Από τη Θεσσαλονίκη μέχρι τη Νέα Υόρκη, η διαδρομή του Ιωάννη Αντώνογλου αποτυπώνει την πορεία ενός ερευνητή που ξεκίνησε από τα έδρανα του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης (ΑΠΘ) και βρέθηκε στην αιχμή της τεχνητής νοημοσύνης, ιδρύοντας τη Reflection AI — μια startup που μέσα σε έναν χρόνο έχει ήδη αντλήσει χρηματοδότηση 130 εκατ. δολαρίων, φιλοδοξώντας να επαναπροσδιορίσει τον τρόπο με τον οποίο παράγεται λογισμικό.
“Είμαι από τη Θεσσαλονίκη, σπούδασα στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο, στο Τμήμα Ηλεκτρολόγων Μηχανικών”, λέει στο Capital.gr ο Ιωάννης Αντώνογλου, συνιδρυτής της Reflection AI, περιγράφοντας το ξεκίνημα μιας διαδρομής που τον οδήγησε από την Ελλάδα στις κορυφαίες ερευνητικές ομάδες τεχνητής νοημοσύνης παγκοσμίως.
Μετά την ολοκλήρωση των σπουδών του το 2011, συνέχισε με μεταπτυχιακές σπουδές στην τεχνητή νοημοσύνη στο Πανεπιστήμιο του Εδιμβούργου, για να βρεθεί σύντομα στο Λονδίνο, εργαζόμενος για μία τότε μικρή startup: τη DeepMind. “Ήμουν ένας από τους founding engineers, ο έκτος στην ερευνητική ομάδα”, θυμάται. Η DeepMind εξελίχθηκε ραγδαία και, μόλις έναν χρόνο αργότερα, εξαγοράστηκε από την Google.

Από το AlphaGo στο RLHF
Στη διάρκεια των δώδεκα ετών που παρέμεινε στην DeepMind, ο Ιωάννης Αντώνογλου συμμετείχε σε μερικά από τα πιο καθοριστικά projects της εταιρείας.
“Δούλεψα πάνω στο DQN, που ήταν ο πρώτος deep reinforcement learning agent”, αναφέρει, ενώ καθοριστική ήταν και η συμβολή του στην ανάπτυξη του AlphaGo και του AlphaZero, συστημάτων που απέδειξαν ότι τα μοντέλα τεχνητής νοημοσύνης μπορούν να ξεπεράσουν τον άνθρωπο σε σύνθετα παιχνίδια στρατηγικής, όπως το σκάκι, το κινεζικό Go και το σόγκι.
Το 2022, με την εμφάνιση του ChatGPT, η Google συγκρότησε την ομάδα Gemini, με στόχο τη δημιουργία ενός ανταγωνιστικού large language model. “Η δική μου ευθύνη ήταν να δημιουργήσω και να ηγηθώ μιας ομάδας που δούλευε στο reinforcement learning from human feedback (RLHF)”, εξηγεί ο ίδιος, περιγράφοντας τη μέθοδο μέσω της οποίας τα συστήματα τεχνητής νοημοσύνης εκπαιδεύονται, αξιοποιώντας θετικά και αρνητικά παραδείγματα ανθρώπινης συμπεριφοράς.
Η γέννηση της Reflection AI
Μέσα σε αυτό το περιβάλλον, γνώρισε τον συνιδρυτή του, Misha Laskin. “Ο συνιδρυτής μου ήταν υπεύθυνος για την εκπαίδευση των reward models, δηλαδή των μοντέλων που μαθαίνουν να μιμούνται τις ανθρώπινες επιλογές”, σημειώνει. Από αυτή τη συνεργασία γεννήθηκε και η ιδέα για το επόμενο βήμα: τον Φεβρουάριο του 2024, ίδρυσαν τη Reflection AI, με έδρα τη Νέα Υόρκη και γραφεία σε Σαν Φρανσίσκο και Λονδίνο. Σήμερα, η εταιρεία αριθμεί ήδη 35 εργαζομένους.
Στόχος της Reflection AI είναι να αλλάξει τον τρόπο που γράφεται και παράγεται λογισμικό, αναπτύσσοντας αυτόνομους “super intelligent coding agents” — υπερ-ευφυή μοντέλα τεχνητής νοημοσύνης, σχεδιασμένα όχι μόνο να γράφουν κώδικα καλύτερα από ανθρώπους, αλλά και να λύνουν πολύπλοκα προβλήματα από την αρχή ως το τέλος. “Η λογική είναι να ζητήσεις από το σύστημα να φτιάξει κάτι συγκεκριμένο και εκείνο να σχεδιάσει και να εκτελέσει όλα τα βήματα για να σου παραδώσει τη λύση”, εξηγεί ο κ. Αντώνογλου.
Ισχυροί επενδυτές
Παρά το νεαρό της ηλικίας της, η Reflection AI έχει ήδη προσελκύσει το ενδιαφέρον κορυφαίων επενδυτών, συγκεντρώνοντας συνολικά 130 εκατ. δολάρια σε δύο γύρους χρηματοδότησης. Στον πρώτο seed γύρο, ύψους 25 εκατ. δολαρίων, επικεφαλής ήταν η Sequoia Capital και το CRV, ενώ ακολούθησε ένας δεύτερος γύρος Series A, ύψους 105 εκατ. δολαρίων, με lead investor το Lightspeed Venture Partners και το CRV. Όπως εξηγεί ο co-founder, το μεγαλύτερο μέρος αυτών των κεφαλαίων επενδύεται σε υποδομές και hardware.
Σημειώνεται ότι στους γύρους χρηματοδότησης της Reflection AI συμμετείχαν και άλλοι σημαντικοί επενδυτές, μεταξύ των οποίων ο επενδυτικός βραχίονας της Nvidia Corp., ο συνιδρυτής του LinkedIn, Reid Hoffman, καθώς και ο διευθύνων σύμβουλος της Scale AI Inc., Alexandr Wang.
Τι διαφοροποιεί τη Reflection από τον ανταγωνισμό
Η Reflection AI φιλοδοξεί να διαφοροποιηθεί από τον ανταγωνισμό, επενδύοντας σε μια βαθιά τεχνολογική βάση και υιοθετώντας μια πλήρως καθετοποιημένη προσέγγιση ανάπτυξης. “Υπάρχουν εταιρείες που κατασκευάζουν μοντέλα, όπως η Anthropic, η OpenAI, η DeepMind και η Meta, και άλλες που δημιουργούν προϊόντα, όπως η Anysphere με το Cursor ή η Cognition Labs με το Devin”, εξηγεί ο κ. Αντώνογλου.
Η startup απευθύνεται κυρίως σε μεγάλες επιχειρήσεις. “Οι βασικοί μας πελάτες είναι εταιρείες financial services — hedge funds, τράπεζες, μεγάλες εταιρείες λογισμικού”, σημειώνει, διευκρινίζοντας ότι το επιχειρηματικό μοντέλο της Reflection AI είναι καθαρά B2B, προσανατολισμένο σε εταιρικούς πελάτες.
“Το δικό μας πλεονέκτημα είναι ότι είμαστε enterprise εταιρεία, διαθέτουμε μια από τις καλύτερες ερευνητικές ομάδες στον κόσμο και τα μοντέλα που αναπτύσσουμε τα ενσωματώνουμε απευθείας στα προϊόντα μας”, προσθέτει, σημειώνοντας ότι καμία άλλη εταιρεία στον χώρο δεν έχει πετύχει τέτοιο επίπεδο καθετοποίησης.
Ωστόσο, η φιλοδοξία της Reflection AI ξεπερνά κατά πολύ την ανάπτυξη ενός έξυπνου εργαλείου προγραμματισμού. Στόχος της είναι η δημιουργία ενός γενικού, αυτόνομου συστήματος τεχνητής νοημοσύνης — ενός “virtual worker” που θα μπορεί να εκτελεί οποιαδήποτε εργασία απαιτείται μέσω υπολογιστή, χωρίς ανθρώπινη παρέμβαση. “Το μέλλον είναι ένα σύστημα στο οποίο απλώς θα ζητάς να ολοκληρώσει μια εργασία και εκείνο θα τη φέρνει εις πέρας όπως ακριβώς τη χρειάζεσαι”, καταλήγει ο κ. Αντώνογλου.