υπόλοιπων περιουσιακών στοιχείων του Συνεργατισμού.
Ο κ. Γεωργιάδης αναγνωρίζει πως ήταν σημαντική η συμβολή του Συνεργατισμού στην Κύπρο, επισημαίνοντας πως αυτό που εξυπηρετεί τώρα τις ανάγκες της κυπριακής οικονομίας, είναι σύγχρονες και υγιείς τράπεζες. Ο κ. Γεωργιάδης, αφήνει αιχμές κατά της Κεντρικής Τράπεζας. Σεβόμενος την ανεξαρτησία της και τον σημαντικό ρόλο που έχει να επιτελέσει, τονίζει πως μπορεί να έχει θεσπιστεί ο ενιαίος εποπτικός μηχανισμός, υπογραμμίζοντας πως η κάθε Κεντρική Τράπεζα για να θεωρείται αξιόπιστη και αποτελεσματική θα πρέπει να έχει μια στιβαρή παρουσία, στη διαμόρφωση των αποφάσεων που λαμβάνονται στη Φρανκφούρτη και ειδικά εκείνων που επηρεάζουν το τραπεζικό σύστημα και γενικότερα την οικονομία της χώρας που εκπροσωπεί. Καταλήγοντας τονίζει την ανάγκη θεσμικής ισχυροποίησης της ΚΤ, προσθέτοντας πως το κράτος θα προχωρήσει προς αυτή την κατεύθυνση με συγκεκριμένες νομοθετικές προτάσεις.
Η συμφωνία πώλησης του Συνεργατισμού στην Ελληνική είναι πλέον δεδομένη. Αν είχατε να διαλέξετε μία διαδικασία όπως αυτή που εξελίχθηκε τις τελευταίες εβδομάδες και την προηγούμενη, με τη σταδιακή αποκρατικοποίηση του Συνεργατισμού μέχρι το 2020, ποία θα προτιμούσατε;
Χωρίς αμφιβολία θα επέλεγα μια σταδιακή αποκρατικοποίηση, μέσα από αυξήσεις κεφαλαίου, μέχρι το 2020. Πρέπει να κατανοήσουμε ότι το τραπεζικό μας σύστημα βρίσκεται σε μια διαδικασία εξυγίανσης. Αυτή η προσπάθεια ξεκίνησε το 2014 και η πρόοδος που έχει γίνει είναι σημαντική. Μιλώντας ειδικά για τον Συνεργατισμό, να υπενθυμίσω ότι το 2013, ως αποτέλεσμα μιας διαχρονικής κακοδιαχείρισης, είχε βρεθεί με αρνητικά κεφάλαια και με ένα όγκο €7,5 δισ. μη-εξυπηρετούμενων δανείων. Ήταν ένα πιστωτικό ίδρυμα χωρίς τις δομές και τις διαδικασίες μιας σύγχρονης τράπεζας. Έγινε μια μεγάλη προσπάθεια, δημιουργήθηκαν νέες δομές και άρχισαν να φαίνονται αποτελέσματα. Για παράδειγμα, η ανοδική πορεία των μη-εξυπηρετούμενων δάνειων ανακόπηκε και υπήρξε μείωση κατά €1,5 δισ. Δόθηκαν επίσης νέα δάνεια σχεδόν €1 δισ., τα οποία είναι στο σύνολο τους εξυπηρετούμενα. Δυστυχώς, η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα ανέβασε απότομα τον πήχη των εποπτικών απαιτήσεων, καθιστώντας αναπόφευκτες τις αποφάσεις που έχουν ληφθεί. Αλλά σε κάθε περίπτωση η έξοδος του κράτους ήταν δεδομένη, ήταν θέμα χρόνου.
Με τους αρχικούς σχεδιασμούς της σταδιακής αποκρατικοποίησης του Συνεργατισμού θα μπορούσε να προκύψει ένα καλύτερο deal για το κράτος;
Μα ασφαλώς. Το αποτέλεσμα άλλων 2 χρόνων ισχυρής ανάκαμψης της οικονομίας θα είχε θετική αντανάκλαση σε όλες τις τράπεζες, περιλαμβανομένου του Συνεργατισμού. Το ύψος των προβλέψεων θα συνέχιζε σταδιακά να αυξάνεται και τα μη-εξυπηρετούμενα δάνεια θα ήταν ακόμη λιγότερα. Συνεπώς, ακόμη και εάν είχαμε και πάλι σενάριο διαχωρισμού του χαρτοφυλακίου, με εκχώρηση των μη-εξυπηρετούμενων δανείων σε ένα κρατικό φορέα διαχείρισης, το κόστος θα ήταν χαμηλότερο.
Ποια θεωρείτε ως θετικά στοιχεία από το deal Ελληνικής ΣΚΤ για το κράτος και την οικονομία γενικότερα;
Πρώτα απ’ όλα, αποτρέπονται οριστικά οι όποιοι κίνδυνοι και διασφαλίζονται οι καταθέσεις του κόσμου. Δεύτερο, πραγματοποιείται μια οριστική ρήξη με τις κακές πρακτικές του παρελθόντος και ταυτόχρονα ένα καθοριστικό βήμα ισχυροποίησης του τραπεζικού μας συστήματος. Τρίτο, θα υπάρξει περιθώριο για πιο άνετη διαχείριση ενός σημαντικού μέρους των μη-εξυπηρετούμενων δανείων, χωρίς να επιβαρύνεται το τραπεζικό σύστημα και χωρίς να πιέζεται υπερβολικά ο δανειολήπτης. Αυτό, βέβαια, δεν σημαίνει ότι οι υποχρεώσεις του δανειολήπτη μεταβάλλονται. Τόσο οι υποχρεώσεις, όσο και τα δικαιώματα, παραμένουν αμετάβλητα. Αυτοί, πρέπει να σας πω, ήταν οι λόγοι που οδήγησαν το Υπουργικό Συμβούλιο στην απόφαση του να κάνει αποδεκτή της πρόταση της Ελληνικής Τράπεζας και προφανώς αυτά είναι τα ευρύτερα οφέλη που διαπιστώνουν οι Οίκοι Αξιολόγησης, που έδωσαν δύο αναβαθμίσεις στην οικονομία της χώρας μας τις τελευταίες βδομάδες.
Ποια θεωρείτε ως αρνητικά στοιχεία από το deal για το κράτος και το φορολογούμενο πολίτη γενικότερα; Οι πολίτες θα επιβαρυνθούν καθόλου από τη συμφωνία;
Το αρνητικό στοιχείο είναι η σημαντική επιβάρυνση του δημοσίου χρέους, το οποίο θα προσεγγίσει το 110% του ΑΕΠ. Όμως, θέλω να ξεκαθαρίσω ότι δεν θα υπάρξει επιβάρυνση των φορολογουμένων με νέους φόρους, ούτε και επιβάρυνση του κρατικού προϋπολογισμού επειδή, πολύ απλά, δημιουργείται μια καινούργια πηγή δημοσίων εσόδων. Έσοδα που προκύπτουν από την εκχώρηση στο κράτος περιουσιακών στοιχείων αξίας €8,3 δισ.
Περιλαμβάνονται μη-εξυπηρετούμενα δάνεια αξίας €7 δισ., με σημαντικές μάλιστα εξασφαλίσεις, περιλαμβάνονται επίσης εξυπηρετούμενα δάνεια €500 εκατ., το σύνολο της ακίνητης περιουσίας του Συνεργατισμού αξίας €600 εκατ. και συμμετοχές σε εταιρείες αξίας €165 εκατ. Μέσα από την διαχείριση αυτών των περιουσιακών στοιχείων αναμένονται σημαντικά έσοδα σε ετήσια βάση. Βασική προϋπόθεση είναι η μη εμπλοκή του κράτους στην διαχείριση αυτών των περιουσιακών στοιχείων, η οποία θα γίνεται από εταιρεία με σχετική εξειδίκευση. Προϋπόθεση είναι επίσης η βελτίωση του νομοθετικού πλαισίου, αλλά και η ενίσχυση της αποτελεσματικότητας των δικαστικών διαδικασιών.
Το ότι η ΣΚΤ, δηλαδή το κράτος, τελικά συζητούσε για πώληση του Συνεργατισμού με ένα μόνο ενδιαφερόμενο αγοραστή, αυτό δεν συνιστά αποτυχία της όλης διαδικασίας;
Η διαδικασία έτρεξε με ευθύνη μιας μεγάλης διεθνούς επενδυτικής τράπεζας και ξεκίνησε με ένα μεγάλο αριθμό ενδιαφερομένων. Στην πορεία κάποιοι αποχώρησαν ενώ άλλοι δεν εκπλήρωναν τις προϋποθέσεις καταλληλόλητας. Εξάλλου, δεν είναι πολλά τα τραπεζικά ιδρύματα στη χώρα μας που έχουν το κατάλληλο μέγεθος για να αναλάβουν σχεδόν €10 δισ. καταθέσεων ή που μπορούν να αντλήσουν τα απαιτούμενα κεφάλαια.
Το κράτος θα διερευνήσει πώληση (όλων ή μέρους) των κόκκινων δανείων που παρέμειναν στον Συνεργατισμό;
Να επαναλάβω ότι η διαχείριση αυτών των δανείων και των υπόλοιπων περιουσιακών στοιχείων δεν πρέπει να γίνεται και δεν θα γίνεται από το κράτος, αλλά από εξειδικευμένο οίκο, με κριτήριο την μεγιστοποίηση των εσόδων για τον ιδιοκτήτη, που θα είναι το κράτος. Το κράτος δεν έχει την τεχνογνωσία, δεν είναι ο ρόλος του. Συνεπώς, αυτή τη διερεύνηση της προοπτικής πώλησης δανείων, ή ακινήτων ή συμμετοχών σε επιχειρήσεις, δεν είναι το κράτος που θα την κάνει αλλά η εταιρεία που θα αναλάβει τη διαχείριση.
Άλλαξαν πλέον οι συνθήκες
Το ότι η Κύπρος μένει χωρίς συνεργατικό κίνημα και εννοώ ένα καλό συνεργατικό κίνημα, δεν είναι μια οπισθοδρόμηση;
Αναγνωρίζω ότι η συνεργατική ιδέα βοήθησε πολλούς συμπολίτες μας. Αλλά πρέπει να καταλάβουμε ότι η παρουσία του συνεργατικού κινήματος στον πιστωτικό τομέα τερματίστηκε το 2013. Όταν ο διαγνωστικός έλεγχος αποκάλυψε τις συνέπειες των διαχρονικών υστερήσεων στη διαχείρισή του. Έκτοτε είχαμε μια κρατικοποιημένη τράπεζα, η οποία λειτουργούσε κάτω από τον αυστηρό έλεγχο της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας και της Ευρωπαϊκής Επιτροπής. Συνεπώς, εάν υπήρξε οπισθοδρόμηση, αυτή έγινε πριν από πέντε χρόνια. Προσωπικά, έχω την άποψη ότι οι χαλαρές δομές του κυπριακού Συνεργατικού Πιστωτικού Τομέα, εκ των πραγμάτων, δεν θα είχαν θέση στο απαιτητικό περιβάλλον της ευρωπαϊκής Τραπεζικής Ένωσης. Και ότι αυτό που χρειαζόμαστε, αυτό που εξυπηρετεί τις ανάγκες της οικονομία μας και των συμπολιτών μας, είναι σύγχρονες και υγιείς τράπεζες απαλλαγμένες από τις παθογένειες του παρελθόντος.
Έμμεσες αιχμές για τον ρόλο της Κεντρικής Τράπεζας
Αληθεύει ότι ο Συνεργατισμός οδηγήθηκε σε μια άρον-άρον αποκρατικοποίηση, εξαιτίας μιας κατ’ αρχήν έκθεσης της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΚΤ) για πιθανές ανάγκες πρόσθετων κεφαλαίων ύψους €600 εκατ.;
Είναι δύο οι λόγοι που οδήγησαν σε αυτή την απόφαση. Πρώτα απ’ όλα, υπήρξε ο κλονισμός της εμπιστοσύνης των καταθετών που οδήγησε τη ρευστότητα της τράπεζας σε οριακή κατάσταση. Ο πιο συχνός λόγος κατάρρευσης τραπεζών δεν είναι οι ανάγκες σε κεφάλαια, αλλά η έλλειψη ρευστότητας. Υπάρχει βεβαίως ο ELΑ, που μπορεί να καλύψει σε κάποιο βαθμό έκτακτες ανάγκες ρευστότητας, αλλά με δεδομένη την πρόσφατη κυπριακή εμπειρία, εάν αυτό συνέβαινε, ο κλονισμός της εμπιστοσύνης θα ήταν απόλυτος. Έπρεπε συνεπώς να διασφαλίσουμε ότι οι καταθέσεις του κόσμου θα ήταν ασφαλείς. Και σημειώνω, ότι η Ελληνική Τράπεζα, η οποία θα ενισχυθεί με νέα κεφάλαια, αναλαμβάνει την ευθύνη του συνόλου των καταθέσεων της Συνεργατικής. Ο δεύτερος λόγος, σχετίζεται πράγματι με τα αποτελέσματα του επιτόπιου ελέγχου από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, που κατέληξε σε διαφοροποίηση συγκεκριμένων παραδοχών σε σχέση με μη-εξυπηρετούμενα δάνεια, δημιουργώντας έτσι απαίτηση για σημαντικές προβλέψεις και μεγάλες ανάγκες για νέα κεφάλαια.
Υπάρχουν πληροφορίες πως αυτή η έκθεση δεν ολοκληρώθηκε ποτέ. Αυτό σημαίνει πως, διαδικαστικά και νομικά δεν υπάρχει;
Μα δεν ολοκληρώθηκε επειδή δόθηκε χρόνος για να αναληφθούν ενέργειες. Η έκθεση, όσο ακραία και υπερβολική και να είναι, δημιουργεί τετελεσμένα γεγονότα.
Αληθεύει ότι αυτή η έκθεση συνάχτηκε ύστερα από μια έκτακτη επιθεώρηση της Συνεργατικής Κυπριακής Τράπεζας (ΣΚΤ) αρχές του έτους από τεχνοκράτες της ΕΚΤ και της Κεντρικής Τράπεζας Κύπρου (ΚΤΚ), η οποία συμφώνησε με την επιθεώρηση και συμμετείχε σε αυτήν;
Η Κεντρική Τράπεζα συμμετείχε σε αυτό τον έκτακτο επιτόπιο έλεγχο, αλλά αντιλαμβάνομαι πως είχε εκφράσει επιφυλάξεις στην διεξαγωγή της. Αλλά δεν θέλω να μιλώ εκ μέρους της Κεντρικής.
Ευσταθούν οι πληροφορίες πως υπήρχε εντελώς διαφορετική προσέγγιση των εξελίξεων με το Συνεργατισμό μεταξύ Κυβέρνησης και ΚΤΚ;
Δεν νομίζω να τίθεται θέμα διαφορετικής προσέγγισης. Αυτό όμως που θα τόνιζα, είναι ότι η Κεντρική Τράπεζα του κάθε κράτους-μέλους έχει ένα εξαιρετικά σημαντικό ρόλο να επιτελέσει. Ναι μεν έχει θεσπιστεί ο Ενιαίος Εποπτικός Μηχανισμός, αλλά αυτός ο Μηχανισμός διοικείται από τους εκπροσώπους των εθνικών Κεντρικών Τραπεζών. Πρέπει συνεπώς η κάθε Κεντρική Τράπεζα να θεωρείται αξιόπιστη και αποτελεσματική, να έχει μια στιβαρή παρουσία, προκειμένου να είναι σε θέση να συμβάλει στη διαμόρφωση των αποφάσεων που λαμβάνονται στη Φρανκφούρτη ή τουλάχιστον εκείνων των αποφάσεων που επηρεάζουν το τραπεζικό σύστημα και γενικότερα την οικονομία της χώρας που εκπροσωπεί. Ως κυβέρνηση σεβόμαστε την ανεξαρτησία και συνεργαζόμαστε με την Κεντρική Τράπεζα, αλλά θεωρούμε πως επείγει η θεσμική ισχυροποίηση της και προς αυτή την κατεύθυνση θα κινηθούμε με συγκεκριμένες νομοθετικές προτάσεις.