Η δημοφιλής Βρετανίδα συγγραφέας νιώθει τυχερή που έγινε Ελληνίδα πολίτης και λέει ότι τα προβλήματα της Ελλάδας είναι και δικά της.
Μοιράζει τη ζωή της ανάμεσα στο Κεντ, την Αθήνα και την Κρήτη. Όπως λέει, κάθε φορά που πατά το πόδι της στο αεροδρόμιο του Ελληνικού νιώθει σαν να φτάνει στο σπίτι της. Δεν είναι τυχαίο άλλωστε που η ελληνική πολιτεία αποφάσισε πρόσφατα να της προσφέρει τιμητική ιθαγένεια για την προώθηση της σύγχρονης ελληνικής Ιστορίας και του πολιτισμού μέσω των γραπτών της.
Η Βικτόρια Χίσλοπ γεννήθηκε στο Κεντ. Αντλώντας έμπνευση από μια επίσκεψη στη Σπιναλόγκα, την εγκαταλειμμένη αποικία των λεπρών σ’ ένα νησάκι της Κρήτης, έγραψε «Το Νησί». Το βιβλίο έχει πουλήσει πάνω από 5 εκατομμύρια αντίτυπα από το 2005 που κυκλοφόρησε και έχει μεταφραστεί σε 35 γλώσσες, ενώ έγινε σειρά στην ελληνική τηλεόραση το 2010. Αναδείχθηκε κορυφαία Πρωτοεμφανιζόμενη Συγγραφέας στα British Book Awards και απέσπασε πολλές διακρίσεις στη Γαλλία. Και στα επόμενα μυθιστορήματά της γυρίζει τη μηχανή του χρόνου πίσω. Το «Όσοι αγαπιούνται» αναφέρεται στην Κατοχή και τον Εμφύλιο στην Αθήνα του 1941, «Η Ανατολή» εστιάζει στην Κύπρο και την κατεχόμενη Αμμόχωστο, «Το Νήμα» έχει φόντο τη Θεσσαλονίκη και την πολύπαθη ιστορία της τον 20ό αιώνα, και στον «Γυρισμό» αναφέρεται στην Ισπανία του Εμφυλίου. Μεγάλη εμπορική επιτυχία είχε και το μυθιστόρημά της «Μια νύχτα του Αυγούστου». Το βιβλίο της «Καρτ ποστάλ» μεταφέρεται αυτό τον καιρό επίσης στην τηλεόραση από την ΕΡΤ, με γυρίσματα στο Λονδίνο και την Κρήτη.
Εκτός από αγγλικά, η συγγραφέας μιλάει άψογα γαλλικά και κάνει εντατικά μαθήματα στα ελληνικά. Συνήθως η έμπνευση για τα βιβλία της δεν είναι μια ιδέα, ένα πρόσωπο, ένα γεγονός αλλά ένα μέρος, όπως εξηγεί η ίδια. «Το μέρος είναι πραγματικά σημαντικό για μένα αφού γίνεται ο κεντρικός χαρακτήρας της ιστορίας. Η Σπιναλόγκα είναι ένας χαρακτήρας. Η Αμμόχωστος, η Μακρόνησος, η Θεσσαλονίκη… ένα μέρος με αρπάζει και η ιστορία του είναι εκεί, κάπου στους τοίχους, στην ατμόσφαρα…».
Πρόσφατα πολιτογραφηθήκατε Ελληνίδα από την Πρόεδρο της Ελληνικής Δημοκρατίας Κατερίνα Σακελλαροπούλου. Ήταν όνειρο ζωής να αποκτήσετε ελληνική ταυτότητα;
Θα έλεγα ότι έγινε όνειρο πριν από περίπου δέκα χρόνια – αλλά ήταν κυριολεκτικά απλώς ένα όνειρο. Ποτέ δεν φανταζόμουν ότι θα συνέβαινε. Νομίζω ότι έγινε ακόμη πιο σημαντικό για μένα μετά το Brexit, το οποίο θεωρώ καταστροφή για το Ηνωμένο Βασίλειο. Ένιωσα ότι είχα εκδιωχθεί από μια οικογένεια, την Ευρώπη, στην οποία ένιωθα πολύ ότι ανήκα. Είμαι Ευρωπαία, πολιτισμικά και με κάθε άλλο τρόπο. Το να είμαι απλώς Βρετανίδα και όχι Ευρωπαία ήταν αιτία πραγματικής θλίψης για μένα. Τώρα λοιπόν είμαι ξανά Ευρωπαία. Και χαίρομαι πάρα πολύ…
Επισκεφτήκατε την Ελλάδα για πρώτη φορά σε ηλικία 17 ετών. Ποιες εικόνες κρατάτε στη μνήμη σας από εκείνη την περίοδο;
Το πρώτο μέρος που επισκέφθηκα ήταν η Αθήνα, και έχω διατηρήσει τις εικόνες πολύ καθαρά. Συχνά χανόμασταν, το σκηνικό ήταν κάπως χαοτικό και ο ήλιος χτυπούσε στο κεφάλι μας όλη την ημέρα. Ήταν όμορφα όμως και θυμάμαι ότι με γοήτευσε η Πλάκα και με εξέπληξε ο Παρθενώνας. Πήγαμε σε όλα τα κλασικά τουριστικά αξιοθέατα, τα οποία όμως μου προκάλεσαν δέος. Ήταν όλα πολύ πέραν από τις προσδοκίες μου.
Ποια στοιχεία σας έχουν γοητεύσει από τους ανθρώπους της Ελλάδας;
Στα βιβλία που έχω γράψει για την Ελλάδα υπάρχει ένα κοινό σε όλα: Πώς επιβιώνουν οι άνθρωποι. Για μένα η σύγχρονη ιστορία της Ελλάδας είναι μια ιστορία τεράστιων αντιξοοτήτων και προκλήσεων. Νομίζω ότι οι άνθρωποι στη χώρα που γεννήθηκα, την Αγγλία, δεν αντιμετώπισαν ποτέ τέτοια δεινά (κατοχή των Ναζί, εμφύλιος πόλεμος, Χούντα κ.ά.) και είμαι έκπληκτη από τις ιστορίες επιβίωσης των ανθρώπων. Νομίζω λοιπόν ότι αυτό είναι που με έχει γοητεύσει: Το πώς η Ελλάδα διέρχεται μέσα από όλα αυτά διατηρώντας μια πολύ ισχυρή ταυτότητα και πολιτισμό.
Η σχέση σας με την Ελλάδα και τους ανθρώπους της σας άλλαξε ως άνθρωπο;
Νομίζω ότι είμαι πολύ τυχερή που ανακάλυψα ένα μέρος στο οποίο νιώθω τόσο έντονα το αίσθημα του ανήκειν. Προφανώς, τώρα που είμαι στην πραγματικότητα Ελληνίδα πολίτης, το νιώθω ακόμα πιο έντονα. Νιώθω ότι τα προβλήματα της Ελλάδας είναι και δικά μου προβλήματα, οι επιτυχίες και οι χαρές της Ελλάδας είναι επίσης δικές μου.
Ποιες θεωρείτε τις μεγαλύτερες αδυναμίες των Ελλήνων;
Δεν είμαι λάτρης του καπνίσματος, οπότε πάντα αναστατώνομαι λίγο όταν οι άνθρωποι γύρω μου καπνίζουν. Φαίνεται όμως ότι είναι μια πολύ ριζωμένη συνήθεια.
Ξεκινήσατε την καριέρα σας ως δημοσιογράφος. Πότε επιλέξατε να μεταπηδήσετε στη συγγραφή;
Τη στιγμή που πήγα στη Σπιναλόγκα, κατάλαβα ότι ήθελα να γράψω γι’ αυτό το εξαιρετικό μέρος, αλλά δεν ήθελα να γράψω δημοσιογραφικά· ήθελα να χρησιμοποιήσω τη φαντασία μου και να δημιουργήσω χαρακτήρες. Ήταν η στιγμή που άλλαξα πορεία και έγινα μυθιστοριογράφος.
Μετά το «Νησί», γράψατε βιβλία για τον ισπανικό Εμφύλιο, τη Θεσσαλονίκη του Μεσοπολέμου, την Αθήνα κατά την Κατοχή, την Κύπρο της δεκαετίας του ’70. Τι μάθατε από αυτή την ιστορική έρευνα;
Είναι διαφορετικά πράγματα από διαφορετικούς τομείς της έρευνας. Εκτός από το βιβλίο για τον εμφύλιο πόλεμο στην Ισπανία, τα άλλα μου βιβλία είχαν όλα ελληνικά θέματα. Μου αρέσει να αναφέρομαι στον συνδετικό κρίκο μεταξύ του βιβλίου μου για τη Γρανάδα και του «The Thread», του βιβλίου για τη Θεσσαλονίκη. Το 1492, ο βασιλιάς και η βασίλισσα της Γρανάδας έδιωξαν βίαια όλους τους Εβραίους της Γρανάδας (το όνομα της πόλης προέρχεται από σεφαραδίτικη εβραϊκή λέξη) οι οποίοι έφθασαν διά θαλάσσης στη Θεσσαλονίκη όπου εγκαταστάθηκαν. Το 1942, η ίδια αυτή ομάδα, πολλές γενιές μετά, βρέθηκε στα στρατόπεδα συγκέντρωσης των Ναζί. Η έρευνά μου για τη σχεδόν ολοκληρωτική εξόντωση των Ελλήνων Εβραίων ήταν η αφετηρία για το βιβλίο μου «Το Νήμα».
Σε αρκετά βιβλία μου συνάντησα δυσκολίες στην έρευνα του θέματος. Για το The Sunrise («Η Ανατολή», που αφορά στην Κύπρο), έκανα πολλά ταξίδια και έρευνες για να βεβαιωθώ ότι κατάλαβα τι οδήγησε στα γεγονότα του 1974, εξετάζοντας όλες τις απόψεις. Στο «Όσοι αγαπιούνται», όπου έγραψα για τον ελληνικό Εμφύλιο, πολλοί διαφώνησαν μαζί μου επειδή είναι ένα θέμα που εξακολουθεί να προκαλεί τεράστια πάθη και θυμό. Αλλά μιλώντας με πολλούς ανθρώπους -συμπεριλαμβανομένων ακαδημαϊκών και ανθρώπων που κατείχαν αρχεία, πιο ισορροπημένων και ουδέτερων- ένιωσα ότι θα μπορούσα να πω αυτή την ιστορία μέσα από τη ζωή ενός συγκεκριμένου ατόμου που μπλέχτηκε σ’ αυτήν.
Πώς επιλέξατε να γράψετε για δύσκολα θέματα που αφορούν στην Ιστορία της Ελλάδας και της Κύπρου;
Είναι συναρπαστικά! Και περίπλοκα – και πάνω απ’ όλα έχουν αφήσει πολλά σημάδια σε πολλά μέρη, και σε πολλούς ανθρώπους. Νομίζω ότι μου αρέσει η πρόκληση.
Στο βιβλίο σας «Ανατολή» αναφέρεστε στην Κύπρο και την κατεχόμενη Αμμόχωστο. Πώς νιώσατε όταν επισκεφτήκατε για πρώτη φορά την πόλη;
Δεν μπήκα ποτέ στην κατεχόμενη Αμμόχωστο, κάτι που είναι πηγή μεγάλης απογοήτευσης. Αυτό σήμαινε ότι έπρεπε να φανταστώ πώς ήταν – και η φαντασία έχει πολλή δύναμη. Συνάντησα αρκετούς ανθρώπους που είχαν φύγει από την Αμμόχωστο αφήνοντας ό,τι είχαν πίσω τους. Η κατανόηση των σκέψεων και των συναισθημάτων τους ήταν πολύ διαφωτιστική. Ήταν ένα συγκλονιστικό γεγονός που καθόρισε τη ζωή τους για πάντα με αυτή την τεράστια αίσθηση απώλειας και αδικίας. Όλο το θέμα της Αμμοχώστου με θυμώνει πραγματικά και οι τρέχουσες ενέργειες του Ερντογάν είναι εξοργιστικές.
Πόσο δύσκολο ήταν να γράψετε αυτό το βιβλίο; Ποια ήταν η μεγαλύτερη πρόκληση;
Το γράψιμό του ήταν πολύ οδυνηρό, επειδή όλα έχουν να κάνουν με την απώλεια, και αναπόφευκτα μια μεγάλη πικρία. Όμως η ιστορία αφορά χαρακτήρες τόσο από την τουρκοκυπριακή πλευρά όσο και από την ελληνοκυπριακή, και η άποψή μου είναι πως το να είσαι ηθικός ή ανήθικος άνθρωπος δεν είναι ζήτημα εθνικότητας. Είναι κάτι βαθύτερο από αυτό. Όπως γράφω στο βιβλίο, διεξάγονταν συνομιλίες και ήθελα πολύ το τέλος να είναι διαφορετικό. Να τελείωνε δηλαδή με την παράδοση της Αμμοχώστου στους νόμιμους ιδιοκτήτες της… Αλλά φαίνεται ότι ήταν απλώς ένα όνειρο.
Την περίοδο αυτή ξεκίνησε στην ΕΡΤ η σειρά «Καρτ ποστάλ» η οποία βασίζεται στο ομώνυμο βιβλίο σας. Ποια ήταν η έμπνευσή σας γι’ αυτό;
Το βιβλίο Cartes Postales προέκυψε μετά από ένα ταξίδι που έκανα στην ηπειρωτική Ελλάδα (και σε ορισμένα νησιά) μαζί με έναν φωτογράφο, τον Αλέξανδρο Κακολύρη. Ήθελα να γράψω ένα βιβλίο για την Ελλάδα που θα περιλάμβανε φωτογραφίες. Καθώς ταξιδεύαμε ανατολικά, δυτικά, βόρεια και νότια, γνωρίσαμε ανθρώπους και είδαμε μέρη που φωτογραφήθηκαν από τον Αλέξανδρο – και αυτά έγιναν η έμπνευση για ένα σύνολο ιστοριών. Συνδετικός κρίκος είναι ο κύριος χαρακτήρας, κάποιος που ταξιδεύει ενώ προσπαθεί να ξαναφτιάξει τη ζωή του. Οι συζητήσεις και οι εμπειρίες του, του δίνουν έναν νέο λόγο να ζει.
Είναι πιο εύκολο να μεταφέρετε στους αναγνώστες την ιστορία ενός τόπου μέσω μυθοπλασίας;
Οχι απαραίτητα. Πιστεύω ότι η δημοσιογραφία, η ιστορία και η ταξιδιωτική συγγραφή μπορούν να το κάνουν εξίσου καλά – στην πραγματικότητα εξαιρετικά. Απλώς η μυθοπλασία είναι για μένα η πιο φυσική μορφή γραφής. Σίγουρα όμως αναγνωρίζω πως οι μεγάλοι ιστορικοί κάνουν καταπληκτική δουλειά.
Μοιράζεστε τον χρόνο σας μεταξύ Αγγλίας και Ελλάδας. Σας ενθουσιάζει η ιδέα να ζήσετε μόνιμα στην Ελλάδα κάποια στιγμή;
Νομίζω ότι η αγάπη μου για την Ελλάδα γίνεται ολοένα και πιο δυνατή, ενώ η αγάπη για τη Βρετανία μετά το Brexit γίνεται πιο αδύναμη. Η ιδέα να ζω περισσότερους μήνες κάτω από έναν γαλάζιο ουρανό, τον ζεστό αέρα και μια ήρεμη θάλασσα, είναι πολύ ελκυστική. Θεωρώ ότι ο γκρίζος ουρανός είναι πολύ καταθλιπτικός. Νιώθω πως είμαι ένας ευτυχισμένος άνθρωπος στην Ελλάδα, και αναρωτιέμαι προς τα πού με οδηγεί αυτό. Θα δούμε…
Το νέο σας βιβλίο «Μια νύχτα του Αυγούστου» είναι συνέχεια του Νησιού;
Ναι, το One Night in August είναι η συνέχεια του The Island. Ακολουθεί τους βασικούς χαρακτήρες και την επιβίωσή τους μετά το κλείσιμο της Σπιναλόγκας. Βρίσκει την κάθαρση για πολλούς από αυτούς.
Έχετε συμμετάσχει στο κίνημα για την επιστροφή των Γλυπτών του Παρθενώνα. Πιστεύετε ότι κάποια μέρα η Αγγλία θα τα δώσει επιτέλους στην Ελλάδα;
Ναι! Είμαι τώρα στην Επιτροπή για την επανένωση των Γλυπτών. Πιστεύω ακράδαντα ότι υπάρχει μια παγκόσμια κίνηση για επιστροφή των πολιτιστικών αντικειμένων από τον τόπο που είχαν ληφθεί. Για πολλά χρόνια, η Αγγλία ήταν μια αποικιακή δύναμη και συνήθιζε ευχαρίστως να αφαιρεί πράγματα από τα μέρη που ήταν υπό τον έλεγχό της. Αυτό όμως είναι παρελθόν. Πιστεύω ότι το Βρετανικό Μουσείο κρατά αυτά τα γλυπτά από πείσμα. Είναι σαν να παίρνεις μέρη ενός παζλ και να μην τα επιστρέφεις.
Το βιβλίο σας The Island of Spinalonga έχει πουλήσει πάνω από 5 εκατ. αντίτυπα παγκοσμίως και έχει μεταφραστεί σε 35 γλώσσες. Για ποιον λόγο νομίζετε πως έγινε τόσο δημοφιλές;
Ο κάθε αναγνώστης ταυτίζεται με τον δικό του τρόπο με αυτό το βιβλίο. Ίσως επειδή αφορά τα βάσανα, την επιβίωση και τη δύναμη του ανθρώπινου πνεύματος. Είναι αισιόδοξο, και κάθε άνθρωπος έχει ανάγκη την αισιοδοξία.
Πιστεύετε ότι βιώσαμε παρόμοιες συνθήκες κατά τη διάρκεια της πανδημίας με τους ανθρώπους που περιορίστηκαν στη Σπιναλόγκα;
Ναι, πολύ παρόμοιες συνθήκες. Νιώσαμε ότι ο κορωνοϊός είναι μια ασθένεια χωρίς θεραπεία, χρειάστηκε να απομονωθούμε. Χάσαμε ανθρώπους που αγαπήσαμε χωρίς να μπορούμε να βρεθούμε κοντά τους. Είναι τόσες πολλές οι ομοιότητες με αυτά που έζησαν οι άνθρωποι της Σπιναλόγκας, ήταν πολύ ασυνήθισμο.
Πώς βιώσατε αυτή την περίοδο;
Ήταν μια περίοδος μεγάλης θλίψης, καθώς η μητέρα μου πέθανε στην αρχή της πανδημίας (δεν είμαστε ακόμα σίγουροι αν ήταν λόγω κορωνοϊού). Δεν μπορέσαμε να είμαστε μαζί της, και κάναμε την κηδεία πάνω από έναν χρόνο αργότερα. Αλλά ήταν επίσης μια περίοδος γαλήνης και ηρεμίας. Ήρθαμε πιο κοντά ως οικογένεια και βιώσαμε μια περίοδο στοχασμού. Υπήρξαν καλά και κακά πράγματα, αυτό είναι σίγουρο.
Έχει αλλάξει η πανδημία τις απόψεις σας για τη ζωή;
Έμαθα να εκτιμώ την κάθε μέρα και να δίνω σ’ αυτήν κάποιου είδους νόημα και σκοπό.
Έχετε ανακαλύψει το πραγματικό νόημα της ζωής;
Νομίζω ότι ανακάλυψα ένα σημαντικό μέρος του: Την ευτυχία. Εάν είστε ευτυχισμένοι, τότε μπορείτε να κάνετε και τους γύρω σας ευτυχισμένους. Η δυσαρέσκεια και η αρνητικότητα γεννούν το ίδιο αποτέλεσμα.
Ελεύθερα, 7.11.2021.