Συγκλονιστικές οι εικόνες του δρόμου διαφυγής και μαρτυρίου των Παλαιστινίων της Γάζας, με τα βαρυφορτωμένα παμπάλαια τροχοφόρα να κουβαλούν αγκομαχώντας ανθρώπους και αποσκευές, σε ένα ακόμα βίαιο ξεσπίτωμα από τις εστίες τους.
Ακόμη πιο ανατριχιαστικές (τελείως πρωτόγνωρες για τους πολίτες των λεγόμενων προοδευμένων χωρών) οι φωτογραφίες με καρότσες να σέρνουν γαϊδούρια και άλογα, φουλαρισμένες κι αυτές από ταλαιπωρημένους ανθρώπους με μποξάδες και ελάχιστα από τα υπάρχοντά τους. Άγνωστες γι’ αυτούς, όχι για μας, τουλάχιστον όσους έζησαν και θυμούνται την τουρκική εισβολή.
Η μνήμη ξύπνησε και για μας, καθώς φεύγοντας από το μέτωπο για να σωθούμε, στις 14 Αυγούστου 1974, πρώτη μέρα της δεύτερης φάσης της εισβολής του Αττίλα, βρεθήκαμε στον δρόμο Λευκωσίας-Αμμοχώστου, μεσημέρι προς απόγευμα, και είδαμε την ίδια εικόνα μπροστά στα μάτια μας: Αυτοκίνητα, τρακτέρ, τροχοφόρα παντός είδους, άνθρωποι με μποξάδες και χάρτινα πακέτα να τρέχουν κυνηγημένοι για να σωθούν.
Γι’ αυτό, δεν μπορούμε να βλέπουμε αδιάφοροι όσα υφίστανται οι Παλαιστίνιοι, γι’ αυτό πρέπει να υψώσουμε φωνή διαμαρτυρίας, για την αδιαφορία, την απραξία, την υποκρισία και την κυνικότητα των ελεύθερων (sic) χωρών και να εκφράσουμε τη θλίψη μας γιατί και Αραβικές χώρες, μέχρι και οι συμπατριώτες τους της Δυτικής Όχθης, στέκουν βουβοί παρατηρητές μπροστά στο δράμα ενός λαού. Αλλοίμονο τους αδυνάμους.
ΠΑΥ.Κ.ΠΑΥ.