- Πλέον χαρακτηρίζεται ως ένας ιάσιμος τύπος καρκίνου χάρη στην έγκαιρη πρόληψη και αντιμετώπιση του
ΕΠΙΜΕΛΕΙΑ: NIPD GENETICS SCIENTIFIC COMMUNICATIONS TEAM
Ο καρκίνος των όρχεων ορίζεται ως η πάθηση στην οποία καρκινικά κύτταρα εμφανίζονται σε ιστούς των όρχεων. Ενώ είναι η δεύτερη κατά σειρά αιτία καρκίνου σε άνδρες ηλικίας 15-44 ετών, αποτελεί την 13η υψηλότερη αιτία θανάτου σε άτομα αυτών των ηλικιών. Η σωστή ενημέρωση όσον αφορά την πρόληψη, η έγκαιρη διάγνωση και η αποτελεσματική θεραπεία αποτελούν κλειδί για τα υψηλά ποσοστά επιβίωσης.
Ο καρκίνος των όρχεων μπορεί να προέλθει είτε από τα γεννητικά κύτταρα, είτε από τα μη γεννητικά κύτταρα των όρχεων. Στο 90% των περιστατικών προέρχεται από τα γεννητικά κύτταρα και χωρίζεται σε δυο κατηγορίες: τα σεμινώματα και τα μη σεμινώματα. Τα σεμινώματα εμφανίζονται σε άνδρες όλων των ηλικιακών ομάδων, αναπτύσσονται αργά και δεν είναι ιδιαίτερα επιθετικά. Αντίθετα, τα μη σεμινώματα εμφανίζονται κυρίως σε νεαρούς άνδρες, αναπτύσσονται ταχύτερα και μπορεί να εξαπλωθούν σε άλλα μέρη του σώματος. Είναι σημαντικό να γνωρίζουμε τον τύπο του καρκίνου αφού θα βοηθήσει μετέπειτα στη θεραπευτική αντιμετώπιση.
Υπάρχουν αρκετοί παράγοντες που αυξάνουν τον κίνδυνο εμφάνισης καρκίνου των όρχεων. Ένα παράδειγμα είναι η κρυψορχία που παρατηρείται στα νεογέννητα αγόρια, κατά την οποία οι όρχεις δεν κατέρχονται φυσιολογικά στην οσχεϊκή κοιλότητα, αυξάνοντας τις πιθανότητες εμφάνισης καρκίνου κατά 5-10 φορές. Tο οικογενειακό ιστορικό, για παράδειγμα αν ο πατέρας ή ο αδερφός ενός άνδρα έχει ήδη εμφανίσει καρκίνο των όρχεων, αυξάνει τον κίνδυνο εμφάνισης καρκίνου. Επιπλέον, έχει σημειωθεί ότι η κληρονομική μετάλλαξη στο χρωμόσωμα Xq27 μπορεί να αυξήσει τις πιθανότητες εμφάνισης του καρκίνου αυτού. Άλλοι παράγοντες είναι η μη φυσιολογική ανάπτυξη των όρχεων, η καθιστική ζωή και η λοίμωξη από τον ιό του AIDS.
Κάποια από τα παρουσιαζόμενα συμπτώματα περιλαμβάνουν την εμφάνιση όγκου στον όρχι και τη διόγκωσή του.
Παρατηρείται κάποιες φορές πόνος στην περιοχή αυτή και το αίσθημα του βάρους στο όσχεο. Σε προχωρημένο στάδιο τα συμπτώματα μπορεί να περιλαμβάνουν πόνο στη μέση ή την κοιλιά, ενώ σε σπάνιες περιπτώσεις μπορεί να παρατηρηθεί μεγέθυνση και ευαισθησία των μαστών.
Ο πιο διαδεδομένος έλεγχος του καρκίνου αυτού είναι η αυτοεξέταση, μέσω της οποίας ο ίδιος ο ασθενής μπορεί να ψηλαφίσει τους όρχεις για να διαπιστώσει αν υπάρχει σκληρία λόγω εμφάνισης εξωγενούς μάζας. Στη συνέχεια, συνιστάται η επίσκεψη στον κατάλληλο γιατρό, ο οποίος θα τον εξετάσει κλινικά, προχωρώντας σε υπερηχογράφημα αλλά και εξετάσεις αίματος, στις οποίες ανιχνεύονται ειδικοί καρκινικοί δείκτες που παρουσιάζονται στον καρκίνο των όρχεων. Για παράδειγμα, η β-χοριακή γοναδοτροπίνη (β-hCG), η άλφα-φετοπρωτεΐνη (AFP) και η γαλακτική αφυδρογονάση (LDH) βρίσκονται σε αυξημένα επίπεδα κατά την ανάπτυξη αυτού του καρκίνου, επιβεβαιώνοντας έτσι τη διάγνωση και συμβάλλοντας στην κλινική σταδιοποίηση του καρκίνου και την παρακολούθηση των ασθενών.
Η πρόγνωση για τον καρκίνο των όρχεων είναι υψηλή, αφού αν εντοπισθεί έγκαιρα, είναι ιάσιμος περίπου στο 95% των περιπτώσεων. Η αρχική μέθοδος θεραπείας της νόσου είναι η χειρουργική επέμβαση, γνωστή ως ορχεκτομή, στην οποία αφαιρούνται ο ένας ή και οι δύο όρχεις. Η μέθοδος αυτή μπορεί να οδηγήσει σε πλήρη ίαση, εφόσον ο όγκος δεν έχει εξαπλωθεί.
Άλλες μέθοδοι θεραπείας περιλαμβάνουν τη χημειοθεραπεία και την ακτινοθεραπεία, ανάλογα με το στάδιο και τον τύπου του καρκίνου. Κάποιες φορές μπορεί να χρησιμοποιηθεί συνδυασμός δύο θεραπευτικών μεθόδων, όπου μετά τη χειρουργική εκτομή του όρχεος, πραγματοποιείται χημειοθεραπεία κυρίως για προληπτικούς λόγους. Στις περιπτώσεις όπου υπάρχει αντίσταση στη θεραπεία και ο καρκίνος υποτροπιάζει, η μοριακή ανάλυση του όγκου μπορεί να δώσει επιπρόσθετες πληροφορίες όσον αφορά το γενετικό υπόβαθρο και τους υποκείμενους μηχανισμούς. Για παράδειγμα, πρόσφατες έρευνες υπέδειξαν πως γενετικές μεταλλάξεις στα γονίδια KIT, KRAS/NRAS, μεταξύ άλλων, είναι συχνά εμπλεκόμενες στην παθογένεση του καρκίνου αυτού, με τη χρήση και την αποτελεσματικότητα στοχευμένων θεραπειών στα γονίδια αυτά να βρίσκεται υπό κλινική διερεύνηση.
Είναι σημαντικό να γνωρίζουμε ότι η ορχεκτομή του ενός εκ των δυο όρχεων δεν επηρεάζει τη σεξουαλική ζωή και τη γονιμότητα, εφόσον ο εναπομείνας όρχις είναι φυσιολογικός. Εάν όμως ο ασθενής υποβληθεί σε ακτινοθεραπεία ή χημειοθεραπεία μπορεί να μειωθεί σημαντικά η γονιμότητα του, για παράδειγμα να μειωθεί ο αριθμός ή η κινητικότητα των σπερματοζωαρίων.
Σε αυτές τις περιπτώσεις συνιστάται κατάψυξη σπέρματος πριν τη χημειοθεραπεία. Παρ’ όλα αυτά, σε πολλούς ασθενείς που υποβάλλονται σε χημειοθεραπεία ή ακτινοθεραπεία, η γονιμότητα επιστρέφει σε φυσιολογικά επίπεδα μετά από έναν χρόνο.
Ο καρκίνος των όρχεων αποτελεί έναν από τους πιο συχνούς καρκίνους που παρουσιάζονται στους νεαρούς άντρες, με την έγκαιρη διάγνωση να έχει καίριο ρόλο στα υψηλά ποσοστά θεραπείας.
Τα κλινικά εργαστήρια NIPD Genetics είναι συμβεβλημένα με το ΓεΣΥ και παρέχουν το πακέτο Βιοδεικτών για έλεγχο ανδρικού καρκίνου, το οποίο ανάμεσα σε άλλους περιλαμβάνει τους βιοδείκτες: β-hCG, AFP και LDH για ανίχνευση καρκίνου των όρχεων.
Οι πληροφορίες του παρόντος άρθρου βασίζονται στις πιο πρόσφατες διαθέσιμες επιστημονικές έρευνες και γνωστοποιήσεις κατά τη διάρκεια της δημοσίευσής του. Το περιεχόμενο του άρθρου προορίζεται μόνο για εκπαιδευτικούς σκοπούς και δεν πρέπει να χρησιμοποιείται ως υποκατάστατο για τη λήψη ιατρικής συμβουλής. Οι επιστημονικές αναφορές που χρησιμοποιήθηκαν για τη σύνταξη του παρόντος άρθρου βρίσκονται στην ιστοσελίδα www.nipdlabs.com.cy