Στα τιμαλφή που βρίσκονται στην κατοχή πολιτικά εκτεθειμένων προσώπων και στην ανάγκη να δηλώνονται από τους βουλευτές στη δήλωση πόθεν έσχες, περιστράφηκε μεταξύ άλλων η συζήτηση χθες στην κοινοβουλευτική επιτροπή Θεσμών.

Έγιναν αναφορές για κάποια μέλη του κοινοβουλίου που έχουν πέραν του ενός ρολογίου πολυτελείας μάρκας Rolex, για τσάντες κόστους αρκετών χιλιάδων ευρώ, όπως Chanel και Hermes, καθώς και ρολόγια με αξία 50.000 ευρώ.

Και όχι μόνο. Υπήρξαν αναφορές για βουλευτές που στο παρελθόν ψεύδονταν στην προσπάθειά τους να αποφύγουν τον οικονομικό έλεγχο και τα περιουσιακά στοιχεία των οποίων δεν είχαν σχέση με τα δηλωμένα εισοδήματά τους.

Όλα τα πιο πάνω ειπώθηκαν από βουλευτές-μέλη της επιτροπής Θεσμών όταν ηγέρθη το ζήτημα δήλωσης τιμαλφών από τους βουλευτές στην υπό προώθηση νομοθεσία (δήλωση μέσω ηλεκτρονικής πλατφόρμας) για το Πόθεν Έσχες.

Τελικά, από τα διαμειφθέντα φάνηκε πως έδαφος κερδίζει η θέση του Έφορου Φορολογίας, Σωτήρη Μαρκίδη. Ο τελευταίος που είχε κληθεί να συμμετάσχει στη συνεδρίαση διατύπωσε τη θέση ότι θα πρέπει να τεθεί όριο για τα τιμαλφή και αυτά να δηλώνονται από τους βουλευτές, αν είναι μιας συγκεκριμένης αξίας και πάνω. Εξήγησε πως ο λόγος είναι για να ελέγχεται και η μεταβολή στα περιουσιακά στοιχεία ενός Πολιτικά Εκτεθειμένου Προσώπου.

Πριν, όμως, εκφράσει την προαναφερθείσα θέση ο κ. Μαρκίδης, προηγήθηκαν όλες οι πιο πάνω αναφορές.

Ο πρόεδρος της Επιτροπής, Δημήτρης Δημητρίου, στο πλαίσιο της συζήτησης ήταν ξεκάθαρος: «Εγώ ξέρω βουλευτές που έχουν rolex και όχι ένα». Ο δε Ανδρέας Πασιουρτίδης αναφέρθηκε σε ρολόγια που έχουν αξία 50.000 ευρώ.

Από την πλευρά της, η Ειρήνη Χαραλαμπίδου μίλησε για περιπτώσεις βουλευτών «με δάνεια τα οποία ήταν πολύ μεγαλύτερα και περιουσίες πολύ μεγαλύτερες απ΄ ό,τι μπορούσαν να δικαιολογήσουν τα εισοδήματά τους».

Οι ίδιοι, όπως είπε η κ. Χαραλαμπίδου, «στέκονταν μπροστά στον διοικητή της Κεντρικής Τράπεζας και έλεγαν ότι ‘μα εμένα με έλεγξε ο ευρωπαϊκός μηχανισμός’. Και ο ευρωπαϊκός μηχανισμός δεν ελέγχει ποτέ ατομικά βουλευτές. Ελέγχει κατευθείαν τις τράπεζες. Συνεπώς, η έγνοια η δική μου είναι μια: Αυτοί οι οποίοι έχουν πάντα μια τάση να υπεκφεύγουν του νόμου, να υπεκφύγουν για ακόμη μια φορά γιατί ξέρουν τα κανάλια με τις τράπεζες του εξωτερικού, πώς να ξεπλένουν κανονικότατα και να έρθουμε να δημιουργήσουμε προϋποθέσεις που να μην βοηθούν πραγματικά να εφαρμοστεί η νομοθεσία αποτελεσματικά. Γιατί όταν κάνουμε ένα νόμο πρέπει να υπάρχει ισονομία και πρέπει όλοι να αντιμετωπίζονται το ίδιο. Είναι στην Κύπρο που ζούμε, τα ξέρουμε…».

Γενικότερα, πάντως, στη συνεδρίαση έγινε ανταλλαγή απόψεων και εκφράστηκαν προβληματισμοί σε σχέση με τη δήλωση των περιουσιακών στοιχείων. Ο κ. Πασιουρτίδης, ο οποίος επίσης ήταν υπέρ της θέσης να τεθεί ένα λογικό όριο ως προς την αξία της κινητής περιουσίας που θα πρέπει να δηλώνεται, είχε διερωτηθεί πόσο πρακτικό είναι να δηλώνουν βουλευτές όλα τα τιμαλφή ανεξαιρέτως, λέγοντας συγκεκριμένα πως κάποιος θα χρειάζεται να ψάχνει τι τσάντες και πόσες έχει η σύζυγός του.

Η κ. Χαραλαμπίδου, ανέφερε πως δεν θα πρέπει να φτάσουμε στο σημείο να φωτογραφίζουν οι δημοσιογράφοι τις τσάντες και τα χέρια γυναικών βουλευτών, για να διαπιστώσουν αν τα τιμαλφή (κοσμήματα κτλ.) έχουν δηλωθεί. Σε άλλο σημείο είπε πως τυχόν δημοσιοποιήση των τιμαλφών βουλευτών, θα αντιστοιχεί με παροχή πληροφοριών σε εγκληματικά στοιχεία: «{…}να ξέρουν οι κλέφτες τι έχω και δεν έχω».

Σε άλλο σημείο, ο πρόεδρος της κοινοβουλευτικής επιτροπής, είχε σχολιάσει: «Αν δεν τα δηλώσει ο βουλευτής και καταγγείλει κάποιος ότι η γυναίκα του κυκλοφορεί με Rolex και chanel, θα έχει πρόβλημα γιατί θα γίνει έρευνα. Δεν θα δηλώσει αν έχει τσάντα Chanel ή Hermes, αλλά ένα περίπου την αξία».