Άννας ΔημητρίουΜέλος της Διεθνούς Ακαδημίας Δικηγόρων Οικογενειακού Δικαίου (International Academy of Family Lawyers – IAFL).

Η συνεπιμέλεια και η εναλλασσόμενη κατοικία αποτελούν σύγχρονες μορφές ρύθμισης της γονικής μέριμνας, φέρνοντας στο προσκήνιο σημαντικά νομικά και κοινωνικά ζητήματα.

Στην Κύπρο, όπου κυριαρχεί η μονομερής ανάθεση επιμέλειας, η προοπτική καθιέρωσης της συνεπιμέλειας δημιουργεί νέες προκλήσεις.

Ποιο είναι, όμως, το πραγματικό νόημα της συνεπιμέλειας και πώς μπορεί να εξυπηρετήσει το συμφέρον του παιδιού;

Η συνεπιμέλεια συνιστά κοινή άσκηση της γονικής μέριμνας και από τους δύο γονείς, ακόμη και μετά τον χωρισμό τους. Σκοπός της είναι η διατήρηση της ενεργούς παρουσίας και συμμετοχής και των δύο γονέων στην ανατροφή, εκπαίδευση και ψυχοσυναισθηματική ανάπτυξη του παιδιού. Η άσκησή της περιλαμβάνει τη λήψη κοινών αποφάσεων για ουσιώδη ζητήματα της ζωής του παιδιού, όπως η εκπαίδευση, η υγεία και ο καθορισμός του τόπου κατοικίας του, με γνώμονα πάντοτε το βέλτιστο συμφέρον του ανηλίκου.

Η Συνεπιμέλεια στο Κυπριακό Δίκαιο

Σύμφωνα με τον Νόμο 216/1990, η γονική μέριμνα ασκείται με γνώμονα το βέλτιστο συμφέρον του παιδιού. Ωστόσο, Στην Κύπρο επικρατεί ακόμη σύγχυση αναφορικά με τις έννοιες της γονικής μέριμνας και της επιμέλειας, με αποτέλεσμα να παρατηρούνται παρερμηνείες τόσο στη νομική πράξη όσο και στη συνείδηση της κοινωνίας.

Παρόλο που η επιμέλεια δεν συνδέεται νομικά με το φύλο του γονέα, παραδοσιακά ανατίθεται στις μητέρες, κυρίως λόγω της κοινωνικής αντίληψης ότι οι πατέρες είτε δεν επιθυμούν είτε δεν είναι σε θέση να αναλάβουν ενεργό ρόλο στην καθημερινή φροντίδα των παιδιών τους.

Ο περί Σχέσεων Γονέων και Τέκνων Νόμος (Ν.216/1990) παραμένει μέχρι σήμερα χωρίς ουσιαστική τροποποίηση, αν και υπήρξαν επανειλημμένες προσπάθειες εκσυγχρονισμού του μέσα από νομοσχέδια. Η προτεινόμενη μεταρρύθμιση για τη θεσμοθέτηση της συνεπιμέλειας, ως μέρος ευρύτερης τροποποίησης της διάταξης για τη γονική μέριμνα, εξακολουθεί να εγείρει επιφυλάξεις τόσο σε επίπεδο πρακτικής εφαρμογής όσο και νομικής διατύπωσης.

Αξίζει να σημειωθεί πως ακόμη και με το ισχύον νομικό πλαίσιο, το οικογενειακό δικαστήριο έχει τη διακριτική ευχέρεια να καθορίσει ρυθμίσεις φύλαξης που στην ουσία προσεγγίζουν τη συνεπιμέλεια.

Αυτό αποδεικνύει ότι η συνεπιμέλεια είναι πραγματικά αποτελεσματική μόνο όταν υπάρχει ουσιαστική συνεργασία και συνεννόηση μεταξύ των γονέων.

Με την ενδεχόμενη αλλαγή, η συνεπιμέλεια θα καθίσταται η αρχική βάση, εκτός αν συντρέχουν σοβαροί λόγοι που να το αποκλείουν.

Το ουσιαστικό ζητούμενο είναι να διαμορφωθεί μια νέα αντίληψη, όπου η συμμετοχή και των δύο γονέων στην ανατροφή του παιδιού δεν θα θεωρείται απλώς δικαίωμα, αλλά ξεκάθαρη υποχρέωση, ιδιαίτερα από την πλευρά του πατέρα.

Το Βέλτιστο Συμφέρον του Παιδιού

Η συνεπιμέλεια των παιδιών σε περίπτωση που οι γονείς τους χωρίζουν, μοιάζει με ένα μεγάλο ποτάμι που κυλά ανάμεσα σε δύο όχθες.  Οι όχθες είναι οι γονείς, διαφορετικές αλλά εξίσου σημαντικές, που διαμορφώνουν τη ροή του νερού.  Το ποτάμι που εδώ είναι το παιδί, δεν ανήκει σε καμία από τις δύο όχθες, αλλά ταξιδεύει ελεύθερα ανάμεσα τους, αντλώντας από κάθε πλευρά δύναμη, σταθερότητα και κατεύθυνση.

Αν οι όχθες/γονείς είναι ισορροπημένες και σταθερές, το νερό/παιδί, κυλά ήρεμα, δίνοντας ζωή σε ότι αγγίζει.  Αν όμως μία όχθη υποχωρήσει ή γίνει πολύ απότομη, το ποτάμι μπορεί να γίνει ταραγμένο και να ξεχειλίσει από το βάρος μιας μονόπλευρης ροής. Το παιδί χρειάζεται τους γονείς του όχι ως ανταγωνιστές, αλλά ως συνοδοιπόρους στο ταξίδι της ζωής του.

 Η αρχή του βέλτιστου συμφέροντος του παιδιού αποτελεί τον θεμελιώδη άξονα των αποφάσεων του Οικογενειακού δικαίου. Το δικαστήριο εξετάζει κάθε υπόθεση με γνώμονα τη σταθερότητα, την ψυχολογική ευημερία και τη διασφάλιση ουσιαστικής σχέσης του παιδιού με αμφότερους τους γονείς.

Εναλλασσόμενη Κατοικία

Η εναλλασσόμενη κατοικία, όπου το παιδί διαμένει εκ περιτροπής με κάθε γονέα, αποτελεί μία από τις μορφές εφαρμογής της συνεπιμέλειας, χωρίς ωστόσο να θεωρείται πάντοτε η πιο συμφέρουσα λύση.

Αν και μπορεί, υπό προϋποθέσεις, να ενισχύσει τη συμμετοχή και των δύο γονέων στην καθημερινή ζωή του παιδιού, εντούτοις ενδέχεται να προκαλέσει συναισθηματική αστάθεια και αίσθημα ανασφάλειας, ιδίως όταν η επικοινωνία μεταξύ των γονέων είναι προβληματική ή όταν το παιδί μετακινείται συνεχώς μεταξύ δύο σπιτιών.

Το κυπριακό δίκαιο δεν προβλέπει ρητά την εναλλασσόμενη κατοικία, αλλά το οικογενειακό δικαστήριο μπορεί να την επιβάλει, αξιολογώντας παράγοντες όπως η ηλικία του παιδιού, η απόσταση μεταξύ των κατοικιών, η δυνατότητα συνεργασίας των γονέων και η συνολική σταθερότητα του περιβάλλοντος.

Επομένως, η εναλλασσόμενη κατοικία μπορεί να αποβεί ωφέλιμη μόνο όταν υπάρχει υψηλό επίπεδο συνεννόησης και ωριμότητας από τους γονείς, καθώς και όταν το παιδί αισθάνεται συναισθηματικά ασφαλές και στα δύο περιβάλλοντα.

Συμπεράσματα και Προοπτικές στην Κύπρο

Η δύναμη της συνεπιμέλειας φαίνεται στη συνεργασία των γονέων, κάθε ρήξη όμως, έχει τη δική της ιστορία για τα παιδιά.

Η κυπριακή νομολογία παραμένει προσεκτική απέναντι στη συνεπιμέλεια, αλλά εμφανίζονται τάσεις για μεγαλύτερη αναγνώριση της συμμετοχής και των δύο γονέων, ειδικά όταν υπάρχει συνεργασία.

Η αρχή του βέλτιστου συμφέροντος του παιδιού ερμηνεύεται πλέον ευρύτερα, λαμβάνοντας υπόψη τη διατήρηση ουσιαστικής σχέσης με αμφότερους τους γονείς, σε συμφωνία με διεθνείς τάσεις και τη νομολογία του ΕΔΔΑ.

Αναμένονται σαφέστερα κριτήρια για την εφαρμογή της συνεπιμέλειας και της εναλλασσόμενης κατοικίας, που θα συμβάλλουν σε ένα πιο συνεργατικό και παιδοκεντρικό πλαίσιο γονικής μέριμνας στην Κύπρο.